του Γιώργου Παυλόπουλου
Μπορεί η τάση που επικρατεί στην Ευρώπη (από τη Σκανδιναβία και τη Γερμανία ως την Ιταλία και τη Γαλλία) και τις ΗΠΑ να είναι αυτή της μείωσης των φορολογικών συντελεστών, έστω και οριακά, όμως στην Ισπανία ο άνεμος μοιάζει να φυσάει κόντρα, τουλάχιστον για την ώρα. Διότι εκεί, η κυβέρνηση μειοψηφίας των Σοσιαλιστών φέρεται να διαπραγματεύεται με τους Podemos (το αδελφό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ) ένα πακέτο που προβλέπει αυξήσεις φόρων για σημαντικό τμήμα των επιχειρήσεων και τους πολίτες με τα υψηλότερα εισοδήματα.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της ισπανικής εφημερίδας el Pais, η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της οδυνηρής ήττας που υπέστη τον περασμένο μήνα η κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ, όταν απορρίφθηκε καταρχήν το σχέδιο προϋπολογισμού του 2019, μιας και δεν βρέθηκε κανένα άλλο κόμμα για να το στηρίξει στο Κογκρέσο. Μετά την εξέλιξη αυτή και προκειμένου η χώρα να μην οδηγηθεί σε νέα κυβερνητική και πολιτική κρίση και ο ίδιος χάσει την πρωθυπουργία, ο Σάντσεθ στράφηκε προς το κόμμα του Πάμπλο Ιγκλέσιας και ζήτησε χείρα βοηθείας.
Η ηγεσία των Podemos, με τη σειρά της, ενεχειρίασε στους Σοσιαλιστές ένα κείμενο 17 σελίδων, με την ονομασία «Αφήνοντας πίσω την λιτότητα» (κάτι σαν το «αφήνουμε πίσω τα μνημόνια»...), το οποίο περιλαμβάνει τις βασικές απαιτήσεις του προκειμένου να στηρίξει τον νέο προϋπολογισμό. Ανάμεσα στα άλλα, ζητά την επιβολή ενός ειδικού φόρου στις τράπεζες (υπάρχει και σχετική πρόταση των Σοσιαλιστών, η οποία έχει μείνει στο συρτάρι από τότε που ανέλαβαν την κυβέρνηση...), η μεταρρύθμιση της φορολογικής κλίμακας των επιχειρήσεων έτσι ώστε να μην μπορούν σε καμία περίπτωση να πληρώνουν φόρο μικρότερο του 15%, η επιβολή φόρου στις μεγάλες περιουσίες, η αύξηση του συντελεστή για ετήσια εισοδήματα άνω των 60.000 ευρώ, καθώς και η κατάργηση των επενδυτικών εταιριών μεταβλητού κεφαλαίου (SICAV), που επιτρέπουν σε άτομα με σημαντικό πλούτο να καταβάλλουν ιδιαιτέρως χαμηλούς φόρους.
Ταυτόχρονα και σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, οι Podemos ζητούν από τον Σάντσεθ να επαναδιαπραγματευτεί με τις Βρυξέλλες το όριο του ελλείμματος, το οποίο έχει καθοριστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος στο 1,8%, με σκοπό να υπάρξει δυνατότητα για περισσότερες δημόσιες επενδύσεις, κοινωνικές παροχές και μισθολογικές αυξήσεις -όπως τουλάχιστον ισχυρίζονται δημοσίως και επισήμως.
Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι ακόμη και στην περίπτωση που υπάρξει συμφωνία ανάμεσα σε Σοσιαλιστές και Podemos, η εφαρμογή της δεν θα είναι εύκολη, καθώς τόσο το Λαϊκό Κόμμα όσο και οι Ciudadanos εμφανίζονται αποφασισμένοι να την μπλοκάρουν. Οι πρώην κυβερνώντες, μάλιστα, διαθέτουν και το όπλο του βέτο στη Γερουσία, το οποίο έχουν προαναγγείλει ότι θα χρησιμοποιήσουν. Όσο για τους «Πολίτες», οι οποίοι εμφανίζονται να διεκδικούν μέχρι και την πρωτιά στις δημοσκοπήσεις, κατηγορούν τους δύο (ατύπως) εταίρους ότι ετοιμάζονται να καταφέρουν σοβαρότατο πλήγμα κατά της μεσαίας τάξης.
Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι εάν υπάρξει αδιέξοδο, η νυν κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να συνεχίσει την υλοποίηση των στόχων που έχει αφήσει παρακαταθήκη η προκάτοχός της. Μόνο που κάτι τέτοιο θα απογύμνωνε τον Σάντσεθ από το βασικό του πολιτικό επιχείρημα -ότι είναι «διαφορετικός» από τον Μαριάνο Ραχόι. Έστω κι αν όλοι σχεδόν γνωρίζουν ότι αυτό πρακτικά δεν ισχύει, ούτε στην οικονομία ούτε όμως και στην «καυτή» υπόθεση της Καταλονίας.