Το Brexit βλάπτει σοβαρά και τις... ΗΠΑ

Το Brexit βλάπτει σοβαρά και τις... ΗΠΑ

Tου Γιαννη Μαντζίκου

Φαίνεται ότι αυτοί που «αγχώνονται» για το ενδεχόμενο ενός άτακτου Brexit, δεν είναι μόνο η Ε.Ε, η Βρετανική κοινωνία και επιχειρηματική κοινότητα αλλά και οι ΗΠΑ. Με λιγότερες από 100 ημέρες να απομένουν για το Brexit, εκθέσεις και δηλώσεις ειδικών συγκλίνουν ότι η εξέλιξη αυτή θα έχει επιπτώσεις και για τον «Αμερικανό ξάδελφο».

Σε πρόσφατη ανάλυση του το Ινστιτούτο Carnegie σημείωνε ότι εκτός των άλλων, «το Brexit έχει απομυζήσει τόση ενέργεια από την χώρα που σε ένα αρνητικό σενάριο, η Βρετανία μπορεί να μην είναι σε θέση να τηρήσει τις δεσμεύσεις της στο εξωτερικό ως μέρος της στρατηγικής γνωστής ως «Παγκόσμια Βρετανία».

Ένα πρόσφατο παράδειγμα ήταν η αποστολή ή όχι του πολεμικού πλοίου HMS Queen Elizabeth στη θάλασσα της Νότιας Κίνας- προκειμένου να συνδράμει τα αυστραλιανά πλοία απέναντι στην Κινεζική επιθετικότητα στην περιοχή εν μέσω συζητήσεων για «σχέδιο του Τσέκερς» της Τερέζα Μέι. Επιπλέον, η οικονομική αναταραχή ενός no-deal Brexit μπορεί να μειώσει την ικανότητα του Ηνωμένου Βασιλείου να χρηματοδοτεί τις ένοπλες δυνάμεις του, υποστηρίζουν οι ίδιες πηγές.

Πρόσφατη έκθεση της Βουλής των Κοινοτήτων σημείωνε ότι ο βρετανικός στρατός έχει ήδη συρρικνωθεί στο μισό του μεγέθους από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Εξάλλου, ο πρώην-πια- Αμερικανός υπουργός Άμυνας Τζέιμς Μάττις εξέφραζε ανησυχίες για το παραπάνω ενδεχόμενο μέσω επιστολών του στον Βρετανό ομόλογο του, προειδοποιώντας χαρακτηριστικά ότι «το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί μία μέρα να μην είναι πλέον ο εταίρος της επιλογής των Ηνωμένων Πολιτειών εκτός αν αυξήσει τις αμυντικές του δαπάνες».

Ακόμα και αν η Βρετανία συνεχίσει να δαπανά περίπου το 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα, όπως απορρέει από τις δεσμεύσεις της χώρας στο ΝΑΤΟ, το πραγματικό ποσοστό θα μπορούσε να επηρεαστεί σφοδρά από ένα άτακτο brexit όπως ανέφερε πρόσφατο σημείωμα της PriceWaterHouse Coopers.

Πέραν αυτών, πριν λίγες μέρες η αμερικανική επιτροπή διαπραγμάτευσης μελλοντικών εμπορικών συναλλαγών επί εμπορευμάτων (FSOC) αναγνώρισε το Brexit  ως δυνητικό συστημικό κίνδυνο για την οικονομία, επισημαίνοντας ότι μια μη-συμφωνία θα διαταράξει ιδίως τις συμβάσεις και τις διεθνείς χρηματοοικονομικές ροές, καθώς και γενικά θα επιδεινώσει την εμπιστοσύνη στην οικονομία. 

«Ανησυχούμε ότι ένα σκληρό Brexit θα έχει άμεσο και σημαντικό αντίκτυπο στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων των αμερικανικών τραπεζών, οι οποίες αντιπροσωπεύουν από 40 έως 60 τοις εκατό της δραστηριότητας στις παγκόσμιες αγορές παραγώγων», δήλωσε ο πρόεδρος της επιτροπής Κρίστοφερ Τζιανκάρλο.

Παρά λοιπόν το γεγονός ότι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες στην αμερικανική οικονομία θα είναι «μικρές» σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Rand Corporation, οι πρώτοι που θα επηρεαστούν θα είναι οι αμερικανικές εταιρείες με ευρωπαϊκή έδρα στο Λονδίνο που βασίζονται στην πρόσβαση στην αγορά της Ε.Ε.

Τέλος, σύμφωνα με δημοσίευμα του Politico ανησυχίες εγείρονται και για τον τον τομέα της τεχνολογίας, ιδίως για θέματα που αφορούν την μεταφορά δεδομένων και τους καθεστώς προστασίας της ιδιωτικής ζωής των χρηστών. Ο Τζος Κάλμερ εκτελεστικός αντιπρόεδρος πολιτικής στο Συμβούλιο Πληροφορικής οποίου μέλη είναι μεταξύ άλλων το Google, το Twitter, το Amazon και το Facebook, δήλωσε ότι ο κλάδος της τεχνολογίας παρακολουθεί στενά τη διαδικασία του Brexit περιμένοντας τι θα προκύψει από την ψηφοφορία του Ιανουαρίου στο Βρετανικό Κοινοβούλιο.