Της Μαριάννας Σκυλακάκη
Στον απόηχο των αποκαλύψεων για τη διαρροή δεδομένων χρηστών του Facebook στην Cambridge Analytica, το μεν κοινωνικό δίκτυο-γίγαντας προσπαθεί να συνέλθει από τη μεγαλύτερη μέχρι στιγμής κρίση που έχει περάσει στη βραχεία ιστορία του, οι δε χρήστες του, όλοι εμείς, αναρωτιόμαστε, για πρώτη φορά ίσως πιο σοβαρά, τι ξέρει αυτό για εμάς και πώς τα όσα γνωρίζει μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον μας.
Θορυβημένη από τις αποκαλύψεις, βρήκα το κίνημα #DeleteFacebook δελεαστικό. Σε δεύτερη βέβαια σκέψη, έπεισα τον εαυτό μου ότι δεν ήταν ακόμη η ώρα μου να πάρω τέτοια... δραστικά μέτρα. Αποφάσισα όμως ότι το λιγότερο που όφειλα να κάνω ήταν ένα προσωπικό audit, έναν έλεγχο του τι ακριβώς πληροφορίες έχει συσσωρεύσει με τα χρόνια για μένα ο ιδιότυπος αυτός Μεγάλος Αδερφός, που προσκάλεσα στη ζωή μου στις 19 Φεβρουαρίου του 2006.
Βρήκα πάνω-κάτω αυτά που περίμενα, αλλά και μια σειρά από δεδομένα που δεν θυμάμαι ποτέ να έδωσα στο Facebook - από τις επαφές στο κινητό μου μέχρι τις τηλεοπτικές μου προτιμήσεις. Έμαθα επίσης ότι το Facebook έχει με τη σειρά του μοιραστεί τα στοιχεία μου με 15 εταιρείες.
Ένα, δύο, άντε τρία κλικ μακριά
Για αρχή, να σας πω ότι ήταν πάρα πολύ εύκολο να κατεβάσω τα δεδομένα που διατηρεί το Facebook για μένα. Μπήκα στις ρυθμίσεις του λογαριασμού μου και ζήτησα να κατεβάσω ένα αντίγραφο των στοιχείων μου. Έστειλα την αίτηση στις 9 το βράδυ και στις 9.10 είχα λάβει τον σύνδεσμο που θα μου επέτρεπε να τα κατεβάσω στον υπολογιστή μου.
Μου ζητήθηκε δύο φορές το password μου -μη φανταστείτε ότι είναι και το πιο δύσκολο password στον κόσμο- και μου κατέστη σαφές μέσα από διαδοχικά email ότι ο σύνδεσμος αυτός για «λόγους ασφαλείας» δεν θα είναι ενεργός για πάνω από λίγες -δεν έλεγε πόσες- μέρες.
Ο φάκελός μου δεν ξεπερνούσε τα 150 MB. Δεν μου φάνηκαν πολλά, μέχρι που έκανα έναν πρόχειρο υπολογισμό. Αν σε 1 MB χωράνε περίπου 500 σελίδες κειμένου, τα 150 MB αντιστοιχούν σε 75.000 σελίδες αφιερωμένες στο πρόσωπό μου. Ούτε που θα μπορούσα να φανταστώ τι θα μπορούσε να ξέρει κανείς για μένα που να φτάνει σε όγκο 61 τόμους του «Πόλεμος και Ειρήνη»!
Ταξίδι στον χρόνο
Ξεκινώντας τη βουτιά στους τόμους της προσωπικής μου ιστορίας, δεν σας κρύβω ότι το διασκέδασα λιγάκι. Ο φάκελος με τα δεδομένα αποτελούνταν από 4 μέρη: φωτογραφίες, μηνύματα, βίντεο και HTML - η τελευταία κατηγορία με τη σειρά της είχε διάφορες υποκατηγορίες. Μία απ'' αυτές ήταν το περίφημο Timeline, το οποίο δείχνει όλα τα ορατά μηνύματα που μου έχουν αφήσει οι «φίλοι» μου από την ημέρα που γράφτηκα στο Facebook μέχρι σήμερα.
Ταξιδεύοντας πίσω, με χαρά διαπίστωσα ότι κάποιες φιλίες είναι παντοτινές. Το πρώτο μήνυμα που έλαβα ποτέ στον τοίχο μου ήταν από την παιδική μου φίλη και μετέπειτα κουμπάρα μου, η οποία σπούδαζε τότε στην Αμερική. Θυμήθηκα επίσης πώς άρχισαν μια σειρά από φιλίες στο πανεπιστήμιο - μια-δυο ανταλλαγές στο Facebook, οι οποίες σύντομα εξελίχθηκαν σε σχέσεις εκτός του κοινωνικού δικτύου. Επιασα επίσης τον εαυτό μου να αναπολεί παλιές γνωριμίες - μου έκαναν εντύπωση τα «εσωτερικά αστεία», τα οποία μοιραζόμουν με περισσή οικειότητα με ανθρώπους που ήταν ένα φεγγάρι στη ζωή μου, αλλά με τους οποίους έχω πια χαθεί.
Για να μην τα πολυλογώ, έκανα ένα ταξίδι στον χρόνο, το οποίο αμφιβάλλω αν θα ενδιέφερε οποιονδήποτε άλλον. Μέχρις εδώ, καλά. Κάπου εκεί όμως βρέθηκα στον περίφημο φάκελο με τα μηνύματα.
Ψευδαισθήσεις ιδιωτικότητας
Το Facebook δεν ξεχνά το παραμικρό, συνειδητοποίησα, βλέποντας καταγεγραμμένο κάθε τι που έχω πει, με την ψευδαίσθηση μιας κάποιας ιδιωτικότητας, μέσω προσωπικού μηνύματος στην πλατφόρμα. Η χρήση μου θεωρώ ότι, συγκριτικά με άλλους, έχει υπάρξει μάλλον περιορισμένη, ενώ δεν υπάρχει στις συνομιλίες μου κάτι για το οποίο να ντρέπομαι ή να θέλω να ξεχάσω. Θα μπορούσε βέβαια να μην είναι έτσι!
Αλλά ακόμα και στη δική μου περίπτωση, με τα μηνύματά μου να μην περιλαμβάνουν οτιδήποτε γαργαλιστικό, ποιος ξέρει πώς θα μπορούσαν να παρερμηνευθούν και να διαστρεβλωθούν τα λεγόμενά μου σε λάθος χέρια. Μια άποψη την οποία έχω αφήσει πίσω μου, ένα αστείο το οποίο πλέον δεν θα έβρισκα διασκεδαστικό, ένα θυμωμένο σχόλιο για το οποίο έχω μετανιώσει...
Θυμήθηκα τη συμβουλή που μας είχαν δώσει στην εκπαίδευση για την πρώτη μου δουλειά. Γράφοντας ένα επαγγελματικό email, πάντα να σκέφτεστε: «Θα με πείραζε αν τα λεγόμενά μου εμφανιζόταν στην πρώτη σελίδα της ''''Wall Street Journal'''';». Αν η απάντηση είναι ναι, ξανασκεφτείτε το. Πόσοι από εμάς εφαρμόζουμε στις συνομιλίες μας στο Facebook τον ίδιο αυστηρό κανόνα;
Μα, ποια είμαι;
Φτάνουμε στα δεδομένα που δεν θυμάμαι ποτέ να έχω δώσει στο Facebook - αν και δεν αποκλείω να έδωσα κάποια στιγμή με συνοπτικές διαδικασίες τη συναίνεσή μου, κάνοντας το λάθος να μη διαβάσω τα ψιλά γράμματα των εκάστοτε όρων και προϋποθέσεων.
Δεν θυμάμαι λοιπόν να έδωσα στο Facebook όλα τα τηλέφωνα των επαφών στο κινητό μου - δεν μπορώ να σκεφτώ καν γιατί θα ήταν τα τηλέφωνα αυτά χρήσιμα σε κάτι, στο πλαίσιο της χρήσης του. Δεν θυμάμαι να είπα ποτέ στο Facebook ότι βλέπω την τηλεοπτική σειρά «Extant», και όμως, για κάποιο λόγο το ξέρει. Δεν θυμάμαι να έδωσα στο Facebook την άδεια να δώσει τα στοιχεία μου στο Uber Eats, στο Airbnb ή στο Net-A-Porter, και όμως, να τη η λίστα των 15 brands που έχουν τα στοιχεία μου.
Όσο για το διαφημιστικό προφίλ μου; Θα το χαρακτήριζα οριακά σχιζοφρενές. Μου αρέσουν τα ταξίδια, οι χημικές ενώσεις, η Μύκονος, η λογοτεχνία, τα κολάν, οι σκυταλοδρομίες, ο Χαρούκι Μουρακάμι, ο Σάκης Ρουβάς, το West Wing, τα σπα, η παράδοση, ο Γκι Φερχόφσταντ, μια μπάντα ονόματι Panda, η Nokia, η ελευθερία του Τύπου, οι καρτ ποστάλ και άλλες περίπου 100 κατηγορίες - κάποιες εξαιρετικά ακριβείς, άλλες απολύτως αναληθείς. Πώς ακριβώς τα ξέρει όλα αυτά; Ειλικρινά δεν ξέρω.
Είμαστε τα προϊόντα
Ακόμη είναι νωρίς για να έχουμε εικόνα όσον αφορά την πραγματική απήχηση που είχε το κίνημα #DeleteFacebook, καθώς και την επίδρασή του στον αριθμό χρηστών του κοινωνικού δικτύου. Είναι νωρίς για να ξέρουμε αν και πόσο θα αλλάξει το Facebook στον απόηχο των αντιδράσεων. Αν όμως μου άφησε κάτι η όλη υπόθεση είναι μια μεγαλύτερη καχυποψία απέναντι στο Facebook και τα λοιπά κοινωνικά αδελφάκια του. Μια καχυποψία άρρηκτα συνδεδεμένη με την κατανόηση ότι, τελικά, όταν μιλάμε για κοινωνικά δίκτυα, δεν είμαστε ο πελάτης, όπως πιθανώς και αφελώς νομίζαμε μέχρι τώρα, αλλά το ίδιο το προϊόν.
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Δευτέρας 2 Απριλίου