Επισιτιστική ανασφάλεια στη χώρα της αφθονίας

Επισιτιστική ανασφάλεια στη χώρα της αφθονίας

Αν υπάρχει ένα μέρος που υπογραμμίζει πόσο σοβαρό έχει γίνει το επισιτιστικό πρόβλημα στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αυτό είναι η νότια Μινεσότα. Καταπράσινα καλαμπόκια έως εκεί που φτάνει το μάτι, αλευρόμυλοι, χωράφια με πιπεριές, φασόλια και μούρα. Γαλακτοπαραγωγικές φάρμες διαδέχονται η μία την άλλη. Μία τεράστια μονάδα εκτροφής χοίρων. Σιταποθήκες, εκτροφεία πουλερικών, τυροκομεία. Κι όμως, οι Αμερικανοί που θα βρεθούν αντιμέτωποι με το φάσμα της πείνας φέτος αναμένεται να αυξηθούν κατά 45%, ήτοι πάνω από 50 εκατομμύρια άτομα.

Την στιγμή που η Αμερική έχει βυθιστεί σε μια οργισμένη συζήτηση γύρω από τις ριζωμένες και συστημικές ανισότητες, ο βασικότερος διαχωρισμός – ποιος τρώει καλά και ποιος πεινάει – οξύνεται μέρα με τη μέρα. Ακόμη και πριν την πανδημία, στις ΗΠΑ υπήρχε ήδη ο μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων – μεταξύ των 63 χωρών υψηλού εισοδήματος - που δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν διατροφή που να καλύπτει τις βασικές ανάγκες τους.

«Δεν αναμένουμε πλέον αύξηση – βιώνουμε αύξηση της επισιτιστικής ανασφάλειας» δηλώνει στο πρακτορείο Reuters η Άλισον Ο’ Τουλ, επικεφαλής της οργάνωσης Second Harvest Heartland, που προμηθεύει συστηματικά τράπεζες τροφίμων και κοινωνικά παντοπωλεία.

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, περίπου το ένα δέκατο των αμερικανικών νοικοκυριών δήλωσε ότι για κάποια εβδομάδα δεν είχαν αρκετά τρόφιμα. Πρόκειται για ποσοστό σοκ στην πλουσιότερη χώρα του κόσμου. Είναι παραπάνω από διπλάσιο σε σύγκριση με τα προ πανδημίας δεδομένα και το υψηλότερο ποσοστό από τότε που άρχισαν να καταγράφονται συγκρίσιμα στοιχεία από την κυβέρνηση, το 1995.

Σε αντίθεση με τα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης ή τα δελτία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αυτή η κρίση δεν έχει να κάνει με έλλειψη τροφίμων. Οι ΗΠΑ διανύουν περίοδο ιστορικής αφθονίας. Όμως τα lockdown έχουν προκαλέσει διαταραχές στις αλυσίδες τροφοδοσίας και ο πληθωρισμός των τιμών των τροφίμων αναμένεται να αυξηθεί με τον ταχύτερο ρυθμό εδώ και μία δεκαετία περίπου. Εν τω μεταξύ, η ανεργία, οι χαμηλοί μισθοί και τα μειωμένα ωράρια μειώνουν την αγοραστική δύναμη – κι όλα αυτά επηρεάζουν δυσανάλογα τις γυναίκες και τις μειονότητες, όπως άλλωστε και η επισιτιστική ανασφάλεια.

Η ζήτηση στις τράπεζες τροφίμων της Μινεσότα έχει αυξηθεί κατά 65% φέτος, και οργανώσεις όπως η Second Harvest Heartland εκτιμούν ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται. Το εβδομαδιαίο συμπλήρωμα των 600 δολαρίων στο επίδομα ανεργίας που παρείχε η κυβέρνηση σταμάτησε τον προηγούμενο μήνα και το Κογκρέσο δεν έχει ακόμη καταλήξει σε συμφωνία για περαιτέρω οικονομική βοήθεια.

Οι Αμερικανοί είναι απίθανο να αντιμετωπίσουν λιμό, όπως συμβαίνει σε περιοχές της Ασίας και της Αφρικής. Πολλοί άνθρωποι στις ΗΠΑ όμως αντιμετωπίζουν την επισιτιστική ανασφάλεια παραλείποντας γεύματα, μην τρώγοντας αρκετά ή τρώγοντας τα φθηνότερα διαθέσιμα τρόφιμα. Αυτού του είδους η διατροφή μπορεί να προσφέρει θερμίδες, ωστόσο μπορεί να οδηγήσει σε υποσιτισμό. Ιδιαίτερα για τα παιδιά, αυτό μπορεί να έχει μακροχρόνιες συνέπειες, όπως καθυστέρηση της ανάπτυξης και ακόμα και νοητική καθυστέρηση.

Η πείνα δεν είναι κάτι άγνωστο στις επαρχίες των ΗΠΑ – ακόμα και πριν την πανδημία, οι περιοχές που αντιμετώπιζαν την μεγαλύτερη επισιτιστική ανασφάλεια ήταν οι αγροτικές κοινότητες του Νότου. Μια τόσο μαζική αύξηση όμως, σε ένα μέρος όπως η Μινεσότα καταδεικνύει σε ποιον βαθμό ο κορονοϊός έχει αλλάξει το τοπίο. Στον προ κορονοϊού κόσμο, αυτή ήταν μία από τις πολιτείες με τη μεγαλύτερη επισιτιστική ασφάλεια. Τώρα ένα στα οκτώ άτομα στη Μινεσότα αναμένεται ότι θα αντιμετωπίσει το φάσμα της πείνας.

Αυτές οι όλο και μεγαλύτερες δυσκολίες εξηγούν ίσως και το γιατί ο Ντόναλντ Τραμπ αρχίζει να χάνει τη δημοτικότητά του στις αγροτικές περιοχές, όπου και τα κρούσματα Covid-19 πολλαπλασιάζονται ταχύτατα. Σύμφωνα με τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων, το ποσοστό αποδοχής του Αμερικανού προέδρου έπεσε μέσα στο καλοκαίρι στο χαμηλότερο επίπεδο όλου του έτους.