Στις κάλπες καλούνται σήμερα οι ψηφοφόροι της ΠΓΔΜ για να ανοίξουν, μέσω της Συμφωνίας των Πρεσπών, την πόρτα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Δύση και Ρωσία παρακολουθούν με αγωνία τι θα βγάλει η κάλπη.
Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν δεν επισκέφτηκαν τα Σκόπια τόσοι πολλοί δυτικοί διπλωμάτες, όσοι αυτόν τον Σεπτέμβριο. Ήρθαν για να στηρίξουν την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ εν όψει του σημερινού δημοψηφίσματος. Οι πολίτες της ΠΓΔΜ καλούνται στις κάλπες για να αποφασίσουν εάν, αποδεχόμενοι την ονομασία «Βόρεια Μακεδονία», επιθυμούν την ένταξη της χώρας στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Η Μόσχα αντιδρά
Η μακρά προϊστορία της διαμάχης για το όνομα ανάμεσα στην Ελλάδα και την ΠΓΔΜ είναι γνωστή στους κατοίκους των δύο χωρών. Τώρα με τη συμφωνία των Πρεσπών φαίνεται ότι ήρθε η ευκαιρία της υπέρβασης, εφόσον βέβαια όλα πάνε προς την θετική κατεύθυνση. Καταρχήν, αρνητική στάση είχε η Ρωσία. Μάλιστα ο αμερικανός υπουργός Άμυνας Τζέιμς Μάτι, που επισκέφθηκε τα Σκόπια, κατηγόρησε τη Μόσχα ότι θέλησε να επηρεάσει την έκβαση του δημοψηφίσματος. Δεν έχει καμιά αμφιβολία ότι διέθεσε μάλιστα πόρους για μια ευρεία καμπάνια με στόχο να αποτρέψει του κατοίκους να ψηφίσουν θετικά. Η Μόσχα, η οποία δεν έχει κανένα συμφέρον από την προσέγγιση της ΠΓΔΜ στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, το διαψεύδει.
Ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ υποστήριξε ότι αντίθετα αναμειγνύονται στα εσωτερικά της χώρας εκπρόσωποι από δυτικές χώρες στηρίζοντας τη συμφωνία των Πρεσπών. Αλλά πριν από μερικές εβδομάδες παρόμοιες κατηγορίες εναντίον της Μόσχας ακούστηκαν από την Ελλάδα και την ΠΓΔΜ, ο πρωθυπουργός Ζάεφ μάλιστα κατηγόρησε τον Ιβάν Σαββίδη, ότι χρηματοδότησε πολιτικά κινήματα για να προκαλέσουν βίαια επεισόδια στη χώρα του και να επηρεάσουν την κοινή γνώμη. Η κατηγορία ότι η Ρωσία προσπαθεί να αποτρέψει το δημοψήφισμα αποτέλεσε την αφορμή για την απέλαση από την Ελλάδα 2 ρώσων διπλωματών.
Η δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 57% των ψηφοφόρων θα εγκρίνει την ένταξη της ΠΓΔΜ στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Όμως μια εβδομάδα πριν το δημοψήφισμα ο πρόεδρος της χώρας Γκιόργκε Ιβανόφ κάλεσε το λαό να το μποϊκοτάρει. Το ίδιο και πολιτικοί της αντιπολίτευσης. Δυτικοί διπλωμάτες υποστηρίζουν ότι καθημερινά στο facebook γίνονταν μαζικές εκκλήσεις προς τους Σκοπιανούς να μην προσέλθουν στην κάλπη.
Σταθερότητα για ολόκληρη την περιοχή
Ο Ντούσαν Ρέλιτς από το Ίδρυμα Επιστήμη και Πολιτική πιστεύει μιλώντας στη DW, ότι οι υποστηρικτές του δημοψηφίσματος θα πρέπει να ανησυχούν. «Το κατώτερο ποσοστό συμμετοχής κυμαίνεται στο 50%, που σημαίνει 900.000 άνθρωποι θα πρέπει να συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία» υπενθυμίζει. «Η χώρα έχει 2 εκ. κατοίκους, εκ των οποίων ένα τμήμα ζει στο εξωτερικό. Γι αυτό το μεγαλύτερο εμπόδιο για τον Ζάεφ θα είναι να συμπληρωθεί το απαραίτητο όριο συμμετοχής». Κατά τον Ρέλιτς η ΕΕ, και πρωτίστως η Γερμανία, κατέχει ένα 80% στο εξωτερικό εμπόριο της χώρας. Γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν επενδύσει στον τομέα εξαρτημάτων, τα περισσότερα διυλιστήρια πετρελαίου βρίσκονται σε βρετανικά και ελληνικά χέρια. «Η περιοχή οικονομικά, πολιτικά και από κάθε άλλη άποψη, έχει στενούς δεσμούς με την ΕΕ και ελάχιστα με τη Ρωσία» λέει ο εμπειρογνώμων.
«Το βασικό πρόβλημα για τους Ρώσους είναι το ΝΑΤΟ, που θέλουν να το εκτοπίσουν από την περιοχή». Αλλά και ο διευθυντής του ρωσικού Ινστιτούτου Περιφερειακών Προβλημάτων, Ντμίτρι Σουραβίλοφ υποστηρίζει ότι σε αντίθεση με μελλοντική ένταξη των Σκοπίων στην ΕΕ, η ένταξή του στο Νάτο αποτελεί ένα πραγματικό πρόβλημα για τη Ρωσία, γιατί δεν έχει μια δική της συμμαχία όπως η Δύση. «Η προσπάθεια διεύρυνσης του ΝΑΤΟ γίνεται αντιληπτή από τη Μόσχα ως προσπάθεια διατάραξης της ισορροπίας» σημειώνει.
Ο Ντούσαν Ρέλιτς πιστεύει ότι η προοπτική ένταξης της ΠΓΔΜ στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ είναι από τη δυτική οπτική γωνία πολύ σημαντική λόγω της εθνικής σύστασης της χώρας. «Η ΠΓΔΜ είναι διαιρεμένη εθνικά σε μια αλβανική μειονότητα και μια σλαβική. Η αλβανική ζει στα σύνορα με το Κόσοβο και την Αλβανία. Η δημιουργία μιας Μεγάλης Αλβανίας θα ήταν παράγων αποσταθεροποίησης όχι μόνο της ίδιας της χώρας, αλλά ολόκληρη της περιοχής. Με την ένταξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ η Δύση ελπίζει ότι η περιοχή θα αποκτήσει οριστικά σταθερότητα».