Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Ήμασταν λιγοστοί όσοι υποστηρίζαμε από το 2013 πως τα τραπεζικά warrants, που είχαν εκδοθεί στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος, δεν θα είχαν επιτυχή κατάληξη. Θυμάμαι ακόμα τους διθυράμβους από παράγοντες της αγοράς, από εκπροσώπους του ΤΧΣ και από κυβερνητικούς για την υιοθέτηση αυτών των warrants. Στην προσπάθειά του το Δημόσιο να κατοχυρώσει τον μετοχικό έλεγχο του τραπεζικού συστήματος, επέλεξε έναν αμφιλεγόμενο τρόπο για τη μελλοντική είσοδο των ιδιωτών επενδυτών μέσω της εξάσκησης των warrants.
H κατάληξή τους αποδείχθηκε καταστρoφική τόσο για τους κατέχοντες τα warrants όσο και για το ΤΧΣ. Οι μεν επενδυτές είδαν τα κεφάλαιά τους να εξαϋλώνονται, καθώς το warrant της Εθνικής Τράπεζας από τα 6,82 ευρώ μηδένισε, το warrant της Alpha Bank από το 1,45 ευρώ μηδένισε και το warrant της Τράπεζας Πειραιώς από το 0,89 ευρώ μηδένισε κι αυτό. Το δε ΤΧΣ δεν κατάφερε να μεταβιβάσει τη συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών σε ιδιώτες κατά τη διάρκεια της ζωής των warrants.
Στις αγορές υπάρχουν τα αμερικανικά warrants, τα οποία εξασκούνται οποιαδήποτε στιγμή από την ημέρα της έκδοσής τους ώς την ημερομηνία της λήξης τους. Κατά τη διάρκεια αυτού του διαστήματος οι επενδυτές ανάλογα με τις εξελίξεις στις αγορές αποφασίζουν το πότε θα ασκήσουν τα δικαιώματα της μετατροπής τους σε μετοχές. Υπάρχουν επίσης τα ευρωπαϊκά warrants, τα οποία εξασκούνται μόνο κατά τη λήξη τους, οπότε οι κάτοχοί τους γνωρίζουν ακριβώς το πότε θα τα εξασκήσουν.
Στην απίστευτη χώρα που λέγεται Ελλάδα, επελέγη η έκδοση εξωτικών warrants, τύπου Bermuda. Επελέγη ένα υβριδικό μοντέλο warrants, λες και το διαλυμένο εγχώριο τραπεζικό σύστημα παρείχε την πολυτέλεια για πειραματισμούς και πρωτοπορίες. Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο, οι επενδυτές είχαν τη δυνατότητα να εξασκήσουν το δικαίωμα αγοράς μετοχών μέσω των warrants σε συγκεκριμένες ημερομηνίες ανά εξάμηνο. Όσοι παρακολουθούσαμε τη διαπραγμάτευση των warrants όλα αυτά τα χρόνια στο Χρηματιστήριο, βλέπαμε μέρα με τη μέρα τη μείωση της αξίας τους, την απαξίωση της λειτουργίας τους ως εναλλακτικού τρόπου επένδυσης και τα πενιχρά αποτελέσματα της εξάσκησής τους ανά εξάμηνο.
Θα αναζητηθούν ευθύνες; Ποιος θα δώσει πειστικές απαντήσεις στους κατόχους των warrants και τους φορολογούμενους για την παταγώδη αποτυχία του εγχειρήματος;