Επί σχεδόν μισό αιώνα, η Νέα Δημοκρατία πρωταγωνιστεί σταθερά στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Η μεγάλη οικονομική και κυρίως πολιτική κρίση του 2010 εαν και την κλόνισε δεν τη συρρίκνωσε σε ρόλο πολιτικού κομπάρσου και παρά την αρχική αρνητική της θέση απέναντι στα προγράμματα διάσωσης της χώρας, κατάφερε ο ισολογισμός για τη στάση της τη δύσκολη εκείνη περίοδο να είναι θετικός και να καταγραφεί στη συνείδηση των πολιτών ως το κόμμα που με τις ιστορικές του επιλογές στοιχίζεται σταθερά στη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Η Νέα Δημοκρατία έχει το μοναδικό προνόμιο να διαθέτει στις τάξεις της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της και δύο πρώην πρωθυπουργούς οι οποίοι αν και έχουν επιλέξει να μην παρεμβαίνουν - κάτι που ορισμένοι, κυρίως όσοι δεν γνωρίζουν τα νεοδημοκρατικά ήθη, ερμηνεύουν ως κριτική στην ηγεσία - λειτουργούν μαζί με τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη και τη Ντόρα Μπακογιάννη ως «Νέστορες» του κόμματος, διαχειριζόμενοι χρήσιμες ζυμώσεις μεταξύ βουλευτών και στελεχών ενώ στο παιχνίδι έχει μπει δυναμικά και η νέα γενιά, με την εντυπωσιακή δραστηριότητα του Γραμματέα του κόμματος Παύλου Μαρινάκη που μαζί με τον Γιάννη Μπρατάκο (διευθυντή της ΝΔ) όσοι γνωρίζουν καλύτερα από εμάς τα εσωκομματικά μας διαβεβαιώνουν ότι πρόκειται για πολύ αποτελεσματικό διδυμο.
Ορισμένοι πιστεύουν ότι εντός της Νέας Δημοκρατίας δεν υπάρχουν ιδεολογικές διαφορές για να συζητηθούν στο συνέδριο, αυτό το Σαββατοκύριακο. Ουδέν ανακριβέστερο. Από την πρώτη μέρα της ίδρυσής της, η Νέα Δημοκρατία στεγάζει πολλές δυνάμεις, με διαφορετικά πολιτικά πρόσημα και τη δική τους εμβέλεια στις τοπικές κοινωνίες. Όμως άπαξ και η ΝΔ παρέμεινε ένα κόμμα εξουσίας, είναι επόμενο να είναι η εξουσία που λειτουργεί ως το συνδετικό υλικό των τάσεων της. Εξάλλου, αντίθετα από την αριστερά, η δεξιά δεν επιδίδεται σε ατέρμονες συζητήσεις και ζυμώσεις που αποσυσπειρώνουν κάθε κόμμα.
Αυτός είναι ο ένας λόγος που στο Συνέδριο δεν περιμένουμε και κυρίως δεν μας ενδιαφέρει καθόλου να ακούσουμε συζητήσεις ιδεολογικού χαρακτήρα και κυρίως μεταξύ φιλελεύθερων και συντηρητικών.
Πλησιάζοντας και την ολοκλήρωση του τρίτου χρόνου στην εξουσία περιμένουμε το έργο της κυβέρνησης να νοηματοδοτηθεί με όρους πολιτικούς. Δηλαδή οι πολλές και μικρές (κάποιες μεγάλες) μεταρρυθμίσεις που έχουν νομοθετηθεί να γίνουν οι ψηφίδες που θα δημιουργούν μια εικόνα του σήμερα και κυρίως του αύριο δεδομένου ότι οι αλλαγές θέλουν κάποιο χρόνο να λειτουργήσουν.
Έχοντας κυβερνήσει ήδη για τρία χρόνια, έχοντας νομοθετήσει πολλά μικρά και μεγάλα, περιμένουμε να ακούσουμε πως η Νέα Δημοκρατία βλέπει να διαμορφώνεται το παρόν και πως οραματίζεται το μέλλον. Αυτά μας ενδιαφέρουν.
Στο τέλος της ημέρας, κανένας δεν συνεγείρεται για το +1% του ΑΕΠ. Όμως, ακόμα και στη συγκυρία των μεγάλων κρίσεων, οι Έλληνες έχουμε την ανάγκη να ακούσουμε μια ιστορία για το μέλλον που θα περιγράφει όλους εμάς πρωταγωνιστές στη ζωή μας και πάνω απ'όλα ευτυχισμένους. Το Συνέδριο είναι μια καλή ευκαιρία αυτή η ιστορία να ξαναειπωθεί, εμπλουτισμένη.