«Πρόκληση» χαρακτηρίζει την Τουρκία για τη μελλοντική κυβέρνηση της Γερμανίας, στην ανάλυσή του ο επικεφαλής του γερμανικού Κέντρου Εφαρμοσμένων Τουρκικών Σπουδών (CATS), Γκίντερ Ζόιφερντ, που τιτλοφορείται «Η πολιτική της μελλοντικής γερμανικής κυβέρνησης έναντι της Τουρκίας: Σημεία διένεξης και πεδία συνεργασίας», που δημοσιεύεται από το γερμανικό Ίδρυμα Επιστήμης και Πολιτικής SWP, σύμφωνα με δημοσίευμα στην ηλεκτρονική σελίδα της Deutsche Welle.
«Στη νέα γερμανική κυβέρνηση τίθενται δύο σημαντικά ερωτήματα: Πως θα πειστεί η Άγκυρα να συνεργαστεί με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα της ΕΕ και των χωρών-μελών, όταν δεν υπάρχει προοπτική για εμβάθυνση των οικονομικών σχέσεων, φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος παροχής βίζας και διαβουλεύσεις σε διπλωματικό επίπεδο; Πως Γερμανία και Ευρώπη θα βρουν σημείο ισορροπίας μεταξύ της επιδιωκόμενης εταιρικής σχέσης με την Άγκυρα αφενός και αφετέρου τις προσδοκίες για τον απαραίτητο περιορισμό των τουρκικών επιδιώξεων στο εξωτερικό;», αναφέρεται στην ανάλυση.
«Τα κόμματα του νέου κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία θα πρέπει να καταστήσουν σαφείς τις προσδοκίες τους από την Άγκυρα. Δεύτερον θα πρέπει να αποδεχτούν ότι η μέχρι σήμερα στρατηγική της ΕΕ έναντι της Άγκυρας δεν αποδίδει και κατά συνέπεια θα πρέπει να βελτιωθεί. Διότι είναι σχεδόν απίθανο η ΕΕ να συνδέσει την στάση της σε ετερόκλητους τομείς, όπως συνεργασία στο προσφυγικό, τις οικονομικές σχέσεις, την χαλάρωση του καθεστώτος βίζας και τις εξαγωγές όπλων, αποκλειστικά από την αποκλιμάκωση της κατάστασης στην ανατολική Μεσόγειο. Τα συμφέροντα των χωρών-μελών είναι εντελώς διαφορετικά στους εν λόγω τομείς έτσι ώστε μοιάζει σχεδόν ανέφικτη η εξεύρεση κοινού γραμμής απέναντι στην Τουρκία. Κατά συνέπεια η Άγκυρα θα συνεχίσει να δοκιμάζει τα όρια αντοχής της ΕΕ», επισημαίνει στην ανάλυσή του ο ΓΚ. Ζόιφερντ.
Από την άλλη πλευρά όμως η Τουρκία δεν μπορεί να βασιστεί, στη παρούσα τουλάχιστον περίοδο, στις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις ότι θα λάβει ανταλλάγματα για μια πιο ήπια συμπεριφορά. Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο οι Βρυξέλλες να χαράξουν κόκκινες γραμμές. Ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να δεσμευθούν ότι θα ικανοποιήσουν τουρκικά αιτήματα όταν η Άγκυρα εφαρμόσει όσα υποσχέθηκε.
Έτσι για παράδειγμα οι διαπραγματεύσεις για την διεύρυνση της τελωνειακής ένωσης θα πρέπει να συνδεθούν μόνο με κατάργηση δασμολογικών μέτρων, με τα οποία η Τουρκία παραβιάζει μονομερώς την ισχύουσα τελωνειακή ένωση. Η συνεργασία σε ζητήματα εξοπλισμών θα πρέπει να συνδεθεί με προϋποθέσεις, όπως αποκλιμάκωση και τήρηση αποστάσεων της Άγκυρας από τη Μόσχα. Για επιπλέον συνεργασία, όπως για παράδειγμα στο μεταναστευτικό, θα πρέπει η Τουρκία να δεσμευθεί για την εφαρμογή συγκεκριμένων στάνταρτ στην αντιμετώπιση μεταναστών.
«Μόνο όταν η ΕΕ διατυπώσει συγκεκριμένα κριτήρια έναντι της Άγκυρας και η Τουρκία αποδειχθεί αξιόπιστη στην εφαρμογή τους, Βερολίνο, Βρυξέλλες και Τουρκία θα αποκτήσουν μια εταιρική σχέση με συγκεκριμένους κανόνες και αμοιβαίο κλίμα εμπιστοσύνης», καταλήγει ο Γκ. Ζόιφερντ.
Διαβάστε ακόμη: