Θεσσαλονίκη, 18 Αυγούστου 1917

Θεσσαλονίκη, 18 Αυγούστου 1917

Του Φάνη Ουγγρίνη*

Θεσσαλονίκη, 18 Αυγούστου 1917.

Μια τηγανιά ψάρια που ξεχάστηκε στη φωτιά. Αυτή είναι η δικαστικά αποδεκτή θέση για την μεγάλη πυρκαγιά που κατέκαψε τη Θεσσαλονίκη και που μετέβαλε οριστικά τον χαρακτήρα της. Βέβαια και τότε οι θεωρίες συνωμοσίας αυθονούσαν, δεν τις ανακάλυψαν οι Συριζαίοι. Θυμάμαι τον παππού μου, 17χρονο παλικάρι τότε, όταν μου έλεγε με νόημα πως το νερό που έριχναν οι βρετανοί πυροσβέστες φούντωνε τις φλόγες αντί να τις σβήνει. Όμως, αν κρίνουμε από τις καταγραφές των ποικίλων οργάνων τάξης που περιφέρονταν στην πόλη τα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου, μάλλον για αδιαφορία μπορούν να κατηγορηθούν τα στρατεύματα της Αντάντ παρά για εμπρησμό. 

Είναι αλήθεια πως η καταστροφή αυτή θα πρέπει να ήρθε σαν Μάννα εξ ουρανού για κείνους που ενοχλούνταν από τη θέα μιας ευρωπαϊκής μητρόπολης γεμάτης μιναρέδες, μουσουλμανικά μνήματα και χαμάμ. Μέσα σε δύο μέρες είχε εξαφανιστεί οριστικά ένας αστικός ιστός ο οποίος μεταβαλλόταν απαλά επί δύο χιλιάδες χρόνια, με την οθωμανική επιρροή να ήταν απλώς το πιο πρόσφατο ρετουσάρισμα. Από την ρωμαϊκή κατάκτηση οι δρόμοι και οι χρήσεις γης είχαν μείνει ουσιαστικά ίδια. Οι Βυζαντινοί άφησαν τα παλιά δημόσια κτίρια να ρημάξουν, και με τα οικοδομικά υλικά προσέθεσαν εκκλησίες και τείχη. Και στο τέλος, οι Τούρκοι μετέτρεψαν τους ναούς σε τεμένη, τα ερείπια των αρχαίων σε εβραϊκές γειτονιές και το αρχαίο λιμάνι σε αγορά. Όλα αυτά τα χρόνια ο πληθυσμός κατοικούσε ουσιαστικά στα ίδια σπίτια, τα οποία απλώς επισκευάζονταν και επεκτείνονταν, ανάλογα με τις εκάστοτε συγκυρίες. Το 1870 η ρωμαϊκή λαμπρή Μέση Οδός, αυτή που σήμερα ονομάζεται Εγνατία, και η κύρια κάθετη της, η μετέπειτα Σαμπρί Πασά και νυν Βενιζέλου, είχαν εκφυλιστεί σε σοκάκια. 

Μετά τον μοιραίο εκείνο Αύγουστο όλα άλλαξαν. Το σχέδιο του Γάλλου πολεοδόμου και έφεδρου αξιωματικού Εμπράρ προέβλεπε νέες λεωφόρους, μεγάλες πλατείες, μνημειακές οδούς, περίοπτα δημοσιά κτίρια, όλα σύμφωνα με τον μάλλον ταιριαστό μα και μοδάτο τότε νεοβυζαντινό ρυθμό. Η κυριότερη ίσως αλλαγή θα συνέβαινε μέσα από τον σύγχρονο τρόπο οδοποιίας, που θα εφαρμοζόταν για πρώτη φορά στην πόλη. Η μέθοδος Μακ Άνταμ θα ερχόταν να αντικαταστήσει εκείνη που επικρατούσε από την εποχή του... Μάρκου Αυρήλιου. Οι νέες κλίσεις και επιχωματώσεις θα έχωναν χαμηλά τους ναούς του παρελθόντος χαμηλά. Παράλληλα, η ανοικοδόμηση πολυώροφων κτιρίων σήμανε και βαθύτερη θεμελίωση, με αποτέλεσμα την εκσκαφή όλων των οικοδομικών υπολειμμάτων του παρελθόντος. Οι νεόδμητες πολυκατοικίες δεν θα είχαν ελληνιστικά μάρμαρα στα υπόγεια τους, σαν εκείνα τα μυστηριώδη που βρίσκονταν στο σπίτι του παππού μου στην Ιασωνίδου. Και τέλος, με τις νέες χαράξεις και κατασκευές θα εξαφανίζονταν και οι ξεχωριστές γειτονιές του παρελθόντος, Έλληνες, Εβραίοι, Τούρκοι και λοιποί  θα ζούσαν όλοι μαζί αρμονικά. Μέτα το 1913 έφυγαν οι Βούλγαροι. Το 1922 έφυγαν οι Τούρκοι κι ήρθαν οι πρόσφυγες συμπατριώτες μας. Το 1942 δολοφονήθηκαν οι Εβραίοι. Το 1945 εντάθηκε η αποχώρηση των Αρμενίων. Μετά τον Β'' ΠΠ και την ανοικοδόμηση του ''60 η πόλη είχε γίνει αγνώριστη. Έγινε και καλύτερη;
Πολλοί συμπολίτες μου θεωρούν πως η μεσαιωνική πόλη ήταν προτιμότερη. Αγνοούν όμως πως δεν μιλάμε για μια Φλωρεντία ή για μια Πράγα. Το παλιά σπίτια ήταν κατασκευασμένα εν πολλοίς από άχυρο και λάσπη, στερεωμένα με ξύλινο σκελετό, πάνω σε μια χοντροκομμένη πέτρινη βάση. Αποχετεύσεις δεν υπήρχαν, ούτε και ύδρευση. Στους θεόστενους δρόμους κυκλοφορούσαν μόνο γαϊδουράκια και κάρα, ούτε λόγος για αυτοκίνητα. Οι στριμωγμένες γειτονιές μύριζαν άσχημα, στους σκοτεινούς δρόμους κυκλοφορούσαν αρουραίοι αλλά και περίεργοι τύποι, οι φωτιές ήταν συχνό φαινόμενο. Οι Τούρκοι γνώριζαν αυτά τα προβλήματα κι είχαν ξεκινήσει σχέδιο αντιμετώπισής τους μετά το Τανζιμάτ. Ο Εμπράρ ήρθε για να τους φορέσει τα γυαλιά. 

Όσο κι αν δεν το πιστεύει μια άλλη μεγάλη μερίδα Σαλονικιών, το σχέδιο υλοποιήθηκε σε πολύ μεγάλο ποσοστό, τουλάχιστον ως μπούσουλας. Όλοι οι σημερινοί δρόμοι της παλιάς πόλης σχεδιάστηκαν τότε, και το ίδιο ισχύει για τις πλατείες, για τους αρχαιολογικούς χώρους και για την μνημειακή Αριστοτέλους. Τότε χωροθετήθηκε η Πανεπιστημιούπολη, τότε προβλέφθηκε παραλιακή λεωφόρος προς την Καλαμαριά. Τί μεταβλήθηκε; Έμεινε στα χαρτιά η λεωφόρος της Παλιάς Παραλίας, δίνοντας την θέση της στον εντελώς ανεπαρκή οθωμανικό δρόμο που έχουμε σήμερα, και τον οποίο δεν έχουμε βρει τρόπο να αντικαταστήσουμε μετά έναν αιώνα. Κι ίσως η κυριότερη αλλαγή συνέβη στα κτίρια. Αρχικά, μετά το 1924 άρχισε η ανέγερση μεγάρων μέχρι πέντε ορόφων, με ευρείς ακάλυπτους χώρους, πανέμορφες κρυφές αυλές με δέντρα. Μετά το ''50, η ανοησία απροσδιόριστων εντόπιων παραγόντων επέτρεψε την ανέγερση οκταόροφων με μεγαλύτερη κάλυψη. Το πανέμορφο δυναμικό από εκλεκτικιστικά, νεοβυζαντινά, νεοκλασικά, Αρ Νουβώ και κυβιστικά οικοδομήματα αντικαταστάθηκε μαζικά από τις υπάρχουσες απρόσωπες "συρταριέρες". Οι κρυφές εσωτερικές αυλές έγιναν άθλιες αποθήκες μαγαζιών, οι δρόμοι σκοτείνιασαν κάτω από ορόφους και μπαλκονάρες. Ορόσημα, όπως τα Διονύσια, το Κρυστάλ και το θέατρο Λευκού Πύργου εξαφανίστηκαν. Η λαμπερή περίοδος είχε λάβει τέλος. 

Μαζί όμως με το αισθητικό μέρος, αγνώριστες έγιναν η οικονομική και κοινωνική ζωή. Σκεφθείτε κάτι απλό. Επί τρία χρόνια οι έμποροι της πόλης μάζευαν πλούτη γδέρνοντας το πολύχρωμο και πολύγλωσσο στρατιωτικό σώμα, 400.000 από δαύτους να αλωνίζουν σε μια πόλη 150.000 (μέχρι και τον Χο Τσι Μινχ φιλοξενήσαμε). Η πυρκαγιά δημιούργησε μέσω συνενώσεων οικόπεδα φιλέτα, πολλά από τα οποία πέρασαν στην κατοχή του δημοσίου μετά την Ανταλλαγή. Μεγαλοκεφαλαιούχοι συγκέντρωσαν σημαντικότατες ακίνητες περιουσίες, εκτοπίζοντας τους μικροϊδιοκτήτες. Οι φτωχοί Εβραίοι, μια μάζα 50.000 ψυχών, βρέθηκαν σε καταυλισμούς υπό άθλιες συνθήκες. Οι Μικρασιάτες και Πόντιοι, που κατέφθασαν λίγο αργότερα, είχαν την ίδια μίζερη μοίρα, καταφεύγοντας στις τεράστιες εγκαταλειμμένες εγκαταστάσεις των Συμμάχων. Γνωρίζοντας κανείς αυτά τα δεδομένα δεν εκπλήσσεται για την πολιτική ριζοσπαστικοποίηση πάμπολλων μελών τούτων των κοινωνικών ομάδων. Ο πολιτικός χάρτης της Θεσσαλονίκης άρχισε να χαράζεται μέσα στα αποκαΐδια, κι είχε ολοκληρωθεί κατά το τέλος του Εμφυλίου. 

Ένας αιώνας λοιπόν πέρασε, και τον εορτασμό της αμφιλεγόμενης επετείου ουσιαστικά ανέλαβαν δύο φορείς άσχετοι με τους ΟΤΑ, η ΔΕΘ και η Παράλλαξη. Δύο φορείς της αγοράς, δύο φορείς υποστηρικτικοί όλης της ιδιωτικής οικονομίας έσπευσαν να καλύψουν το κενό που άφησαν Δήμος, Περιφέρεια και Υπουργείο (ναι, υπάρχει ακόμη), με την πυρπόληση μιας μεγάλης χάρτινης αναπαράστασης του χθες. Ίσως αποδειχθεί άθελα συμβολική αυτή η πρωτοβουλία. Ίσως να σημαίνει πως οι τοπικές δυνάμεις της πραγματικής ζωής θα πρέπει να αναλάβουν την σύλληψη και σταδιακή υλοποίηση ενός νέου πλάνου εκατό ετών. Ίσως μετά την εκδήλωση που έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει η αναγκαία αφύπνιση του δραματικά απομειωμένου πλέον αξιόλογου ανθρώπινου δυναμικού, ώστε να ανανεωθεί το παγωμένο τοπικό πολιτικό σκηνικό. Ίσως μετά εκατό χρόνια να κάψουμε μια μακέτα της σημερινής πόλης. Ίσως όμως και να ονειρεύομαι πως δεν θα επαναλάβουμε τα λάθη μας....

* Ο κ. Φάνης Ουγγρίνης είναι επιχειρηματίας.