Της Γιάννας Γ. Παναγοπούλου*
«… Η λειτουργία του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι η αρχή ίσως περισσοτέρας προσοχής εκ μέρους των κυβερνώντων όπως αποφεύγουν παρανόμους πράξεις… Όταν δε, έστω και άνευ προθέσεως, διαπράξη η κυβέρνησις καμίαν παρανομίαν και έλθη το Συμβούλιον της Επικρατείας να της πη ότι της ακυρώνει την πράξιν της ταύτην, σας βεβαιώ ότι θα έλθω προσωπικώς να συγχαρώ και να σφίξω το χέρι του προέδρου και των μελών του Συμβουλίου της Επικρατείας, διότι υπενθύμισαν εις την κυβέρνησιν ότι δεν έχει το δικαίωμα να παρανομή».
Είναι περικοπή από την ομιλία του Ελευθερίου Βενιζέλου, που εκφώνησε στις 17 Μαΐου 1929 στην πρώτη συνεδρίαση του νεοσύστατου τότε Συμβουλίου της Επικρατείας.
Ογδόντα οκτώ χρόνια μετά, η αυτονόητη εγγυητική λειτουργία της Δικαιοσύνης και η διάκριση των εξουσιών αμφισβητούνται καίρια. Ο σημερινός πρωθυπουργός θεωρεί «θεσμικό εμπόδιο» τη Δικαιοσύνη και τις αποφάσεις της.
Για πρώτη φορά στα χρόνια της μεταπολίτευσης ο Πρόεδρος του ίδιου Δικαστηρίου στηλιτεύει δημόσια και καταγγέλλει τη σχεδιασμένη επίθεση της κυβέρνησης σε βάρος της Δικαιοσύνης με στόχο την άλωσή της. Τα γεγονότα της συστηματικής, πρωτοφανούς και κλιμακούμενης επίθεσης των κυβερνητικών σε βάρος της Δικαιοσύνης περιλαμβάνουν απειλές, λοιδορίες, ιταμές εκφράσεις, δημόσια διαπόμπευση και εκφοβισμό των λειτουργών της, επίκριση χωρίς νομικές αιτιάσεις και ευτελισμό των δικαστικών αποφάσεων που δεν είναι αρεστές, αμφισβήτηση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και του θεσμικού της ρόλου ως πυλώνα του πολιτεύματος και εν τέλει καταστρατήγηση της συνταγματικής τάξης.
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων καταγγέλλει παρακρατική λειτουργία «έμμισθων κονδυλοφόρων», που θυμίζει όσα συμβαίνουν στην Τουρκία και την Πολωνία και επισημαίνει τον κίνδυνο για την ίδια τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τους θεσμούς, ενώ το ίδιο έκανε, πριν από λίγο καιρό και η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδας. Η ένταση και ο τρόπος με τον οποίο οι δικαστικές ενώσεις υπερασπίζονται τη θεσμική υπόσταση της Δικαιοσύνης, εντείνει την ανησυχία για τις προθέσεις και τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης.
Με τη μέθοδο των διαρροών, κυρίως μέσω των κυβερνητικών «Πράβντα» και «Ιζβέστια», η κυβέρνηση απειλεί (;) με δημοψήφισμα την κατάργηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, και τη θέσπιση Συνταγματικού Δικαστηρίου για να παρακάμψει τις θεσμικές συνταγματικές αντιστάσεις του. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρωτίστως ως εκ της αρμοδιότητάς του, όπως άλλωστε προανήγγειλε, αλλά και οι πολιτικές δυνάμεις και οι πολίτες οφείλουν να μην επιτρέψουν κανένα συνταγματικό πειραματισμό και η κυβέρνηση οφείλει, το συντομότερο, να συνειδητοποιήσει ότι ούτε η Δικαιοσύνη θα μετατραπεί σε Υπουργείο της ούτε η Ελλάδα θα γίνει Τουρκία, Πολωνία, ή Βενεζουέλα.
Οι αποκαλύψεις Βαρουφάκη ωστόσο για το πώς η χώρα έφτασε στο χείλος της καταστροφής, φορτώθηκε 100 δις από μια παρέα επικίνδυνων τυχάρπαστων μαθητευόμενων μάγων που τζόγαραν στις πλάτες της, έτοιμοι να τη βγάλουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ, έτοιμοι για πολιτικό και οικονομικό πραξικόπημα, δεν αφήνουν περιθώριο εφησυχασμού, ιδίως αν σκεφτούμε πόσες ακόμα αποφάσεις έχουν πάρει, τις οποίες δεν γνωρίζουμε και δεν θα μάθουμε.
*Η κ. Γιάννα Γ. Παναγοπούλου είναι Δικηγόρος στον Άρειο Πάγο, Διδάκτωρ Νομικής, Μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του Ποταμιού και Πολιτική Υπεύθυνη του Τομέα Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.