Της Βίβιαν Ευθυμιοπούλου
Το να λένε ο Πρωθυπουργός και το κόμμα του ψέματα επτά φορές την εβδομάδα και να επιχειρούν να διαστρέψουν μέχρι και τα «και» που εκστομίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μπορούμε να το καταλάβουμε κι εννοούμε γνωσιακά, είναι κάτι που χωράει στο πεδίο του επιστητού.
Αυτό που πραγματικά αδυνατούμε να συλλάβουμε είναι τι σκέφτηκαν όσοι ενώ δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ θεώρησαν πιθανό ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, δέκα μέρες πριν από μια εξαιρετικά κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση, να πρότεινε για τις εργασιακές σχέσεις κάτι που δεν ισχύει πουθενά στο δυτικό κόσμο.
Καλά, για τους μεγάλους φωτοδότες και ινστρούχτορες του φιλελευθερισμού που πήραν προσωπικά τις αναφορές για την πρακτική διανομής μέρους των κερδών που εφαρμόζουν κάποιες επιχειρήσεις θα τα πούμε άλλη φορά. Ενώ έχουμε τον Τσακαλώτο που ως άλλος Σερίφης του Σέργουντ είναι ένα στάδιο πριν αρχίσει να σταματάει τον κόσμο στο δρόμο για να του πει «Τα λεφτά σου ή τη ζωή σου» (μεταξύ μας, θα ήταν πιο έντιμο από τον τυφλό τρόπο φορολόγησης) είναι πανέτοιμοι να πάρουν στο κυνήγι τον Μητσοτάκη και μάλιστα στο όνομα του φιλελευθερισμού.
Τι είναι αυτό που κάνει το μέσο εγκέφαλο να μπλοκάρει ειδικά όταν πρόκειται για θέμα που σχετίζεται με τα εργασιακά;
Μια εξήγηση έδωσε στην προσωπική της σελίδα στο facebook η καθηγήτρια Βάσω Κιντή:
«Πέραν των κατ΄επάγγελμα διαστρεβλωτών, ένα άλλο θέμα που πρέπει να θυμόμαστε και το οποίο εξηγεί τόσο γιατί ο Συριζα επιδίδεται στην ωμή διαστρέβλωση όσο και γιατί και άλλοι την αναπαράγουν χωρίς να ωφελούνται κατ'' ανάγκην, είναι ότι στην Ελλάδα υστερούμε τραγικά στην κατανόηση κειμένου, και λόγου γενικότερα. Ακόμη και στο πανεπιστήμιο, το πιο δύσκολο είναι να καταλάβουν οι φοιτητές την ερώτηση στις εξετάσεις. Γι'' αυτό και στην πολιτική, συνηθίζονται τα συνθήματα και οι εμβληματικές λέξεις πίσω από τις οποίες καλείσαι να στοιχηθείς σχεδόν αταβιστικά, όχι να σκεφτείς».
Εμείς έχουμε μια ακόμα εξήγηση. Υπάρχει αρκετός κόσμος που αγωνιά να κρατά «ίσες αποστάσεις» (δεν αναφερόμαστε στον κατ΄επάγγελμα «ισαποστακισμό» τώρα) ενώ βέβαια ο δημόσιος λόγος του μόνο μετριοπαθής και ψαγμένος δεν είναι. Από τη μία, οι πολίτες έχουν δίκιο να μην επιθυμούν να συμμετέχουν στο διαρκές «ξεκατίνιασμα» και στην κομματική υστερία. Από την άλλη όμως αυτή η συμπεριφορά δεν είναι δηλωτική κριτικού πνεύματος, ακριβώς το αντίθετο.
Θα θέλαμε να κλείσουμε αυτό το σημείωμα με μια θετική κατακλείδα αλλά μας είναι δύσκολο. Ας ευχηθούμε μόνο η πολιτική αλλαγή που θα σημειωθεί στη χώρα να αλλάξει τους όρους της δημόσιας συζήτησης. Μια φιλελεύθερη διακυβέρνηση σημαίνει και ένα διαφορετικό τρόπο επικοινωνίας που θα αναβαθμίσει συνολικά το επίπεδο της συζήτησης. Το ευχόμαστε, το ελπίζουμε.