Η έναρξη των δημοσίων ακροάσεων της ειδικής Επιτροπής για τη διερεύνηση των τραγικών γεγονότων της 6ης Ιανουαρίου 2021, που συνέστησε πριν ένα περίπου χρόνο η Βουλή των Αντιπροσώπων στις ΗΠΑ, έχει συγκεντρώσει το ενδιαφέρον όλων των μεγάλων ΜΜΕ της χώρας, με την εξαίρεση ενός: Του συντηρητικού Fox News Channel, που θα είναι και το μοναδικό από τα εθνικά δίκτυα το οποίο δεν σκοπεύει να μεταδώσει τις διασκέψεις της Επιτροπής σε ζωντανή μετάδοση.
Για την πλειοψηφία των συντηρητικών στις ΗΠΑ, αυτή η Επιτροπή δεν είναι τίποτα παραπάνω από πολιτικό θέατρο και μέρος μίας σκευωρίας των Δημοκρατικών και των πολιτικών αντιπάλων του Ντόναλντ Τραμπ ώστε να κερδίσουν επικοινωνιακούς πόντους και πιθανόν να στήσουν μία δικαστική πλεκτάνη εναντίον του. Από την άλλη πλευρά, για τους Δημοκρατικούς, αλλά και για μια μικρή μερίδα μετριοπαθών Ρεπουμπλικάνων αυτή η Επιτροπή επιτελεί μία ιερή υποχρέωση στο πλαίσιο της προάσπισης της φιλελεύθερης δημοκρατίας των ΗΠΑ ώστε να υπάρξει καταλογισμός ευθυνών για αυτό που επίσημα χαρακτήρισε χθες ως συνωμοσία για την ανατροπή του εκλογικού αποτελέσματος και απόπειρα συνταγματικού πραξικοπήματος με χρήση βίας.
Αν για κάποιο διάστημα μετά τα θλιβερά εκείνα γεγονότα υπήρξε η εκτίμηση ότι θα αυτά θα σηματοδοτούσαν το οριστικό τέλος του ασφυκτικού ελέγχου του πρώην Προέδρου Τραμπ στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, έχει πια αποδειχτεί ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Η ηγεσία του κόμματος στο Κογκρέσο έχει καταγγείλει την Επιτροπή αυτή ως «κυνήγι μαγισσών» και οι περισσότεροι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο, είτε αποφεύγουν να σχολιάσουν τα τεκταινόμενα, είτε υιοθετούν πλήρως τη γραμμή Τραμπ.
Η στάση τους αυτή είναι ευεξήγητη αφού είναι σαφές ότι ο σκληρός πυρήνας των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων συνεχίζουν να στηρίζουν τον πρώην Πρόεδρο και είτε να συμμερίζονται την -αθεμελίωτη σε οποιαδήποτε σοβαρά στοιχεία- άποψη του πως οι προεδρικές εκλογές του 2020 κλάπηκαν, οπότε και τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2021 ήταν εν πολλοίς δικαιολογημένα, είτε να θεωρούν πως όσα συνέβησαν έχουν λάβει υπερβολικές διαστάσεις από τους Δημοκρατικούς και τα ΜΜΕ. Ακόμη κι αν παραδέχονται ότι ήταν τραγικά και απαράδεκτα, δεν είναι κάτι που θεωρούν ότι πρέπει να τους αποπροσανατολίσει από τους πολιτικοκοινωνικούς στόχους του συντηρητικού κινήματος και την ήττα της προοδευτικής, διεθνιστικής ατζέντας των Δημοκρατικών.
Οι δύο Ρεπουμπλικάνοι βουλευτές που δέχτηκαν, ενάντια στις οδηγίες της κοινοβουλευτικής τους ομάδας, να συμμετέχουν στις εργασίες της, έχουν πρακτικά εξοβελιστεί από το Κόμμα. Ο βουλευτής Άνταμ Κίνζινγκερ (Adam Kinzinger) έχει μάλιστα ήδη ανακοινώσει ότι δεν θα διεκδικήσει την επανεκλογή του στις επερχόμενες Ενδιάμεσες Εκλογές, ενώ η βουλευτής Λιζ Τσένεϊ (Liz Cheney), κόρη του πρώην Αντιπροέδρου, εξοβελίστηκε από την ηγεσία της κοινοβουλευτικής ομάδας του Κόμματος και αντιμετωπίζει το φάσμα συντριπτικής ήττας στις εσωκομματικές προκριματικές εκλογές τον Αύγουστο, από έναν υπερσυντηρητικό αντίπαλο που στηρίζει τον Trump και την καταγγέλλει ως προδότρια του Κόμματος.
Όσο για τις προσδοκίες των Δημοκρατικών από την Επιτροπή αυτή, ο κεντρικός τους στόχος είναι να αποδείξουν πως τα όσα συνέβησαν δεν ήταν απλώς αποτέλεσμα μίας διαδήλωσης που ξέφυγε από κάθε έλεγχο, αλλά αντίθετα προμελετημένη επίθεση στο Καπιτώλιο στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδίου του Τραμπ να εμποδίσει την επικύρωση της νίκης του αντιπάλου του και την ομαλή μεταβίβαση της εξουσίας. Για αυτό το σκοπό, προσπάθησαν στο προανακριτικό στάδιο να λάβουν στοιχεία από ανθρώπους του στενού κύκλου του πρώην Προέδρου, με κάποιους να έχουν συνεργαστεί και να υπάρχει η αντίληψη πως μπορεί να έχουν καταθέσει κρίσιμες λεπτομέρειες από όσα συνέβησαν εκείνες τις ημέρες που ενδεχομένως να είναι εξαιρετικά βλαπτικές για τον Τραμπ.
Κι ο ίδιος ο αρχιτέκτονας των όσων συνέβησαν εκείνη την αποφράδα ημέρα; Όπως συχνά συμβαίνει, το μήνυμα που εκπέμπει ο Ντόναλντ Τραμπ, εμπεριέχει εσωτερικές αντιφάσεις: Ναι μεν τα χαρακτηρίζει εξαιρετικά δυσάρεστα αλλά ταυτόχρονα επιμένει στις καταγγελίες περί κλοπής των εκλογών και χαρακτηρίζει το κίνημα εκείνο ως μεγαλειώδες. Ωστόσο, στο βάθος της σκέψης του σίγουρα θα υπάρχει και το ενδεχόμενο, όχι τόσο των πολιτικών συνεπειών, τις οποίες έχει πολλές φορές αποδείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί ώστε να κρατάει αρραγές το μέτωπο των υποστηρικτών του, αλλά τυχόν ποινικών ευθυνών. Εφόσον το Υπουργείο Δικαιοσύνης κρίνει ότι από τα όσα διαδραματισθούν στην Επιτροπή προκύπτουν ενδείξεις συνωμοσίας, τότε πιθανόν ο πρώην πρόεδρος και συνεργάτες του να βρεθούν στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
Τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά ενόψει των εκλογών; Οι μεν Δημοκρατικοί ελπίζουν πως τα νέα στοιχεία που θα φέρει στο φως η Επιτροπή, θα είναι τόσο συντριπτικά ώστε να ενεργοποιήσουν τους απογοητευμένους ψηφοφόρους τους στις κάλπες τον ερχόμενο Νοέμβριο και να προκαλέσουν ρήγματα ανάμεσα στους Ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους. Εξάλλου, σε μία διχασμένη Αμερική, αρκεί η αλλαγή στάσης ενός μικρού κομματιού της κοινής γνώμης για να κρίνει τα αποτελέσματα των εκλογών.
Από την άλλη, οι Ρεπουμπλικάνοι ποντάρουν στον πολιτικό νόμο που θέλει το κόμμα του προέδρου σχεδόν πάντα να καταγράφει σοβαρές απώλειες στις Ενδιάμεσες Εκλογές και στα πολύ χαμηλά ποσοστά αποδοχής του Τζο Μπάιντεν. Συνεπώς, προσπαθούν να κρατήσουν ενωμένη την κομματική τους βάση, το οποίο σημαίνει ότι θα εμείνουν στη γραμμή Τραμπ περί «κυνηγιού μαγισσών» αλλά ταυτόχρονα θα προσπαθήσουν να στρέψουν αλλού την προσοχή της κοινής γνώμης, ώστε να μην αποξενώσουν και πιο μετριοπαθείς ψηφοφόρους, που ναι μεν είναι πολύ απογοητευμένοι από τον νυν Πρόεδρο αλλά παραμένουν εξαιρετικά αρνητικοί απέναντι στον προηγούμενο και πιθανόν η υπενθύμιση των όσων συνέβησαν την 6η Ιανουαρίου να τους βάλει σε δεύτερες σκέψεις.
* Νικόλας Νικολαϊδης, Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών ΕΚΠΑ, Δικηγόρος