Τραβάμε μια γραμμή και αφήνουμε πίσω μας τους Κανονισμούς του Δουβλίνου, οι οποίοι ανήκουν σε μια προηγούμενη εποχή και κάλυπταν τις δικές της ανάγκες, με δεδομένο ότι οι ροές των προσφύγων και μεταναστών ήταν πολύ πιο μικρές. Αυτό ήταν το μήνυμα που έστειλαν τόσο η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν όσο και ο αντιπρόεδρος, Μαργαρίτης Σχοινάς, παρουσιάζοντας τη νέα πρόταση για το Μεταναστευτικό και το Άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η κ. Φον ντερ Λάιεν έκανε λόγο για μια «νέα αρχή», εκτιμώντας ότι πρόκειται για μια ισορροπημένη πρόταση ανάμεσα στην ευθύνη και την αλληλεγγύη. Μια πρόταση η οποία προσπαθεί να λάβει υπόψη της διαφορετικά συμφέροντα, γεωγραφικές ιδιαιτερότητες και οικονομικές δυνατότητες ανάμεσα στα κράτη-μέλη.
Από την πλευρά του, ο κ. Σχοινάς ισχυρίστηκε ότι είναι αδιανόητο μια Ευρώπη όπως αυτή που υπάρχει σήμερα, η οποία πρωτοπορεί σε μια σειρά τομείς και είναι προπύργιο της δημοκρατίας, να μην διαθέτει ακόμη μια ενιαία και ολοκληρωμένη πολιτική για τη μετανάστευση και το άσυλο – εκφράζοντας παράλληλα την ελπίδα η σημερινή πρόταση να αποτελέσει την αφετηρία για ένα διάλογο που θα οδηγήσει αποφάσεις.
Η μετανάστευση είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο και την χρειαζόμαστε. Πρέπει, όμως, να ενισχύσουμε τη νόμιμη μετανάστευση και να καταπολεμήσουμε την παράνομη, σημείωσε από την πλευρά της η επίτροπος Ίλβα Γιόχανσον, η οποία επίσης συμμετείχε στη συνέντευξη Τύπου που δόθηκε σήμερα στις Βρυξέλλες. Η ίδια παρουσίασε, μάλιστα, στοιχεία που δείχνουν ότι πέρυσι εισήλθαν νόμιμα στο έδαφος της ΕΕ 2,4 εκατ. νόμιμοι πολίτες άλλων χωρών και μόλις 140.000 παράνομα, εκ των οποίων μάλιστα μόνο το ένα τρίτο ήταν πρόσφυγες.
Σύμφωνα με τα όσα είπε η Γιόχανσον, για όσους φτάνουν παράνομα σε ευρωπαϊκό έδαφος, θα πρέπει να αποφασίζεται – με ευθύνη της ΕΕ και των χωρών πρώτης υποδοχής – μέσα σε πέντε ημέρες εάν πληρούν καταρχήν τα κριτήρια για να εξεταστεί το αίτημα ασύλου. Όσο για τη διαδικασία επαναπατρισμού, εφόσον αυτή είναι η κατάληξη των διαδικασιών, δεν θα πρέπει να διαρκεί περισσότερο από 12 εβδομάδες.
Επίσης, έκανε αναφορά στη θέσπιση ενός «μηχανισμού αλληλεγγύης», με τα κράτη-μέλη να έχουν δύο τρόπους να επιλέξουν να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους: Είτε με την υποδοχή ενός αριθμού προσφύγων είτε με τη συμβολή τους στη διαδικασία επαναπατρισμού.
Τέλος, όσον αφορά την Τουρκία, ο κ. Σχοινάς τόνισε πως στο πλαίσιο των προσπαθειών για αποκλιμάκωση της έντασης στην ανατολική Μεσόγειο, ελπίζεται πως η διαχείριση του μεταναστευτικού θα αποτελέσει μέρος της θετικής ατζέντας των διαπραγματεύσεων με την Άγκυρα.
Το σχέδιο της Κομισιόν
Στα βασικά στοιχεία του σχεδίου για τη μεταρρύθμιση του ασύλου που ανακοίνωσαν οι Βρυξέλλες προβλέπεται μεγαλύτερη αυστηρότητα όσον αφορά τις επιστροφές παράτυπων μεταναστών, αυξημένοι έλεγχοι στα εξωτερικά σύνορα, επιτάχυνση των διαδικασιών.
Πέντε χρόνια μετά την κρίση του 2015, αυτό το νέο «Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο» προβλέπει πως οι χώρες της ΕΕ που δεν θέλουν να πάρουν αιτούντες ασύλου σε περίπτωση αύξησης των μεταναστευτικών ροών πρέπει αντίθετα να συμμετάσχουν στις επιστροφές όσων η αίτησή τους για άσυλο απορρίπτεται από τις ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες έφθασαν, προς τις χώρες προέλευσής τους.
Ωστόσο το προτεινόμενο αυτό σύμφωνο προτείνει την προστασία από δικαστικές διώξεις των ΜΚΟ που διασώζουν μετανάστες στη θάλασσα.
Αναθεωρεί επίσης την αρχή που συνίσταται στο να ανατίθεται στην πρώτη χώρα εισόδου ενός μετανάστη στην ΕΕ η ευθύνη της επεξεργασίας του αιτήματός του για άσυλο.
Στην πρόταση της Επιτροπής, η χώρα που είναι υπεύθυνη για το αίτημα ασύλου θα μπορεί να είναι εκείνη στην οποία ένας μετανάστης έχει αδελφό ή αδελφή, στην οποία έχει εργαστεί ή σπουδάζει. Επίσης η χώρα που έχει χορηγήσει βίζα σε έναν μετανάστη θα είναι εκείνη που θα πρέπει να επιφορτισθεί με την αίτηση ασύλου.
Σε διαφορετική περίπτωση, αυτές οι χώρες πρώτης εισόδου θα παραμείνουν υπεύθυνες για την αίτηση ασύλου.
Προβλέπεται επίσης μια πιο γρήγορη διαδικασία ώστε να απορρίπτονται πιο γρήγορα οι μετανάστες που έχουν λίγες πιθανότητες να λάβουν διεθνή προστασία.
Πρόκειται, σύμφωνα με την Επιτροπή, για εκείνους που έρχονται από χώρες που είχαν ένα θετικό ποσοστό απόκρισης σε αιτήματα ασύλου μικρότερο του 20% όπως η Τυνησία ή το Μαρόκο. Για αυτούς, η επεξεργασία του αιτήματος ασύλου γίνεται στα σύνορα και σε ένα διάστημα 12 εβδομάδων.
Αν μία χώρα υπόκειται σε μεταναστευτική «πίεση» και εκτιμά ότι δεν μπορεί πλέον να αναλάβει την ευθύνη μεταναστών, μπορεί να ζητήσει την ενεργοποίηση ενός «υποχρεωτικού μηχανισμού αλληλεγγύης», ο οποίος πρέπει να αποφασιστεί από την Επιτροπή.
Η Επιτροπή εκτιμά τον αριθμό των μεταναστών που θα πρέπει να αναλάβει. Όλα τα κράτη συνεισφέρουν, ανάλογα με το οικονομικό τους βάρος και τον πληθυσμό τους. Όμως μπορούν να επιλέξουν ανάμεσα στο να υποδεχθούν αιτούντες άσυλο, να «γίνουν ανάδοχοι» της επιστροφής στη χώρα του ενός μετανάστη που δεν έχει δικαίωμα να παραμείνει στην ΕΕ ή να βοηθήσουν κυρίως στην κατασκευή κέντρων υποδοχής.
Σε περίπτωση μιας παρόμοιας «κρίσης» με εκείνην του 2015, όταν τουλάχιστον ένα εκατομμύριο πρόσφυγες έφθασαν στην Ευρώπη, η επιλογή για μια χώρα περιορίζεται στη ανάληψη της ευθύνης για τη μετεγκατάσταση των προσφύγων ή την επιστροφή των μεταναστών που έχει απορριφθεί η αίτηση ασύλου τους.
Όμως αν μια χώρα της ΕΕ δεν καταφέρει να στείλει μετανάστες στη χώρα προέλευσής τους μέσα σε οκτώ μήνες, οφείλει να τους υποδεχθεί.
Πρόκειται για εναλλακτικές επιλογές που θεωρούνται ανέφικτες για τις μικρές χώρες που δεν διαθέτουν τα μέσα, εκτιμά μια ευρωπαϊκή πηγή.
Προκειμένου να αυξηθούν οι επιστροφές προς τις χώρες προέλευσης, η Επιτροπή θα ορίσει έναν συντονιστή, που θα στηρίζεται σε ένα δίκτυο «ειδικών» στα κράτη-μέλη. Και θα «εντατικοποιήσει τις διαπραγματεύσεις» με τις χώρες προέλευσης.
Η ΕΕ έχει υπογράψει 24 συμφωνίες επανεισδοχής με τρίτες χώρες, αλλά «δεν λειτουργούν όλες», σχολίασε η Ίλβα Γιόχανσον. Ένα μέσο πίεσης θα είναι η δημοσίευση ετήσιων εκθέσεων που αποτιμούν την ικανότητα της μιας ή της άλλης χώρας να πάρει πίσω τους πολίτες της και που θα έχει συνέπειες στη χορήγηση βίζας στους πολίτες τους.
Η ΕΕ έχει στόχο να υπάρξει «αυξημένη αποτελεσματικότητα στις επιστροφές» παράτυπων μεταναστών προς τις χώρες προέλευσής τους, εκτίμησε σήμερα η κ. Γιόχανσον κατά την παρουσίαση της μεταρρύθμισης του ασύλου στην Ένωση.
«Πρέπει να επικεντρωθούμε περισσότερο στις επιστροφές (…) Υπάρχει στο πακέτο μας σήμερα ένας αριθμός πρωτοβουλιών προκειμένου να φθάσουμε σε μια αυξημένη ικανότητα επιστροφών (…) Ένα κρίσιμο σημείο είναι να έχουμε καλές συμφωνίες επανεισδοχής (των μεταναστών αυτών) στις τρίτες χώρες, και αυτό θα είναι προτεραιότητα», υπογράμμισε.