«Το ποδόσφαιρο είναι ένα απλό άθλημα, 22 παίκτες κυνηγούν επί 90 λεπτά μία μπάλα και στο τέλος κερδίζουν οι Γερμανοί», είχε πει ο Άγγλος διεθνής ποδοσφαιριστής, Γκάρι Λίνεκερ – και η ατάκα του έμελλε να γράψει ιστορία όχι μόνο στο πιο λαοφιλές άθλημα του πλανήτη, αλλά και στην πολιτική. Ειδικά στην Ευρώπη, ελάχιστοι αμφιβάλλουν ότι αυτό συνέβαινε πάντοτε μέχρι σήμερα, καθώς παρά τις όποιες γκρίνιες, διαφωνίες και συγκρούσεις, τελικά περνούσε επί της ουσίας η γερμανική θέση.
Θα επιβεβαιωθεί, άραγε, ο κανόνας και αυτή τη φορά; Θα καταφέρει η Ανγκελα Μέρκελ, η οποία από σήμερα και για τους επόμενους έξι μήνες θα είναι ουσιαστικά η καγκελάριος ολόκληρης της Ευρώπης, να πείσει τους υπόλοιπους «26» να δεχτούν το σχέδιό της, το οποίο έχει γίνει πρόταση της Κομισιόν, έστω και με ορισμένες μικροαλλαγές; Θα τους κάνει να ενώσουν τις δυνάμεις τους ώστε να μείνει ζωντανό το οικοδόμημα της ΕΕ, στην πιο δύσκολη ίσως δοκιμασία που γνωρίζει στην ιστορία του ;
Το σχοινί δεν τεντώνει άλλο...
Η αλήθεια είναι πως αυτή τη φορά, τα δεδομένα έχουν αλλάξει κάπως, σε σύγκριση τουλάχιστον με τις δύο προηγούμενες μεγάλες κρίσεις τις οποίες έχει διαχειριστεί η Μέρκελ – την χρηματοπιστωτική του 2008 και την προσφυγική του 2015.
Η ίδια η καγκελάριος και η γερμανική ηγεσία μοιάζουν να έχουν πειστεί για τα καλά ότι στο σημείο που έχουν φτάσει τα πράγματα, κάθε προσπάθεια να τεντώσουν και άλλο το σκοινί θα οδηγήσει στο σπάσιμό του. Με άλλα λόγια : Είτε η ΕΕ θα σωθεί εν το συνόλω, είτε θα βυθιστεί αύτανδρη – άσχετο αν στη συνέχεια κάποιοι από τους επιβάτες της επιβιώσουν και κάποιοι άλλοι... αποβιώσουν. «Για να επιβιώσει η Ευρώπη, πρέπει να επιβιώσει η οικονομία της», παραδέχθηκε ξεκάθαρα η Μέρκελ σε πρόσφατη συνέντευξή της – και όλα δείχνουν πως θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να το καταφέρει.
Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, ούτε ότι δεν θα προστατεύσει τα συμφέροντα της Γερμανίας, της κοινωνίας και των επιχειρήσεων. Ούτε πως προτίθεται να ανοίξει διάπλατα το πορτοφόλι και να μοιράσει τα πλεονάσματα της χώρας στους υπόλοιπους εταίρους.
Καταδικασμένη να ηγείται
Παρ' όλα αυτά, η Μέρκελ και η γερμανική ελίτ συνειδητοποιούν ότι αυτή τη φορά πρέπει κάτι να δώσουν, εάν δεν θέλουν – και δεν θέλουν! – η ΕΕ να διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη. Ουσιαστικά δε, θα το κάνουν όχι ως παροχή ή βοήθεια, αλλά ως επένδυση στο μέλλον.
Αυτό ακριβώς είναι και το βασικό επιχείρημα της καγκελαρίου και των υπουργών της στην προσπάθειά τους να κάμψουν τις αντιστάσεις των Ολλανδών, των Αυστριακών και των υπόλοιπων της ομάδας "Frougal 4", όπως και όσων ασπάζονται τις θέσεις τους. Όπως επίσης και απέναντι σε όσους (και είναι πολλοί) εξακολουθούν να αντιδρούν και να απειλούν στο εσωτερικό της Γερμανίας.
Αυτό τους λέει η καγκελάριος όταν τους ζητά να υπερψηφίσουν την υπάρχουσα πρόταση για τον νέο προϋπολογισμό της ΕΕ (2021-'27) και το Ταμείο Ανάκαμψης, που είναι στενά συνδεδεμένο μαζί του. Αυτό και όταν τάσσεται υπέρ της χορήγησης σημαντικών ποσών σε εκείνες τις χώρες που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη υπό τη μορφή δωρεών και όχι δανείων. Το ίδιο και όταν υποστηρίζει τον κοινό δανεισμό των «27» από τις αγορές, έστω κι αν δεν το ονομάζει «ευρωομόλογο».
Το εάν και κατά πόσο θα πείσει, παραμένει, για την ώρα, άγνωστο. Το σίγουρο, όπως έγραψε και το βρετανικό περιοδικό The Economist, είναι ότι οι Γερμανοί είναι καταδικασμένοι να ηγούνται στην Ευρώπη, έστω και παρά τη θέλησή τους.