Καταγγελία πρώτη. Τραπεζικό στέλεχος λέει σε επιχειρηματία: «Ζητάς μικρό ποσό (δανείου). Εμείς είμαστε εδώ για τα μεγάλα δάνεια, δεν έχεις καμία τύχη, μην ξαναέλθεις».
Καταγγελία δεύτερη. Αλλο τραπεζικό στέλεχος διαμηνύει σε άλλο επιχειρηματία: «Δάνειο θα σου δώσουμε, αλλά στο τέλος του 2020».
Καταγγελία τρίτη. Υγιής, τραπεζικά ενήμερη επιχείρηση υποβάλλει αίτηση για δάνειο κεφαλαίου κίνησης με εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου (Ταμείο Εγγυοδοσίας) και της λένε από την τράπεζα: «Δεν σου δίνουμε δάνειο, γιατί ο ένας εταίρος σου, με ποσοστό 5% στο μετοχικό κεφάλαιο, χρωστάει σε μία κάρτα 1.600 ευρώ».
Καθημερινά δέχομαι πολλά τέτοια email και καταγγελίες. Θέλω να είμαι απολύτως σαφής όσον αφορά το εγγυοδοτικό μας πρόγραμμα (εγγύηση του Δημοσίου έως το 80% του δανείου για κεφάλαιο κίνησης):
-Τα δάνεια (πάνω από 7 δισ. ευρώ με τη μόχλευση από τις τράπεζες) προορίζονται να εκταμιευθούν Ιούλιο και όχι Δεκέμβριο.
-Προορίζονται να κατευθυνθούν σε μικρές υγιείς επιχειρήσεις και όχι μόνο σε μεγάλες. Διότι, αν τα δάνεια κατευθυνθούν μόνο σε επιχειρήσεις υγιείς μεν, αλλά που δεν έχουν μεγάλη ανάγκη χρηματοδότησης, δεν θα κάνει μεγάλη διαφορά στην οικονομία, ενώ το αντίθετο θα έχει πολύ μεγάλη θετική επίπτωση.
-Σε περιπτώσεις, όπως αυτή της τρίτης καταγγελίας, είναι προφανές ότι δεν πρόκειται για την εφαρμογή των τραπεζικών κριτηρίων, αλλά είναι πρόσχημα για να μη δανειοδοτήσει η τράπεζα μια επιχείρηση που χρειάζεται ρευστότητα αλλά τη διακρατεί για να χρηματοδοτήσει ενδεχομένως κάποιον άλλο πελάτη της.
Υποστηρίζουμε ως κυβέρνηση συνολικά και προσωπικά ως υπουργός Ανάπτυξης & Επενδύσεων την ευστάθεια του τραπεζικού συστήματος και φυσικά δεν θέλουμε να δημιουργηθεί μια νέα γενιά κόκκινων δανείων. Γι’ αυτό, άλλωστε, στη συμφωνία με τις τράπεζες για το εγγυοδοτικό πρόγραμμα έχει τεθεί ως εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση να είναι τραπεζικά ενήμερη κάθε επιχείρηση που θέλει να έχει πρόσβαση σ’ αυτό.
Αλλο, όμως, η τήρηση των τραπεζικών κριτηρίων ώστε οι τράπεζες να είναι εξασφαλισμένες και άλλο να «κόβουν» υγιείς επιχειρήσεις που δικαιούνται και έχουν ανάγκη κεφάλαιο κίνησης. Τραπεζικά κριτήρια ναι, τραπεζική τυραννία όχι.
Πολύ περισσότερο, τα τραπεζικά στελέχη οφείλουν να μην ειρωνεύονται ή αποθαρρύνουν τους επιχειρηματίες-πελάτες τους. Διότι έχω δεχθεί και πολλά τέτοια μηνύματα.
Οφείλουν να φέρονται στον κάθε επιχειρηματία με τον σεβασμό που του αξίζει, για τον αγώνα που δίνει σε αυτές τις δύσκολες στιγμές, να κρατήσει την επιχείρησή του όρθια. Γιατί ο βασικός λόγος που φτιάξαμε αυτά τα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι για να στηρίξουμε εκείνες τις επιχειρήσεις οι οποίες μπορούν και πρέπει να τα καταφέρουν να διατηρήσουν θέσεις εργασίας ώστε να είναι η ελληνική οικονομία έτοιμη να κάνει τη μεγάλη επιστροφή μόλις οι συνθήκες του Covid-19 το επιτρέψουν.
Γι’ αυτό και στη σύμβαση που έχουμε συνάψει με τις τράπεζες όσον αφορά το Ταμείο Εγγυοδοσίας, προβλέπεται να βαθμολογήσουμε, τρόπον τινά, την επίδοση κάθε τράπεζας στις πρώτες 30 ημέρες εφαρμογής του προγράμματος (ήδη, έχουν περάσει οι 15). Και θα τη βαθμολογήσουμε πρακτικά, όχι θεωρητικά.
Τι σημαίνει πρακτικά; Οποιες τράπεζες «κόβουν» υγιείς επιχειρήσεις, θα χάνουν χρήματα που δικαιούνται από το Ταμείο Εγγυοδοσίας, τα οποία θα κατευθύνονται σ’ εκείνες που κινούνται γρήγορα και παρέχουν ρευστότητα στην οικονομία.
Επιπροσθέτως, στη σύμβαση έχει τεθεί ως όρος στις τράπεζες να μην μπορούν να ζητήσουν από καμία επιχείρηση εγγύηση μεγαλύτερη του 40% του κεφαλαίου. Ρητώς απαγορεύεται και η αναχρηματοδότηση δανεισμού, δηλαδή με τα χρήματα του νέου δανείου να αποπληρωθεί υφιστάμενο δάνειο. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις προβλέπονται πρόστιμα, τα οποία θα επιβάλουμε αμέσως, εφόσον υπάρξουν καταγγελίες στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτού, στην οποία προτρέπω τους επιχειρηματίες να προσφεύγουν.
* Ο Αδωνις Γεωργιάδης είναι υπουργός Ανάπτυξης & Επενδύσεων
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο που κυκλοφορεί 20 - 21 Ιουνίου