Η ανταρσία των «Σπαρτιατών» και το ιδανικό θύμα

Σε μια πρωτοφανή, για τα ελληνικά και κοινοβουλευτικά πράγματα της χώρας δήλωση, η πλειονότητα των μελών του καινοφανούς κόμματος «Σπαρτιάτες», άδειασε κυριολεκτικά τον επικεφαλής του κόμματος Βασίλη Στίγκα, ο οποίος τόλμησε, άκουσον - άκουσον, να καταδικάσει απόψεις βουλευτή του, με τις οποίες δήλωσε την υποστήριξή του στον καταδικασμένο για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, Ηλία Κασιδιάρη. 

Ο τελευταίος, ανακοίνωσε μέσα από τη φυλακή, πως θα είναι υποψήφιος δήμαρχος για την πρωτεύουσα της χώρας, ενθαρρυμένος προφανώς από την εκλογική επιτυχία του κόμματος που υποστήριξε στις τελευταίες εκλογές. 

Αμέσως, ο παλιός στενός του συνεργάτης στην Αθήνα και νυν βουλευτής Γιάννης Δημητροκάλης, έσπευσε να δηλώσει την υποστήριξή του, βγάζοντας έτσι άπαξ δια παντός τον φερετζέ, πίσω από τον οποίο κρυβόταν μέχρι τώρα η Χρυσή Αυγή. 

Ουσιαστικά, η πλειονότητα των βουλευτών των «Σπαρτιατών» καθαίρεσε τον αρχηγό του κόμματος, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε όπως οι γνωστοί αυτοφοράκηδες στα μαγαζιά της νύχτας. Ήταν εκείνος που είχε στην ιδιοκτησία του ένα κόμμα δηλωμένο στον Άρειο Πάγο, το σήμα και τη σφραγίδα του και αποτελούσε ιδανικό όχημα για τα στελέχη της Χρυσής Αυγής που ήταν έξω από τη φυλακή, για να μπουν ξανά στη Βουλή και το πολιτικό παιχνίδι, έτσι όπως το εννοούν αυτοί. Στην πραγματικότητα, όμως, άλλος ήταν ο πραγματικός ιδιοκτήτης, ο οποίος τον άφησε να πιστεύει πως αυτός διαφεντεύει το κόμμα, ενώ δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένα κομπάρσος. 

Διαβάζοντας την κοινή δήλωση των βουλευτών αυτού του κόμματος, εύκολα διακρίνει κανείς τόσο τις προθέσεις, όσο και τις απόψεις τους. Όχι βέβαια, πως θα μπορούσε κάποιος να ξεγελαστεί από τα χαμόγελα και τις γραβάτες που φορούσαν τη νύχτα των εκλογών, όταν πρωτοεμφανίστηκαν στο ευρύ κοινό μέσω της τηλεόρασης. 

Τώρα πια είναι ξεκάθαρο και το ποιοι είναι, και το από πού προέρχονται, και το πού στοχεύουν. Ακολουθώντας την παλιά, καλή, δοκιμασμένη, τροτσκιστική μέθοδο του εισοδισμού, τα στελέχη της Χρυσής Αυγής, χρησιμοποίησαν το κόμμα του κ. Στίγκα ως ξενιστή για να γεννήσουν τα αυγά του Κακού, για άλλη μια φορά και να μολύνουν τον δημοκρατικό βίο της χώρας με τις αποκρουστικές, ολοκληρωτικές τους απόψεις. 

Θα μπορούσε κανείς να νιώσει κάποιο ελάχιστο αίσθημα συμπάθειας για τον κ. Στίγκα, αλλά η περιπλάνησή του σε διάφορα κόμματα, φανερώνει έναν αμετροεπώς φιλόδοξο άνθρωπο, με ανύπαρκτη πολιτική παιδεία και διορατικότητα. Χρησιμοποίησε τον κόμμα του ως πλοίο με σημαία ευκαιρίας και για τον ίδιο, αποδεχόμενος τον ρόλο του ξενιστή, προκειμένου να εκλεγεί βουλευτής και μάλιστα αρχηγός κόμματος.

Τώρα, ήρθε η ώρα του λογαριασμού αυτής της επιπόλαιης και άφρονος συμπεριφοράς. Αντί να λειτουργήσει ως Κρόνος και να φάει τα παιδιά του, όπως συμβαίνει πολύ συχνά στην πολιτική, θα συμβεί το αντίθετο, θα γίνει το θύμα εκκαθάρισης και αρχηγοκτονίας, προκειμένου να αναδειχθεί ο πραγματικός ιδιοκτήτης και ηγέτης του κόμματος, ο οποίος δεν είναι άλλος από τον κατάδικο Ηλία Κασιδιάρη.

Ας πρόσεχε ο κ. Στίγκας, η πολιτική δεν είναι για ερασιτέχνες ή επιπόλαιους πολιτικούς, οι οποίοι περιφρονούν την λαϊκή σοφία που μας υπαγορεύει πως «O λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, μήτε τη γνώμη άλλαξε, μήτε την κεφαλή του».

Τα λάθη στην πολιτική κοστίζουν και μάλιστα πολύ. Ο κ. Στίγκας παρασυρμένος από την άκρατη φιλοδοξία και την ανύπαρκτη πολιτική του διαίσθηση θα το πληρώσει με την εκπαραθύρωσή του από το ίδιο του το κόμμα. Ή θα μείνει μόνος εκπρόσωπός του, στην περίπτωση που αποχωρήσουν όλοι οι άλλοι και δημιουργήσουν μία νέα κοινοβουλευτική ομάδα με το πραγματικό ή κάποιο άλλο όνομα. 

Το μόνο πράγμα που δεν μπορεί να ισχυριστεί ο κ. Στίγκας είναι πως είναι θύμα. Μόνος του το προκάλεσε, μόνος του θα προχωρήσει στην τελετουργική, πολιτική αυτοκτονία με χαρακίρι που θα μεταδίδει σε απευθείας μετάδοση η τηλεόραση.