Θα πίστευε κανείς ότι τα απογοητευτικά στοιχεία που φέρνουν την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης σε θέματα ιδιωτικής ασφάλισης είναι απόρροια της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Όμως το πρόβλημα στη χώρα μας σχετίζεται περισσότερο με την ασφαλιστική συνείδηση των Ελλήνων και εντείνεται λόγω της παρατεταμένης δυσχέρειας.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι Έλληνες αγνοούν τους κλάδους μη υποχρεωτικής ασφάλισης (πυρός, σεισμού κλπ) και αποφεύγουν την υποχρεωτική από το νόμο ασφάλιση, όπως αποδεικνύεται από τον μεγάλο αριθμό ανασφάλιστων οχημάτων. Ο κοινωνικός και δημοσιονομικός αντίκτυπος είναι σημαντικός. Οι πολίτες μένουν απροστάτευτοι, ο κρατικός προϋπολογισμός επιβαρύνεται με δαπάνες που δυσκολεύεται να καλύψει, ενώ το δημόσιο στερείται δυνητικών φόρων από τα έσοδα των ασφαλιστικών εταιρειών και παράλληλα χάνει μία πηγή επενδυτικών κεφαλαίων για τη στήριξη της ανάπτυξης.
Τα προβλήματα που προκύπτουν από τη χαμηλή διείσδυση των ασφαλιστικών προϊόντων στην ελληνική αγορά είναι αξιοσημείωτα, ενώ πρόσφατη μελέτη της Insurance Europe καταδεικνύει τη μεγάλη απόσταση που χωρίζει την Ελλάδα από την υπόλοιπη Ευρώπη σε θέματα ασφάλισης. Την ίδια ώρα, η εκτενής αναφορά στην Ετήσια Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το συγκεκριμένο ζήτημα και η επισήμανση του κ. Γιάννη Στουρνάρα, στο πλαίσιο της Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος, δίνουν μία νέα διάσταση.
Όπως ανέφερε ο κ. Στουρνάρας, η πολιτεία πρέπει να εξετάσει σοβαρά τη δυνατότητα δημιουργίας προϋποθέσεων και κινήτρων που να διευκολύνουν την πρόσβαση νοικοκυριών και επιχειρήσεων στην ασφαλιστική αγορά και κυρίως πολιτικών που θα οδηγήσουν σε βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος. Παράλληλα, στη βάση του συνταξιοδοτικού ζητήματος που έχει διαμορφωθεί, η ιδιωτική ασφάλιση θα μπορούσε να λειτουργήσει συμπληρωματικά προς το δημόσιο πυλώνα ασφάλισης και να ενισχύσει τις συνταξιοδοτικές παροχές των ασφαλισμένων. Η δήλωση του διοικητή της ΤτΕ φέρνει στο προσκήνιο την προοπτική συμπληρωματικής δράσης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα σε θέματα συντάξεων, υγείας και φυσικών καταστροφών.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, η ελληνική αγορά παραμένει σημαντικά υποασφαλισμένη. Ενδεικτικά, στο τέλος του 2015 η ετήσια παραγωγή ασφαλίστρων ανήλθε σε περίπου 2,2% του ΑΕΠ, έναντι περίπου 7,7% κατά μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η ετήσια κατά κεφαλήν ασφαλιστική δαπάνη στην Ελλάδα διαμορφώθηκε περίπου στο 20% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Πρόσφατη μελέτη της Insurance Europe δείχνει ότι από τις 33 χώρες που εξετάζονται, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 29η θέση, μπροστά μόνο από την Εσθονία, την Τουρκία, τη Ρουμανία και τη Λετονία, σε επίπεδο καθαρών εγγεγραμμένων ασφαλίστρων. Σε ότι αφορά τα κατά κεφαλήν ασφάλιστρα, η Ελλάδα βρίσκεται στην 26η θέση, με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο στα 2.000 ευρώ. Επιπρόσθετα, για την Ελλάδα το 2015 ήταν το πέμπτο διαδοχικό έτος μείωσης των ασφαλίστρων.
Γιατί όμως είναι σημαντικό να ενισχυθεί η διείσδυση της ασφαλιστικής αγοράς; Όπως εκτιμά η ΤτΕ, η χαμηλή διείσδυση των ασφαλιστικών προϊόντων στην ελληνική αγορά σε κλάδους μη υποχρεωτικής ασφάλισης, όπως π.χ. ασφαλίσεις πυρός, σεισμού, πλημμύρας, και η αποφυγή ασφάλισης σε κλάδους υποχρεωτικής εκ του νόμου ασφάλισης (αστική ευθύνη οχημάτων) επιφέρουν απτές συνέπειες, τόσο κοινωνικές όσο και δημοσιονομικές.
Ανασφάλιστα
Ο κίνδυνος από ανασφάλιστα οχήματα είναι δεδομένος. Εκτός από το ύψος του σχετικού προστίμου, οι νομικές επιπτώσεις μόνο αμελητέες δεν είναι. Παρ'' όλα αυτά, η διασφάλιση των ατόμων που εμπλέκονται σε ατύχημα με ανασφάλιστο όχημα είναι το βασικό ζητούμενο.
Είναι ενδεικτικό ότι τα ελάχιστα υποχρεωτικά από το νόμο όρια κάλυψης σε ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο διαμορφώνονται στα 1,220 εκατ. ευρώ κατ'' άτομο για σωματικές βλάβες και 1,220 εκατ. ευρώ για υλικές ζημιές. Αυτό δείχνει το ύψος που καλούνται να καταβάλλουν οι ασφαλιστικές στην περίπτωση ατυχήματος και επομένως το κόστος που ενδέχεται να προκύψει για τον οδηγό ενός ανασφάλιστου οχήματος. Στην περίπτωση, δε, που από το ατύχημα έχουν προκληθεί σωματικές βλάβες σε ένα ή περισσότερα άτομα, οι οικονομικές επιπτώσεις ενδέχεται να είναι από λίγα ευρώ μέχρι πολλές δεκάδες χιλιάδες ευρώ, ανάλογα με το πόσο επηρεάζεται η ζωή του ατόμου που υπέστη τις βλάβες, ενώ στην περίπτωση θανάτου οι επιπτώσεις είναι ανυπολόγιστες.
Φυσικές καταστροφές
Έρευνες δείχνουν ότι τα ακραία φαινόμενα και οι πλημμύρες θα ενταθούν τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα. Οι ζημιές που προκαλούνται από φυσικές καταστροφές, όπως σεισμοί, πλημμύρες κ.ά., καλύπτονται στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αποτέλεσμα είναι να μην καλύπτονται πλήρως οι ζημιές και οι πολίτες να εξαρτώνται από την άμεση ανταπόκριση και την οικονομική δυνατότητα του κράτους. Την ίδια ώρα, η ασφαλιστική αγορά είναι πάντα έτοιμη να αποζημιώσει άμεσα και με απλές διαδικασίες τις δηλωθείσες ζημιές σε ασφαλισμένα κτίρια.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος, από το 1994 έως το 2014 δηλώθηκαν 19.925 ζημιές από φυσικές καταστροφές με το συνολικό ποσό των αποζημιώσεων να ξεπερνά τα 272 εκατ. ευρώ. Στην πρώτη θέση στη λίστα με τα πιο καταστροφικά φαινόμενα είναι ο σεισμός καθώς έχουν καταγραφεί 9.895 περιστατικά ζημιών με συνολικό ποσό απαίτησης στα 118,8 εκατ. ευρώ.
Το liberal.gr παρουσιάζει ενδιαφέροντα χρηστικά θέματα που αφορούν την ιδιωτική ασφάλιση, με την υποστήριξη και συνεισφορά της εταιρείας «Ευρωπαϊκή Ένωσις – ΑΣΦΑΛΕΙΑΙ ΜΙΝΕΤΤΑ».