Η ματαίωση της συμμετοχής του αμερικανικού παράγοντα στο έργο του αγωγού East Med, όπως έχουμε ξαναγράψει, δε θα έπρεπε να μας έχει εκπλήξει. Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μη συμβατότητα του φυσικού αερίου με την ευρωπαϊκή πολιτική της πράσινης μετάβασης και της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, ήταν ο βασικός λόγος για την απουσία σημαντικών επενδυτών και χρηματοδοτών.
Ο άλλος λόγος ήταν το ύψος του εκτιμώμενου κατασκευαστικού κόστους, που θα ξεπερνούσε τα $15 δισ. Αποδείχθηκε, ότι το project του East Med δεν ήταν ούτε οικονομικά βιώσιμο, αλλά ούτε και γεωπολιτικά ισορροπημένο, λόγω της απουσίας της Αιγύπτου.
Γράφτηκαν πολλά για τη ματαίωση του έργου. Γράφτηκε ότι είναι μια μεγάλη γεωπολιτική ήττα της Ελλάδας. Γράφτηκε ότι είναι ένα μεγάλο επενδυτικό και οικονομικό πλήγμα. Είναι όμως έτσι; Ασφαλώς και όχι.
Είχαμε αρθρογραφήσει σχετικά, αναφέροντας ότι η αμερικανική πλευρά επεσήμανε ότι «η προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στα διασυνδετήρια καλώδια παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να συνδεθούν οι δομές παραγωγής ενέργειας και οι αγορές των κρατών της περιοχής αυτής». Καλώδια, τα οποία μάλιστα θα ακολουθούν τις ίδιες διαδρομές με τους σχεδιασμούς των αγωγών του East Med.
Ήδη η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε τη δέσμευση κεφαλαίων ύψους $736 εκατ., για την κατασκευή του έργου της ενεργειακής ηλεκτρικής διασύνδεσης Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας. Η χρηματοδότηση του έργου της υποθαλάσσιας καλωδιακής διασύνδεσης των τριών χωρών, εντάσσεται στα προγράμματα υποδομών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, EU Connecting Europe Facility (CEF), που προβλέπουν τη χρηματοδότηση έργων ύψους περίπου $45 δισ. για το διάστημα 2022 - 2027. Και θα υπάρξουν και άλλες χρηματοδοτήσεις μέσω του πακέτου ΕU Recovery and Resilience Plan. Το συνολικό κόστος του έργου στην πρώτη του φάση θα ανέρχεται στα $2,5 δισ.
Το καλωδιακό σύστημα θα έχει «χωρητικότητα» 2.000 ΜW και θα αποτελεί τον ενεργειακό δρόμο ταχείας κυκλοφορίας ανάμεσα στην Ασία και την Ευρώπη, για αυτό και φέρει την ονομασία EuroAsia Interconnector. Θα καλύπτει 310 χλμ., από το Ισραήλ μέχρι την Κύπρο και άλλα 898 χλμ., από την Κύπρο μέχρι την Ελλάδα και συγκεκριμένα μέχρι την Κρήτη. Οπότε μιλάμε για ένα καλωδιακό δίκτυο που θα συνδέει τη Χαδέρα του Ισραήλ, με την Κοφινού στην Κύπρο, και από εκεί με τον Κορακιά στην Κρήτη.
Το μεγαλύτερο βάθος της Μεσογείου το οποίο θα συναντήσει στη διαδρομή του το καλώδιο, βρίσκεται στα 3 χλμ. Εδώ να σημειώσουμε ότι στην πρώτη φάση του έργου, στη διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου, έχουν δώσει προσφορές για τα υποθαλάσσια καλώδια οι εταιρείες Νexans Norway AS και Prysmian Powerlink s.r.l. Τα έργα της πρώτης φάσης λειτουργίας θα έχουν ολοκληρωθεί μέσα στο 2025.
Στο ακόλουθο γράφημα βλέπουμε την ενεργειακή ακτινογραφία του project.
Για να αντιληφθούμε καλύτερα το μέγεθος και τη σημαντικότητα του έργου, καλό είναι να γνωρίζουμε ότι η αντίστοιχη υποθαλάσσια και υπόγεια καλωδιακή διασύνδεση AQUIND Interconnector, που συνδέει τις ακτές της του Ντόβερ στη νότια Αγγλία και τη Νορμανδία στη Γαλλία, «χωρητικότητας» 2.000 MW, επιτρέπει ετησίως τη μεταφορά 16TWh. Ένα μέγεθος που αντιστοιχεί στο 5% της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος του Ηνωμένου Βασιλείου και το 3% της κατανάλωσης της Γαλλίας.
Η Ελλάδα παραμένει μέρος του κεντρικού ευρωπαϊκού ενεργειακού σχεδιασμού. Και σύντομα θα είναι διασυνδεδεμένη με ενεργειακά συστήματα χωρών, που δεν υπόκεινται στις νόρμες της ταχύτατης ενεργειακής μετάβασης. Με χαμηλότερο κόστος υποδομών και με μεγαλύτερη ευελιξία και συμμετοχή στο παγκόσμιο ενεργειακό χρηματιστήριο.