Στην παρούσα συγκυρία μοιάζει εκτός τόπου και χρόνου κάθε συζήτηση για το μακρινό μέλλον, αν αυτή δεν αφορά τα ζητήματα που μας καίνε σήμερα: την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία ή την εξέλιξη του πληθωρισμού.
Ποιος θέλει σήμερα να συζητήσει πως θα ζούμε σε 30 χρόνια, αν θα τρώμε ακόμα κρέας, αν θα είμαστε ιδιοκτήτες αυτοκινήτων, αν στις πόλεις θα κυκλοφορούν ΙΧ, αν θα ζούμε 100 και πλέον χρόνια και αν θα εργαζόμαστε έστω και λίγες ώρες;
Κι όμως αυτή είναι μια λάθος προσέγγιση της πραγματικότητας στην οποία οφείλονται μέρος των σοβαρών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε σήμερα.
Αν στο παρελθόν σκεφτόμασταν προοπτικά και σ' ένα βάθος χρόνου τριαντακονταετίας και πεντηκονταετίας ακόμα, αν επεξεργαζόμασταν σενάρια για το που θα μπορούσαν αποφάσεις που είχαμε πάρει τότε ίσως, για παράδειγμα, να είχαμε αποφύγει την ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία.
Βέβαια, ήδη από τη δεκαετία του '60 η μελέτη του μέλλοντος είναι γνωστικό αντικείμενο υψηλής εξειδίκευσης. Για να είμαστε μάλιστα ακριβέστεροι, ο όρος είναι «οι σπουδές για τα μέλλοντα» ακριβώς για να δηλωθεί ότι το γνωστικό αντικείμενο της προοπτικής διερεύνησης του μέλλοντος, αυτό που είναι πιθανότερο να έχουμε ακούσει ως foresight, επεξεργάζεται πολλές εκδοχές, πολλά σενάρια που δεν πρέπει να συγχέονται με τις προβλέψεις.
Δεν ξέρουμε πόσοι γνωρίζουν ότι η Ελλάδα έχει ανταποκριθεί στην ανάγκη για προοπτική διερεύνηση του μέλλοντος με την ίδρυση, από τον Πρωθυπουργό, μιας Ειδικής Γραμματείας Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού (επικεφαλής είναι ο Γιάννης Μαστρογεωργίου) που υπάγεται στην Προεδρία της Κυβέρνησης για να συμβουλεύει, σχετικά, τον ίδιο τον Πρόεδρο της Κυβέρνησης.
Μιλώντας χθες στο 10ο συνέδριο της European Strategy and Policy Analysis System (φορέας που συνδέει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για θέματα προοπτικής ανάλυσης και μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδιασμού) ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην πρωτοβουλία της Ελλάδας και στις δύο εκθέσεις που έχει εκπονήσει, μέχρι σήμερα.
Συνηθίζουμε να επισημαίνουμε ότι κάθε μεταρρύθμιση και καινοτομία χρειάζεται χρόνο και επιμονή για να γίνει «κτήμα» του συστήματος διακυβέρνησης που περιλαμβάνει και τη δημόσια διοίκηση.
Πόσο μάλλον μια τέτοια πρωτοβουλία που στην παρούσα συγκυρία δείχνει μια πολυτέλεια. Όμως, δεν μπορούμε να θυμηθούμε μια εποχή ηρεμίας στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Στην Ελλάδα παράγουμε και καταναλώνουμε την πολιτική με μεγάλη ένταση, συχνά τεχνητή, κυριαρχεί η εντύπωση ότι οι καταστάσεις είναι πάντα οριακές και κρέμονται από μια κλωστή, ενώ τελικά τα πράγματα δεν εξελίσσονται ανάλογα. Για να μην αναφέρουμε ότι για να προσδώσουμε στην αντιπαράθεση θεατρικότητα ασχολούμαστε διαρκώς, εμμονικά, με το παρελθόν και ειδικά το διχαστικό.
Οφείλουμε λοιπόν να καταφέρουμε να εντάξουμε στην ιδιότυπη πολιτική μας ιδιοσυγκρασία που συχνά παράγει περισσότερο μελόδραμα απ'όσο μπορεί να καταναλώσει, την έννοια, το νοιάξιμο, να ρίχνουμε και μια ματιά στο μέλλον.
Η Γραμματεία Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού πρέπει να στελεχωθεί με ειδικούς (κι όμως υπάρχουν Έλληνες ειδικοί που ζουν στην Ελλάδα και έχουν κάνει αυτές, τις εξειδικευμένες σπουδές!), να αποκτήσει οικονομικούς πόρους και να αφεθεί στην ησυχία της να εκπονήσει σενάρια για τα μέλλοντα.
Η ενημέρωση των πολιτικών κομμάτων για τη δράση της και τους στόχους της θα βοηθήσει πολύ το έργο της.
Τουλάχιστον σε αυτό, μπορούμε να συνεννοηθούμε.