Η πολιτική αστάθεια στις χώρες των Βαλκανίων, οι μειονοτικές τους εντάσεις αλλά και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην ενταξιακή τους πορεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτελούν για τη Ρωσία σημεία στα οποία μπορεί να χτίζει την επιρροή της ώστε να μετατρέπει αυτήν την ευαίσθητη όσο και κρίσιμη περιοχή σε μοχλό πίεσης κόντρα στη Δύση. Ο Γιώργος Χρηστίδης, αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και Επισκέπτης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας, ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ, χαρτογραφεί για το liberal.gr τα τρωτά σημεία των Βαλκανικών χωρών τα οποία εκμεταλλεύεται η Μόσχα για τη διείσδυση της.
Συνέντευξη στην Κατερίνα Νικολοπούλου
«Υπάρχουν κάποια δεδομένα στην περιοχή. Μιλάμε για πολιτική αστάθεια, για παράδειγμα στη Βουλγαρία. Έχουμε την προκήρυξη εκλογών για τις 2 Οκτωβρίου με τις εκτιμήσεις να μην δίνουν σαφές προβάδισμα σε πολιτικές δυνάμεις που θα πάρουν τα απαραίτητα μέτρα για την καταπολέμηση της διαφθοράς που συνδέεται και με τη ρωσική επιρροή», επισημαίνει ο κ. Χρηστίδης που προσθέτει και την περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας όπου η κυβερνητική φθορά από τους χειρισμούς της στην ενταξιακή διαδικασία έχουν ξεσηκώσει αντιδράσεις στον λαό του οποίου τα αυτιά είναι πιο ανοικτά στην αντι-δυτική ρητορική.
Οι ενταξιακές δυσκολίες και η αντι-δυτική ρητορική
« Υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση στη Βόρεια Μακεδονία για τους όρους υπό τους οποίους θα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις με βάση τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η κυβέρνηση. Ανάμεσα σε αυτές είναι η τροποποίηση του συντάγματος ώστε στο προοίμιο να συμπεριληφθεί η αναφορά σε άτομα που ανήκουν στον βουλγαρικό λαό. Αυτό για πολλούς στη Βόρεια Μακεδονία είναι προβληματικό γιατί σύμφωνα με την τελευταία απογραφή καταγράφηκε πολύ μικρός αριθμός ατόμων βουλγαρικής εθνότητας.
Επίσης πολλοί θεωρούν ότι αυτό θα πρέπει να γίνει στη βάση της αμοιβαιότητας με αναγνώριση μειόνοτητας των Μακεντόντσι. Το δεύτερο σημείο που έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις είναι ότι το διαπραγματευτικό πλαίσιο θέτει συγκεκριμένα κριτήρια για το πώς θα προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις. Ένα από αυτά είναι η ετήσια εξέταση εφαρμογής από την Βουλγαρία και τη Βόρεια Μακεδονία της συνθήκης που υπέγραψαν το 2017. Η συνθήκη αυτή καλής γειτονίας και συνεργασίας και η τήρηση της αποτελεί βασικό κριτήριο για την ενταξιακή διαδικασία.
Το πρόβλημα είναι ότι συγκεκριμένη συνθήκη έχει μια διάταξη η οποία προβλέπει τη συγκρότηση και λειτουργία μιας μικτής επιστημονικής επιτροπής για την ιστορία και τα θέματα εκπαίδευσης, η οποία εξετάζει θέματα κοινής ιστορίας. Αυτός είναι ένας χώρος που είναι ιδιαίτερα προβληματικός γιατί έχουμε να κάνουμε με δύο εθνικές ιστοριογραφίες που είναι εκ διαμέτρου αντίθετες στην ανάγνωση του ιστορικού παρελθόντος. Ουσιαστικά αυτό που έχει συμφωνηθεί είναι ότι το έργο αυτής της επιτροπής είναι κεντρικής σημασίας για την ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας.
Αυτή λοιπόν η μεγάλη αντίδραση σε κομμάτι του πληθυσμού της Βόρειας Μακεδονίας στο πως συμφωνήθηκε να προχωρήσει η ενταξιακή διαδικασία της χώρας στην ΕΕ αντικειμενικά δημιουργεί συνθήκες για εξωτερικές δυνάμεις να ασκήσουν επιρροή. Δηλαδή να προαχθεί ένας αντι-δυτικός λόγος στην χώρα που λέει: ‘Κοιτάξτε τι κάνει η ΕΕ! Έχει αποδεχθεί τους όρους της βουλγαρικής πλευράς που αμφισβητούν την ταυτότητα μας’ κτλ. Αυτή λοιπόν η κατάσταση πολιτικά ευνοεί την ανάπτυξη επιρροών», εξηγεί ο ερευνητής.
Οι σερβικές μειονότητες
Και η «πολύ σημαντική στα δυτικά Βαλκάνια» Σερβία αποδεικνύεται ένα προνομιακό πεδίο για την Ρωσία μέσω των μειονοτικών της ζητημάτων και το Κόσοβο, αλλά το εύρος της επιρροής της μετριάζεται από την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας και κυρίως από τις κραταιές οικονομικές σχέσεις Βελιγραδίου- Βρυξελλών.
«Το θέμα του Κοσόβου είναι ένας γόρδιος δεσμός. Ο μόνος τρόπος για να λυθεί είναι να υπάρξει μία τελική συμφωνία που θα περιλαμβάνει και την αναγνώριση του Κοσόβου από την Σερβία. Η Σερβία βέβαια, δεν είναι διατεθειμένη για κάτι τέτοιο αν δεν ικανοποιηθούν πρώτα, κάποιες βασικές της θέσεις. Η Ρωσία παίζει πάνω σε αυτό. Έχει πολύ στενές σχέσεις με την Σερβία, που εδράζονται πάνω στην σταθερή στήριξη που προσφέρει η Μόσχα στις σερβικές θέσεις στο Κόσοβο. Η ρωσική διπλωματική στήριξη προφανώς έχει κερδίσει κι ένα μεγάλο κομμάτι της σερβικής κοινής γνώμης μετά το 1999 και έχει βρει χώρο και για την ανάπτυξη και των οικονομικών σχέσεων και των διάφορων μορφών εξωτερικής συνεργασίας», αναφέρει ο κ. Χρηστίδης.
Ωστόσο προσθέτει ότι : «Είναι πολύ δύσκολο για το Βελιγράδι να πάρει απόλυτα θέση υπέρ της Ρωσίας ή της Δύσης. Δεν το θέλει ιστορικά η κοινωνία. Και είναι ένα ζητούμενο πως ακριβώς από εδώ και πέρα με δεδομένο ότι έχει αλλάξει γεωπολιτικά η κατάσταση στην Ευρώπη μπορεί το Βελιγράδι να συνεχίσει με αυτήν την πολιτική εξισορρόπησης ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση. Και βέβαια το κρίσιμο για τις Βρυξέλλες είναι πως ακριβώς θα χειριστεί την Σερβία. Αν επιχειρήσει να την στριμώξει, πως ακριβώς θα αντιδράσει το Βελιγράδι. Οικονομικά η Σερβία έχει σχέσεις κυρίως με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό το ξέρουν πολύ καλά οι Σέρβοι. Αλλά είναι δύσκολη συγκυρία για την Σερβία και θέλει προσοχή και από τις Βρυξέλλες.»
Η επιτυχής διαχείριση δε της Σερβίας στο θέμα της ένταξης της στην ΕΕ θα παίξει κομβικό ρόλο και στον κατευνασμό της έντασης με την Σερβική δημοκρατία της Βοσνίας Ερζεγοβίνης που είναι ένας καλός συνομιλητής της Μόσχας. «Στη Βοσνία έχουμε τον ηγέτη της σερβικής μειονότητας, τον Ντόντιτς ο οποίος υπονομεύει το κεντρικό κράτος και απειλεί με απόσχιση, αυτό είναι δύσκολο θέμα. Η Βοσνία Ερζεγοβίνη είναι πολύ προβληματικό κράτος. Η ΕΕ έχει ζητήσει για ν' αναγνωρίσει τη Βοσνία Ερζεγοβίνη ως μια υπό ένταξη χώρα να γίνουν πολλές συνταγματικές μεταρρυθμίσεις τις οποίες η Σέρπσκα Ρεπούμπλικα (Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας) δεν τις στηρίζει.
Αν δεν αλλάξει πολιτικά η κατάσταση και στο Βελιγράδι ή αν δεν μπει η Σερβία στην ΕΕ δεν ξέρω πως μπορεί να μεταβληθεί η στάση της Ρεπούμπλικα Σέρπσκα. Μία Σερβία που θα είναι στην ΕΕ έχει κάθε λόγο να ασκήσει διαφορετικά πίεση στο να υπάρξει μία πιο ευρωπαϊκή διαχείριση αυτών των θεμάτων.», τονίζει ο κύριος Χρηστίδης.
Η φιλορωσική παράδοση και τη διαφθορά
Και φτάνουμε στην Βουλγαρία όπου η κοινωνία και ειδικά η ελίτ διατηρεί παραδοσιακά στενές σχέσεις με τη Ρωσία. «Η θετική εικόνα της Ρωσίας στην Βουλγαρία μέχρι και την εισβολή στην Ουκρανία ήταν ιδιαίτερα έντονη ειδικά στις μεγαλύτερες ηλικίες. Ωστόσο, υπάρχει και το τεράστιο θέμα της διαφθοράς το οποίο δημιουργεί τις συνθήκες για επηρεασμό των πολιτικών ελίτ. Είναι εδραιωμένη η υπόνοια ότι το ρωσικό χρήμα μέσα από τις μεγάλες εταιρίες (όπως οι ενεργειακές) βρίσκει το δρόμο του και στους πολιτικούς της χώρας.
Υπάρχουν πολιτικοί σχηματισμοί ξεκάθαρα που έχουν μια φιλορωσική θέση όπως το κόμμα «Αναγέννηση» που έχει πρωτοστατήσει σε διαμαρτυρίες κατά των κυρώσεων στην Ρωσία αλλά και στο Βουλγαρικό Σοσιαλιστικό κόμμα όπου παραδοσιακά υπάρχουν στενοί δεσμοί με τη Μόσχα. Είναι λοιπόν δύσκολο για την Βουλγαρία πολιτικά να χειριστεί μία στάση πλήρους ευθυγράμμισης με τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Αυτό το έκανε η κυβέρνηση που έπεσε και πλήρωσε ένα μεγάλο τίμημα με την διακοπή του αερίου».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση άργησε να αξιολογήσει σωστά την γεωστρατηγική αξία των δυτικών Βαλκανίων και αυτό φαίνεται να δίνει προβάδισμα στη Μόσχα.«Τα δυτικά Βαλκάνια δεν ήταν ποτέ στην κορυφή της ατζέντας της ΕΕ. Και αυτό έχει επιπτώσεις. Επιπλέον, η κοινή γνώμη σε σημαντικά κράτη - μέλη της είναι κατά της ένταξης. Δεν θέλουν τα 'φτωχά Βαλκάνια'. Αυτό έχει παίξει ρόλο.», εξηγεί ο αναπληρωτής καθηγητής που καταλήγει ότι τελικά πολλά για την επιλογή σφαίρας επιρροής θα κριθούν από το ένστικτο επιβίωσης των πολιτικών ελίτ στις χώρες της περιοχής. «Το βασικό κριτήριο για την επιλογή τους είναι η πολιτική τους επιβίωση. Αν τους εξυπηρετεί σε αυτό η Μόσχα, τότε θα την ακούσουν. Αν όχι τότε δεν θα την ακούσουν».
* Ο Γιώργος Χρηστίδης είναι αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας