Της Λίνας Παπαδάκη
Το ελληνικό τραγούδι γνωρίζει εποχές. Όπως είχαμε, ας πούμε την εποχή του Ρεμπέτικου, του Λαικού, του Αρχοντορεμπέτικου, του Νέου Κύματος, έτσι και σήμερα γνωρίζει άνθηση μια νέα του φάση που θα μπορούσαμε να την πούμε «του Προδομένου». Είναι μία καλλιτεχνική μίξη πολιτικού τραγουδιού με βαρύ λαικό. Έχει πολιτικούς αγώνες, κοινωνικό δράμα, προσωπικό νταλκά, απογοήτευση, προδοσία, εξαπάτηση, πόνο. Είναι σχεδόν καλλιτεχνικό κίνημα που ας ελπίζουμε ότι θα γεννήσει αριστουργήματα, αφού τα μεγάλα πάθη και οι μεγάλες προδοσίες είναι οι εμβρυουλκοί της μεγάλης Τέχνης.
Δεν προλαβαίνει να μετρήσει κανείς τους καλλιτέχνες που επηρέασε το ρεύμα αυτό. Αλεξίου, Δρογόσης, Μαχαιρίτσας ήταν από τους πρώτους που βγήκαν να τραγουδήσουν τον καυμό της εγκατάλειψης από αυτόν που είχαν πιστέψει και ακουμπήσει πάνω του. Πολλοί ακόμα. Τελευταίος ο Σταμάτης Κραουνάκης, κυκλοφορεί και οπλοφορεί για να σκοτώσει τον παλιό έρωτα που γεννήθηκε ένα γλυκό καλοκαιρινό σούρουπο στον προαύλιο χώρο της ΕΡΤ, με τη μουσική υπόκρουση «πάμε στον Άδωνη για καφέ» σε kinky αριστερή παραλλαγή.
Τον βλέπαμε σε πολλά μέρη εκείνη την ταραγμένη εποχή, έμπλεο δημιουργικού θυμού για αυτό που ζούσαμε και επαναστατικού ενθουσιασμού για αυτό που ερχόταν. Τον καμαρώναμε, οι θαυμαστές του, να μοιράζεται τα τραγούδια του με τους ξεσηκωμένους, την ιερή του αγανάκτησή με τους αγανακτισμένους, την βαθιά αγωνία του για το κατοχικό δάνειο με τη Ζωή, τα σχέδιά του για τη σωτηρία της χώρας με την Επιτροπή Χρέους, το όραμά του για μια αριστερή διακυβέρνηση με τον Αλέξη.
Ήταν από τους βασικούς τροβαδούρους της εποποιίας του «Όχι» και πολλοί άνθρωποι έφτασαν στη μέθεξη της αξιοπρέπειας και της περηφάνειας με τα μεγάφωνα να παιανίζουν τις δικές του μουσικές, εκείνες τις αξέχαστες νύχτες που ο λαός νικούσε κάθε βράδυ στους δρόμους. Νομίζω είναι ο συνθέτης που ταυτίστηκε όσο κανείς με αυτό που μετά ονομάσαμε αντιμνημονιακό αγώνα και στην ουσία αποτελούσε το αμέσως προηγούμενο καλλιτεχνικό ρεύμα του ελληνικό τραγουδιού.
Και μετά απλώς κυκλοφορεί καινούργιο δίσκο. Το έχουν αυτό το προνόμιο οι καλλιτέχνες. Να μας παρουσιάζουν κάθε φορά τη νέα τους δουλειά, με «νέα εταιρεία», νέους συνεργάτες, νέους χώρους, νέες συναυλίες, που θα σηματοδοτούν τη νέα φάση τους με καινούργιες δημιουργικές αναζητήσεις και ανησυχίες, χωρίς να χρειάζεται ποτέ να απολογούνται για την προηγούμενη. Κι όσοι επηρεάστηκαν, ενθουσιάστηκαν, πίστεψαν (και ψήφισαν) από την παλιά τους δουλειά, μπορούν να συνεχίσουν να το κάνουν. Οι παλιοί δίσκοι κυκλοφορούν επίσης, η δουλειά τους απλώνεται στο βάθος του χρόνου για όλα τα γούστα, γιατί ο καλλιτέχνης έχει διαχρονική αθωότητα και αιώνιο δημιουργικό ακαταλόγιστο.