Τι έχουν τα έλατα κι αρπάζουν;

Τι έχουν τα έλατα κι αρπάζουν;

Του Τριαντάφυλλου Καρατράντου*

Σε μία άλλη χώρα θα μπορούσε να είναι ο τίτλος μιας εισήγησης σε ημερίδα του Γεωπονικού Πανεπιστημίου για το βέλτιστο είδος δέντρου για εκτεταμένη αναδάσωση. Σε αυτή την άλλη όμως χώρα θα είχαν ξεκαθαρίσει ορισμένα βασικά προαπαιτούμενα του κοινωνικού συμβολαίου για την ασφάλεια. Δεν θα υπήρχε καλή και κακή βία. Θα υπήρχε συνολική καταδίκη του εξτρεμισμού, ανεξαρτήτως χρώματος και ιδεολογικής κάλυψης. Δεν θα εξομοιώνονταν οικονομικές και εργασιακές πολιτικές με τρομοκρατικές επιθέσεις. Το κράτος και μόνο αυτό και όταν ήταν απαραίτητο και στο πλαίσιο των συνταγματικών, νομικών και επιχειρησιακών κανόνων θα μπορούσε να ασκήσει βία.

Στην Ελλάδα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Το έλατο και το κάψιμό του αποτελούν θέμα πολιτικής αντιπαράθεσης, καθημερινής κάλυψης από τα ΜΜΕ και πεδίο έρευνας πολιτικών επιστημόνων και κοινωνιολόγων που καταπιάνονται με τη μελέτη της βίας. Γιατί όμως προέκυψε αυτή η ελατομαχία; Θα πρέπει κάποιος να ανατρέξει έντεκα χρόνια πίσω, στις περισσότερες από είκοσι ημέρες βίας και καταστροφών που ακολούθησαν τον φόνο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Τότε, το δέντρο που στολίστηκε για τα Χριστούγεννα του 2008 στην Πλατεία Συντάγματος αποτέλεσε εμβληματικό στόχο των βίαιων ομάδων. Έχουν μείνει άλλωστε αλησμόνητα τα περίφημα αντι-κάλαντα, όπου το έλατο «δεν θα τη γλιτώσει, θα καεί μία βραδιά και ας έχει μπάτσους στα κλαδιά». Το έλατο κανονικοποιήθηκε στον δημόσιο διάλογο ως οργισμένη νεανική αντίδραση.

Μας το θύμισαν το τελευταίο διάστημα οι αναφορές στο απαράδεκτο «μπάτσοι - γουρούνια - δολοφόνοι» ως σύνθημα που χρησιμοποιούν οι νεολαίοι όταν θέλουν να κάνουν κάποια ρίμα. Η γλώσσα όμως έχει δύναμη, δημιουργεί πραγματικότητες και επηρεάζει αντιλήψεις, ιδιαίτερα όταν αυτές δημιουργηθούν έξω από το φίλτρο των θεσμών. Προφανώς και οι θεσμοί δεν είναι θεϊκές εντολές σε πέτρινη πλάκα που δεν μπορεί και δεν πρέπει να αλλάξουν. Ωστόσο, οι θεσμοί είναι το κοινά συμφωνημένο πλαίσιο ρύθμισης της λειτουργίας της δημοκρατίας, της αποτελεσματικότητας και του ελέγχου των εξουσιών και της προστασίας των ατομικών, αλλά και των συλλογικών δικαιωμάτων. Είναι το νεωτερικό όριο που προστατεύει μία κοινωνία από τη ζούγκλα της ανομίας, αλλά και τον αυταρχισμό της υπερεξουσίας.

Οι θεσμοί όμως δεν μπορούν να λειτουργήσουν μέσα σε ένα πλαίσιο εκτεταμένης καχυποψίας, διαρκούς αμφισβήτησης και ιδεοληπτικής απόρριψης. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η σωρευτική και άκριτη αμφισβήτηση των θεσμών ήταν βασικός συντελεστής της κρίσης και ουσιαστικό μοχλός της κανονικοποίησης της βίας ως απάντηση σε ό,τι αντιλαμβανόταν ο καθένας ως «βία του κράτους». Η αστυνομία είναι ένας βασικός θεσμός των κρατών, καθώς έχει ως κύρια αποστολή την ασφάλεια των πολιτών, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής του νόμου. Ο νομοθέτης, σε όλες τις δυτικές χώρες, έχει εντάξει και τη δυναμική παρέμβαση, όταν αυτή είναι απαραίτητη, στις λειτουργίες των Σωμάτων Ασφαλείας. Αυτές οι δυναμικές παρεμβάσεις ελέγχονται από εσωτερικές διαδικασίες και ανεξάρτητες αρχές και αν ξεπεράσουν το επιτρεπόμενο όριο και την αναλογικότητα, τιμωρούνται. Αυτό είναι το βασικό πλαίσιο του κοινωνικού συμβολαίου για την ασφάλεια, στο οποίο όμως δεν περιλαμβάνεται η εξομοίωση της δυναμικής παρέμβασης με τη βία των μπαχαλάκηδων, αντίθετα, αυτές οι προσεγγίσεις το μόνο που κάνουν είναι να σκίζουν κομμάτια αυτού του συμβολαίου.

Μπορείς να κάψεις το έλατο για πολλούς λόγους. Επειδή είσαι μηδενιστής, επειδή το θεωρείς συνώνυμο της κανονικότητας, ή πράξη επανάστασης κατά του κράτους, ή και επειδή σου τη δίνουν τα Χριστούγεννα. Η πράξη όμως παραμένει ίδια και δεν πρέπει κανείς να την αιτιολογεί και κανονικοποιεί, γιατί η βία, ανεξαρτήτως έντασης, παραμένει βία και σπέρνει μίσος.

* Ο Τριαντάφυλλος Καραντράντος είναι Δρ Ευρωπαϊκής Ασφάλειας και Νέων Απειλών