Του δρόμου

Της Μαρίας Dawkinson

Έξω από τον Ευαγγελισμό μυρίζει σαν ουρητήριο. Όπως πολλά πλέον σημεία του κέντρου. Πρωινή βόλτα στο Κολωνάκι μετά από πάρα πολύ καιρό. Πατριάρχου Ιωακείμ. Πολλά καταστήματα έχουν κλείσει από την προηγούμενη φορά που επισκέφτηκα την περιοχή. Σχεδόν το πενήντα τοις εκατό πλέον φορούν λουκέτο. Άνοιξαν καινούργια μπαρ-καφέ-φαγάδικα. Με εντυπωσιάζει πως η επιχειρηματικότητα στην Αθήνα έχει πλέον περιοριστεί στο ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε.

Μαζί με όλα τα άλλα, έκλεισαν ακόμα περισσότερα στέκια και αγαπημένα καταστήματα πολλών δεκαετιών. Οι δρόμοι αλλάζουν χέρια και εμφάνιση. Η ένδυση περιορίστηκε αισθητά, το ίδιο και τα παπούτσια. Πάντα είχε περισσότερα παπουτσάδικα το Κολωνάκι απ'' ο,τι οι Αθηναίες πόδια. Τα φαγάδικα πια ανοίγουν μεσοτοιχία το ένα με το άλλο. Τσακάλωφ. Κι άλλα φαγάδικα σερί. Η μία πλευρά του δρόμου είναι πλέον ό,τι τραβά το κέφι σου σε ποτό και φαγητό -από στρείδια μέχρι πιτόγυρα. Η άλλη πλευρά, λουκετοφόρα. Στη Σκουφά έκλεισε το υποκατάστημα της Εθνικής και το ομώνυμο μπαράκι που θυμόμαστε από φοιτητές. Κι άλλα φαγάδικα.

Πάμε παρακάτω. Στο προαύλιο του Άη-Διονύση δεκάδες περιστέρια κάνουν σουλάτσο ανάμεσα στα κορμιά. Οι πλαϊνές πόρτες της εκκλησίας και τα σκαλιά τους στεγάζουν άστεγους... Οι Κολωνακιώτες βγάζουν βόλτα τα σκυλιά τους εκεί. Φαίνεται. Το διαχρονικό γωνιακό καφέ πάντα εκεί. Η Σόλωνος έχει μετατραπεί σε Solο-νος και η Ομήρου σε Ερήμου.
Κτίρια νεοκλασσικά, ορόσημα της περιοχής, ορθώνται κουρασμένα και εγκαταλελειμένα. Είναι τα ίδια που ανακαινισμένα έλαμπαν τη Χρυσή Εποχή του Κλέους, το 2004. Δεν έχει περάσει αιώνας, μόνο 14 χρόνια. Τα περισσότερα φέρουν επιγραφές «ενοικιάζεται-πωλείται», όπως όλα τα άλλα. Σα να ζητούν απεγνωσμένα βοήθεια.

Συνάντησα τον φίλο μου στο τέλος της βόλτας και πήγαμε να τσιμπήσουμε κάτι σε ένα καινούργιο μαγαζί στη Σκουφά. Το εστιατόριο ήταν πίτα στον κόσμο. Βρήκαμε το τελευταίο τραπέζι. Μοντέρνα, μπόχο διακόσμηση και πολύ καλό φαΐ. Άξιζε τον κόπο. Νιώσαμε σα να μην ήμασταν στον ταλαιπωρημένο δρόμο της κατεστραμένης μας πρωτεύουσας, αλλά κάπου αλλού, όπου όλα πάνε καλά. Ο λογαριασμός για δύο σαλάτες κι ένα ποτήρι κρασί ήταν 29 ευρώ. Ουρά περίμενε ο κόσμος το τραπέζι μας, 5μμ, καθημερινή.
Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τι συμβαίνει σε αυτόν τον τόπο.