Η απειλή ενός πραξικοπήματος ήταν αληθινή και ο κίνδυνος για τη Δημοκρατία δεν έχει παρέλθει, έγραφαν Αμερικανοί πολιτικοί αναλυτές στον απόηχο αποκαλύψεων που έρχονταν σταδιακά στο φως για τις κινήσεις και μεθοδεύσεις του Ντόναλντ Τραμπ μετά την ήττα του 2020 και τις δυστοπικές εικόνες του Καπιτωλίου να δέχεται επίθεση σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση. «Μαχόμαστε ακόμη για την ψυχή της Αμερικής» λέει σήμερα ο Τζο Μπάιντεν, δίνοντας το σήμα εκκίνησης ενός προεκλογικού αγώνα που πιθανώς θα τον φέρει ξανά αντιμέτωπο με τον Τραμπ στην προεδρική κάλπη του 2024.
Περισσότερη ή λιγότερη Δημοκρατία, περισσότερη ή λιγότερη ελευθερία, είναι το διακύβευμα που θέτει ο Δημοκρατικός πρόεδρος, ορίζοντας την προεδρική αναμέτρηση ως μάχη έναντι του ρεπουμπλικανικού εξτρεμισμού και της απειλής που πρεσβεύει για τα θεμελιώδη δικαιώματα των Αμερικανών.
Με πλάνα του Καπιτωλίου να τελεί υπό κλοιό την 6η Ιανουαρίου 2021 και εικόνες υπερμάχων του δικαιώματος στην άμβλωση να διαδηλώνουν έξω από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αρχίζει το τρίλεπτο βίντεο, με το οποίο ο Τζο Μπάιντεν αναγγέλλει επίσημα τη διεκδίκηση δεύτερης προεδρικής θητείας.
«Όταν έθεσα προεδρική υποψηφιότητα πριν από τέσσερα χρόνια, είπα ότι βρισκόμαστε σε μάχη για την ψυχή της Αμερικής. Και παραμένουμε», αναφέρει ο Δημοκρατικός πρόεδρος στηλιτεύοντας ανοιχτά τον εξτρεμισμό του κινήματος MAGA (αρκτικόλεξο που παραπέμπει στο σύνθημα Τραμπ ‘Make America Great Again’).
Η αποστολή του, όμως, αυτή τη φορά θα είναι αρκετά πιο περίπλοκη, καθώς θα κληθεί να υπερασπιστεί τα πεπραγμένα της δικής του θητείας, ενώ θα προειδοποιεί για τους κινδύνους μίας επανόδου Τραμπ.
Έχοντας επιδείξει ισχυρή πολιτική ανθεκτικότητα και εμμένοντας στην ακραία και εμπρηστική ρητορική που κινητοποιεί τους υποστηρικτές του, ο τέως πρόεδρος των ΗΠΑ παραμένει ο επικρατέστερος υποψήφιος για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα, παρά τα ανοιχτά «μέτωπα» με τη Δικαιοσύνη. Η απόσταση που χωρίζει όμως τις ΗΠΑ από την προεδρική κάλπη είναι ένας χρόνος και επτά μήνες και παρόλο που δεν διαφαίνεται την παρούσα στιγμή τέτοια τάση, ουδείς μπορεί να αποκλείσει μία δημοσκοπική ανάκαμψη του Ρον ΝτεΣάντις.
Ο κατά πολύ νεότερος ηλικιακά από τον 76χρονο Τραμπ κυβερνήτης της Φλόριντα -γεγονός που αυτόματα οδηγεί σε αντιπαραβολή με τον γηραιό Τζο Μπάιντεν- θα μπορούσε να αποδειχθεί δυσκολότερος αντίπαλος από έναν υποψήφιο τέως πρόεδρο, στον οποίο οι Δημοκρατικοί μπορούν να «χρεώσουν» μία ταραχώδη περίοδο διακυβέρνησης. Μεσούσης της προεκλογικής εκστρατείας, ο Τραμπ ίσως αντιμετωπίσει επίσης ποινικές διώξεις σε πολιτειακό (Τζόρτζια) και ομοσπονδιακό επίπεδο για απόπειρα ανατροπής της εκλογικής έκβασης του 2020 και υποκίνηση της εισβολής στο Καπιτώλιο (ενώ φέρει ήδη τον «τίτλο» του πρώτου πρώην προέδρου εις βάρος του οποίου ασκήθηκε ποινική δίωξη για την υπόθεση Στόρμι Ντάνιελς).
Ο Τζο Μπάιντεν εισέρχεται ουσιαστικά στην προεκλογική εκστρατεία του 2024 με τη στρατηγική του 2020, όμως η νέα μάχη κρύβει περισσότερες παγίδες και προκλήσεις. Έχει ως παρακαταθήκη ένα σημαντικό νομοθετικό έργο, καθώς και το γεγονός ότι απέτρεψε το «πολυδιαφημιζόμενο» ρεπουμπλικανικό «κόκκινο» κύμα στις ενδιάμεσες εκλογές, όμως θα δεχθεί κριτική για το χειρισμό καίριων ζητημάτων που δεν εξαντλείται στη χαοτική απόσυρση από το Αφγανιστάν, και η οικονομία θα βρεθεί σε πρώτο πλάνο.
Τα ποσοστά αποδοχής του σήμερα είναι αναιμικά και κυμαίνονται στο 41%. Με το ζήτημα της προχωρημένης ηλικίας του συμβιβάστηκε αναγκαστικά, ελλείψει άλλης αξιόλογης και ασφαλούς επιλογής, το ίδιο το Δημοκρατικό Κόμμα, αλλά όχι και οι ψηφοφόροι του. Τελευταία μέτρηση του CBS έχει καταδείξει ότι επτά στους δέκα Αμερικανούς -και το 51% των Δημοκρατικών ψηφοφόρων- δεν ήθελαν μία νέα υποψηφιότητα Μπάιντεν, σχεδόν οι μισοί επικαλούμενοι την ηλικία του.
Στα 80 του χρόνια, ο Τζο Μπάιντεν είναι ήδη ο γηραιότερος πρόεδρος στην Ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, και στη λήξη μίας πιθανής δεύτερης θητείας θα είναι 86 ετών, γεγονός που εγείρει σοβαρό προβληματισμό για τις σωματικές του δυνάμεις και την πνευματική του διαύγεια. Σε αντίθεση με την εκστρατεία του 2020 που «προσαρμόστηκε» στην πανδημία της Covid-19, η σκληρή προεκλογική μάχη του 2024 θα απαιτήσει από τον υποψήφιο των Δημοκρατικών να ταξιδέψει σε αρκετές πολιτείες-κλειδιά από την Αριζόνα έως την Πενσιλβάνια, ενώ ταυτόχρονα θα ασκεί τα προεδρικά του καθήκοντα.
Συντηρητικά μέσα ήδη «ακονίζουν τα δόντια τους» για ρεπορτάζ με υποθετικά σενάρια μίας προεδρίας που θα περάσει στην αντιδημοφιλή Κάμαλα Χάρις σε περίπτωση θανάτου του Μπάιντεν ή εάν αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του.
Με χρήση ΑΙ η «απάντηση» των Ρεπουμπλικανών
Η Εθνική Επιτροπή των Ρεπουμπλικανών «απάντησε» άμεσα στην ανακοίνωση της υποψηφιότητας Μπάιντεν με ένα... μετα-αποκαλυπτικό βίντεο, καλώντας τους θεατές να αναλογιστούν «τι θα γινόταν αν» ο Μπάιντεν παραμείνει πρόεδρος ενώ ξεσπά σειρά κρίσεων, με πρώτο σενάριο αυτό μίας κινεζικής εισβολής στην Ταϊβάν. Αγορές σε ελεύθερη πτώση, κλειστές τράπεζες, «έφοδος» παράτυπων μεταναστών, αύξηση της εγκληματικότητας -«το τρένο εκτροχιάζεται»...
Το βίντεο δημιουργήθηκε με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης, σηματοδοτώντας μία νέα εποχή στην πολιτική επικοινωνία -που στην προκειμένη (ρεπουμπλικανική) περίπτωση χρησιμοποιήθηκε για να αποτυπώσει σενάρια τρόμου σε πλάνα που καθιστούν δισδιάκριτη την πραγματικότητα από το ψέμα.
Ο Ντόναλντ Τραμπ από πλευράς του είχε εκδώσει προκαταβολικά ανακοίνωση, λέγοντας: «Μπορείτε να πάρετε τους πέντε χειρότερους προέδρους στην αμερικανική Ιστορία και να τους προσθέσετε, και δεν θα είχαν κάνει τη ζημιά που έκανε ο Τζο Μπάιντεν στο έθνος μας μέσα σε τόσο λίγα χρόνια».
H ανακοίνωση της υποψηφιότητας Μπάιντεν ήλθε ακριβώς με τη συμπλήρωση τεσσάρων ετών αφότου δήλωσε «παρών» στις προκριματικές των Δημοκρατικών για τις προεδρικές εκλογές του 2020. Δεν «μεταφράζεται», ωστόσο, σε άμεση έναρξη προεκλογικών συγκεντρώσεων, καθώς το επιτελείο Μπάιντεν φαίνεται ότι ακολουθεί το μοτίβο της εκστρατείας επανεκλογής του Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος πραγματοποίησε την πρώτη του συγκέντρωση το Μάιο του 2012, 13 μήνες μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του.
Εάν τελικά οι Τζο Μπάιντεν και Ντόναλντ Τραμπ έλθουν αντιμέτωποι το επόμενο έτος, θα είναι η πρώτη φορά που οι ίδιοι υποψήφιοι αναμετρώνται σε διαδοχικές προεδρικές εκλογές από το 1956 όταν ο Ντουάιτ Αϊζεντχάουερ κέρδισε τον Άντλαϊ Στίβενσον για δεύτερη φορά.
Διαβάστε επίσης
Τζο Μπάιντεν: «Ολα θα πάνε καλά. Θα είμαστε ΟΚ»
Δημοσκόπηση: Ούτε Μπάιντεν, ούτε Τραμπ στις προεδρικές του 2024 λένε οι ψηφοφόροι
Ξανά υποψήφιος στις προεδρικές ο Μπάιντεν: «Ας τελειώσουμε αυτή τη δουλειά»