Ως «καλή συνάντηση» χαρακτήρισε την επαφή που είχε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 14 Ιουνίου, ο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος με δηλώσεις του σημείωσε πως ιδιαίτερα στο θέμα της απευθείας συνομιλίας μεταξύ των δύο ηγετών ζήτησε να γίνεται χωρίς διαμεσολαβητές από τρίτα πρόσωπα, οργανισμούς και κράτη.
Όπως μετέδωσε ο ανταποκριτής του ΣΚΑΙ σε δηλώσεις τους προς τους δημοσιογράφους, επιστρέφοντας από το Αζερμπαϊτζάν, ο Τούρκος Πρόεδρος είπε ότι κατά τη συνάντησή του με τον Έλληνα Πρωθυπουργό του είπε «ας μην φέρουμε ανάμεσά μας τρίτα μέρη, θεσμικά όργανα ή κράτη, αν είναι να προχωρήσουμε ας κάνουμε αυτή τη δουλειά μαζί. Ας συναντηθεί ο δικός μου αντιπρόσωπος με τον δικό σου αντιπρόσωπο και ας μας ενημερώσουν. Μετά ας συναντηθούμε εμείς. Τα βήματα ας τα κάνουμε με αυτό τον τρόπο».
Ο Ερντογάν ανέφερε ότι αυτό το σημαντικότερο θέμα στο οποίο συμφώνησαν με τον κ. Μητσοτάκη ήταν να συνεννοούνται απευθείας μέσω των απεσταλμένων τους Ιμπραήμ Καλίν και Ελένη Σουρανή και χωρίς τρίτα πρόσωπα, οργανισμούς και κράτη.
Και συνέχισε: «Θεωρώ πως αυτό ήταν το πιο σημαντικό πράγμα που συμφωνήσαμε. Ελπίζω πως στο εξής, δεν θα έχουμε ενδιάμεσους στις συνομιλίες μας με την Ελλάδα, παρά μόνο τους ειδικούς μας εκπροσώπους. Νομίζω πως η συνάντηση με τον Μητσοτάκη πήγε καλά και όλα θα είναι εντάξει μετά από αυτή».
Ο Τούρκος Πρόεδρος επεσήμανε τον ρόλο του ειδικού αντιπροσώπου του, Ιμπραχίμ Καλίν και της ειδικής αντιπροσώπου του Έλληνα Πρωθυπουργού, Ελένης Σουρανή, σε αυτό τον διάλογο.
«Η δική μας συνάντηση με τον κ. Μητσοτάκη ήταν ένα δώρο για το μπαϊράμι γι αυτούς. Ήταν πολύ σημαντικό. Ήταν πολύ καλή, πέρασε ωραία. Εύχομαι από δω και πέρα να είναι καλύτερα», ανέφερε.
Επίσης, αναφέρθηκε και στις συζητήσεις που έκανε στις Βρυξέλλες για το μεταναστευτικό. «Οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν το έφεραν στην ατζέντα, αλλά το κάναμε εμείς. Συζητήσαμε για τη Frontex και ακούσαμε τους Ευρωπαίους να έχουν παράπονα γι' αυτή».
Επιπλέον, επανέφερε το ζήτημα ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ λέγοντας ότι «δεν είναι δυνατό για την Ένωση να πετύχει τους στόχους της και να αποτελέσει μεγάλη δύναμη, χωρίς την Τουρκία να αποτελεί πλήρες μέλος της».
«Παρά τις αδικίες που έχουμε βιώσει, συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε για την πλήρη ένταξή μας και ελπίζουμε, μετά από μισό αιώνα να τα καταφέρουμε. Ελπίζουμε η ΕΕ να απαλλαχθεί από τη στρατηγική τύφλωση το συντομότερο δυνατό και να προχωρήσει τη συγκεκριμένη διαδικασία», κατέληξε.