Μία ήττα του βαθέoς κράτους

Ιδιαίτερα αυξημένο είναι φέτος το ενδιαφέρον των μαθητών και των γονιών, για τα πρότυπα και πειραματικά σχολεία. Για 4.442 θέσεις υποβλήθηκαν 20.018 αιτήσεις, έναντι 17.791 πέρσι, πράγμα που δείχνει πως ο θεσμός των σχολείων αυτών, όχι μόνο έγινε αποδεκτός από την κοινωνία, αλλά θεωρείται πλέον υπόθεση επιτυχίας η φοίτηση σε κάποιο από αυτό. 

Ας μη βιαστεί κάποιος να κατακρίνει την επιθυμία μαθητών και γονιών για τη φοίτηση σε ένα καλό - πρότυπο ή πειραματικό σχολείο - γιατί αυτό εκτός από το όνειρο κάθε οικογένειας, είναι και κοινωνικό αγαθό, όπως το νερό για παράδειγμα, για το οποίο κόπτονται πολλοί, υποκριτικά και ιδιοτελώς. 

Θυμάμαι όταν έγινε η πρώτη εξαγγελία για αυτά τα σχολεία πριν μερικά χρόνια, οι θύλακες του βαθέως κράτους στο χώρο της εκπαίδευσης, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες δασκάλων και καθηγητών, έπνεαν τα μένεα κατά της πολιτείας, συνεπικουρούμενες και από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για το οποίο «η καριέρα είναι χολέρα» και η αριστεία, εργαλείο στα χέρια των καπιταλιστών. 

Ποιος μπορεί να ξεχάσει την οργίλη ανακοίνωση της ΔΟΕ (16/03/2021) ή το «μπλόκο της ΟΛΜΕ» στις εξετάσεις για τα πειραματικά σχολεία (25/06/2021); 

Πέρασαν δύο, μόλις, χρόνια και ο νέος θεσμός άνοιξε τα φτερά τους, αγκαλιάζοντας ολοένα και περισσότερα παιδιά, ολοένα και περισσότερες περιοχές της χώρας. Το 2019 λειτουργούσαν 62 πρότυπα σχολεία και φέτος θα λειτουργήσουν 120, ενώ υπάρχει πρόβλεψη να αυξηθούν και άλλο, ανάλογα με τις ανάγκες. Ουσιαστικά, μιλάμε για τον διπλασιασμό αυτών των σχολείων, μέσα σε 3 χρόνια. 

Αν αυτό δεν αποτελεί απόδειξη της επιτυχίας του θεσμού και καταδίκης του βαθέως κράτους, έτσι όπως το εκφράζουν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες των εκπαιδευτικών, τότε τι είναι; 

Ταυτόχρονα, είναι και μια απόδειξη πως μεγάλα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, αναγνωρίζουν την ανάγκη για ποιοτική, δημόσια εκπαίδευση, ως μέσο για την ατομική βελτίωση και την κοινωνική εξέλιξη. Οι δυνάμεις της οπισθοδρόμησης που πρεσβεύουν τη θεωρία της ήσσονος προσπάθειας, δίνουν μάχες οπισθοφυλακής, προκειμένου να διατηρήσουν τα κακώς κτηθέντα κεκτημένα τους, με ανοχή ή/και ενθάρρυνση των πολιτικών κομμάτων που επενδύουν στο τέλμα και στην καθυστέρηση, λόγω ιδεολογικών εμμονών. 

Στα σχολεία αυτά, φοιτούν κατά κύριο λόγο παιδιά απλών ελληνικών οικογενειών, οι οποίες θέλουν να επενδύσουν στη μόρφωση των παιδιών τους, χωρίς να δαπανήσουν μια ολόκληρη περιουσία, την οποία, συνήθως, δεν διαθέτουν. 

Τα σχολεία αυτά λειτουργούν ως φάροι αλλά και ελκυστές για τα υπόλοιπα σχολεία, αυξάνοντας τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των έντιμων, φιλοπρόοδων και εργατικών εκπαιδευτικών που δίνουν τη μάχη μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας, δίπλα στο παιδιά, υπό αντίξοες, πολλές φορές συνθήκες. 

Αν και πολλοί τότε είχαμε στηλιτεύσει τη στάση των συνδικαλιστικών ηγεσιών στο θέμα των πρότυπων και πειραματικών σχολείων, την πρώτη απάντηση την έλαβαν από τη στάση των ίδιων των εκπαιδευτικών που έσπευσαν να στελεχώσουν αυτά τα σχολεία, δεν υπάκουσαν στις εντολές για υπονόμευση των διαδικασιών και, στη συνέχεια, έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους για την επιτυχία του θεσμού. 

Η επιτυχία των πρότυπων και πειραματικών σχολείων είναι μία ήττα του βαθέως κράτους και των θυλάκων του σε διάφορους τομείς του δημόσιου οργανισμού. Είναι ένα success story για το πώς η κοινωνία αγκαλιάζει, στηρίζει και συμπαρίσταται στην πολιτεία, όταν αντιλαμβάνεται το συμφέρον της, δηλαδή την κοινωνική πρόοδο. Είναι μία υπερήφανη νίκη του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο απόδειξε πως όταν θέλει, μπορεί να λειτουργήσει ως υπόδειγμα και να προσελκύσει το ενδιαφέρον και την αγάπη της κοινωνίας.

Είναι, όμως, και μια νίκη της κοινωνίας, η οποία δείχνει να αφυπνίζεται και να προβάλει ουσιαστικά αιτήματα για τη βελτίωση της ζωής, αφήνοντας πίσω τις «επαναστατικές χίμαιρες» και τα «μεγαλεπήβολα σχέδια εφόδου στον ουρανό» με τις σκληρές προσγειώσεις και τις αριστοτεχνικές κωλοτούμπες. 

Η χώρα έχει ανάγκη περισσότερους τέτοιες θεσμούς, οι οποίοι θα λειτουργούν επ’ ωφελεία των πολιτών αλλά και του κοινωνικού συνόλου. Είναι λογικό πως στην πορεία προς τη θεσμοθέτησή τους, θα αντισταθούν και πάλι όλοι εκείνοι που λειτουργούν ενάντια στον πολίτη και την κοινωνία, προστατεύοντας τα συντεχνιακά και, συχνά, αντικοινωνικά τους συμφέροντα. 

Η κοινωνία πρωτίστως και η πολιτεία στη συνέχεια, δεν θα πρέπει να διστάζουν να συγκρουστούν με τις μικρές, φεουδαρχικές στρατιών των μολυβένιων στρατιωτών των συντεχνιών, απομονώνοντάς τες, αν θέλουμε κάποια στιγμή θα συμβαδίσουμε με τις προηγμένες χώρες και να αποκλείσουμε κάθε πιθανότητα οπισθοδρόμησης σε καιρούς όπου όλα θα ρυθμίζονταν «με ένα νόμο και ένα άρθρο».