Η Συριζολογία αρκετά κράτησε, τώρα ας ασχοληθούμε και πάλι με το Ουκρανικό. Η ομόφωνη - πλην Τουρκίας - αποδοχή της ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ φανερώνει πως εξέλιπαν και οι τελευταίοι δισταγμοί γι' αυτή την κίνηση. Αναμφίβολα θα προκαλέσει τη Ρωσία του Πούτιν, αλλά είναι μια από τις συνέπειες της εισβολής του στην Ουκρανία. Πληρώνει για τις επιλογές του.
Οι συζητήσεις για κατάπαυση του πυρός έχουν διακοπεί, καθώς δεν υπάρχει κοινό έδαφος για να συνεχισθούν. Και δεν μπορεί να βρεθεί κοινό έδαφος. Υπάρχουν διαμετρικά αντίθετοι στόχοι οι οποίοι αναπόφευκτα οδηγούν η οποιαδήποτε λύση να διαμορφωθεί στα πεδία των μαχών.
Και στην Ευρώπη περιθωριοποιούνται οι φωνές που καλούν τους Ουκρανούς να παραχωρήσουν κάτι στους Ρώσους, ώστε αυτοί να μην αισθανθούν ταπεινωμένοι. Δεν πρέπει να λησμονούμε πως πριν από λίγες ημέρες αυτό ήταν ένα ισχυρό αφήγημα. «Να δώσουμε μια έντιμη διέξοδο στη Ρωσία του Πούτιν, γιατί διαφορετικά η αντίδρασή της θα είναι απρόβλεπτη, όπως είναι η αντίδραση του κάθε εγκλωβισμένου».
Αυτά μας έλεγαν.
Μόνον που τον εξευμενισμό του εισβολέα θα τον πλήρωναν οι αμυνόμενοι. Κάτι παρόμοιο ακούγαμε και τον πρώτο μήνα του πολέμου. «Καταδικάζουμε απερίφραστα την εισβολή, αλλά να μην στείλουμε όπλα στην Ουκρανία». Και πώς θα πολεμήσει τους εισβολείς ο ουκρανικός στρατός, αν δεν τον βοηθήσουμε; Αν η καταδίκη του εισβολέα δεν προσλάβει έμπρακτη μορφή επί του πεδίου των μαχών, θα είναι μια φραστική και ανούσια δήλωση. Παρόμοιες δηλώσεις οι αυταρχικοί ηγέτες τις αγνοούν παντελώς, όπως αποδεικνύει η Ιστορία.
Αυτό το καταρχήν επιφυλακτικό κλίμα άλλαξε για έναν και μοναδικό λόγο. Γιατί ο ουκρανικός λαός και στρατός αντιστάθηκαν στις υπέρτερες δυνάμεις του εισβολέα. Γιατί δίδαξαν την παλλαϊκή άμυνα και πάνω σε αυτήν ανασυγκροτήθηκε η ουκρανική εθνική ταυτότητα. Τι σημαίνει αυτό;
Σημαίνει πως οι ρωσόφωνοι Ουκρανοί διαπίστωσαν πως αυτό που προείχε για την εθνική τους ταυτότητα δεν ήταν η γλώσσα που μιλούσαν, αλλά η Ιστορία τους. Γι' αυτό και ένα σημαντικός αριθμός ρωσόφωνων Ουκρανών καταδίκασε την εισβολή και τις βαρβαρότητες των ρωσικών στρατευμάτων.
Σήμερα στο «ναι μεν, αλλά» κινούνται μόνον οι αριστερές ψυχούλες και οι οπαδοί της ρωσόφιλης, λαϊκιστικής Δεξιάς. Αυτοί φραστικά καταδικάζουν την εισβολή, γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Αν δεν προτάξουν το «ναι», υπονομεύουν και αποδυναμώνουν το «αλλά», που αποτελεί και την ουσιαστική θέση τους.
«Καταδικάζουμε τους Ρώσους, αλλά μην το παρατραβάμε. Να μην τους προκαλέσουμε στέλνοντας όπλα στους Ουκρανούς». Αυτή ακριβώς είναι η πονηρία του «ναι μεν, αλλά». Να αφήσουμε το θύμα έρμαιο στις ορέξεις του θύτη, τον οποίον όμως έχουμε καταδικάσει.
Θα ήταν παρανοϊκό, αν δεν ήταν ανήθικο.
ΥΓ. Επειδή διαβάζω ότι θα πρέπει να ζητήσουμε να ενταχθεί και η Κύπρος στο ΝΑΤΟ, οφείλω να παρατηρήσω πως η Κύπρος είναι ανεξάρτητο κράτος και αν το ήθελε, θα το ζητούσε. Αυτήν την επιλογή ποτέ δεν την επεδίωξε η Κυπριακή Δημοκρατία γιατί πάντα ήταν προσκολλημένη στη σοβιετική και εν συνεχεία στη ρωσική πολιτική. Τόσο ο Μακάριος όσο και οι διάδοχοί του ήταν έρμαια της πολιτικής, και όχι μόνο, δύναμης του ΑΚΕΛ.