Μετά από 86 χρόνια λειτουργίας της ως μουσείο, την Παρασκευή θα ακουστούν από την Αγία Σοφία μουσουλμανικές προσευχές. Για τους Τούρκους ισλαμιστές, αυτή η μετατροπή σημαίνει εκπλήρωση ενός μακροχρόνιου ονείρου αποκατάστασης ενός συμβόλου του "Οθωμανικού μεγαλείου", σημειώνει κεντρικό άρθρο-editorial της εφημερίδας New York Times για το φλέγον αυτό ζήτημα.
Αφού πρώτα η εφημερίδα κάνει μια σύντομη ιστορική αναδρομή στην Αγία Σοφία στη συνέχεια εξηγεί γιατί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προχώρησε στην απόφαση του να την μετατρέψει σε τζαμί.
Στο δημοσίευμα, τίθεται λοιπόν το ερώτημα γιατί ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επέλεξε να ανατρέψει την απόφαση του Ατατούρκ. Η ανατροπή της απόφασης του Ατατούρκ, τον κάνει δημοφιλή στους Τούρκους εθνικιστές, για τους οποίους το μουσείο εντός της Αγίας Σοφίας αντιπροσώπευε μια ταπεινωτική ξένη επιβολή καθώς και ένα μελανό σημείο στο οθωμανικό παρελθόν, το οποίο θεωρούν ένδοξο.
Μόλις ένα χρόνο πριν, ο Τούρκος πρόεδρος είχε πάρει θέση κατά της μετατροπής. Αυτό που φαίνεται ξεκάθαρα, είναι ότι παρά τις μεγάλες εξουσίες που έχει καταλάβει ο Ερντογάν κατά τα 17 έτη που παρέμεινε στην εξουσία, η τρέχουσα πολιτική του θέση είναι επισφαλής και χρειάζεται να "τροφοδοτήσει" την εθνικιστική του βάση.
Η UNESCO υπήρξε πιο άμεση στην αντίδρασή της εν αντιθέσει με τους ηγέτες του Χριστιανικού κόσμου η αντίδραση την οποίων παρέμεινε σε σχετικά χαμηλούς τόνους, επειδή ενδεχομένως υπήρχε ο φόβος πρόκλησης θρησκευτικών προστριβών, αναφέρουν οι NYT.
Σε δήλωσή της η UNESCO ανέφερε ότι "λυπάται βαθύτατα" που η απόφαση ελήφθη χωρίς να προηγηθεί διάλογος, ενώ προειδοποίησε ότι οι μετατροπές στη δομή του ναού ή οι αλλαγές στη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτόν ενδέχεται να παραβιάσουν την Σύμβαση για την Παγκόσμια Κληρονομιά, την οποία είχε υπογράψει και η Τουρκία.
Από την πλευρά του ο Ερντογάν, διαβεβαίωσε τη διεθνή κοινότητα ότι όταν δεν χρησιμοποιείται για προσευχές, η Αγία Σοφία θα παραμένει ανοιχτή στο κοινό.
Σύμφωνα με την εφημερίδα αποτελεί "θλιβερή εικόνα για την κατάσταση της τουρκικής δημοκρατίας το γεγονός ότι ένα μνημείο τόσο μεγάλης διεθνούς σημασίας και αξίας να γίνει το πολιτικό εργαλείο ενός απολυταρχικού ηγέτη".