Με ποια κριτήρια θα ψηφίσουν οι Έλληνες τον Απρίλιο του 2023 όταν στηθούν οι κάλπες, σύμφωνα με τη βούληση της πλειοψηφίας των πολιτών και τη βούληση Μητσοτάκη αν φυσικά δεν υπάρξει μια δραματική ανατροπή και των δυο βουλήσεων;
Κάνε με προφήτη, να σε κάνω πλούσιο. Ακόμη κι αν δεν είχε μπει στην εξίσωση, ο πόλεμος με τα συνεπακόλουθά του, μια τέτοια συζήτηση θα ήταν άνευ περιεχομένου. Τα δεδομένα μας είναι φτωχά. Μας τα παρέχουν οι δημοσκοπήσεις με τις όποιες επισφάλειες τους και τα σίγουρα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών. Η πλειοψηφία λέει στον πρωθυπουργό και στους υπουργούς: δε θέλω πρόωρες εκλογές, θα κυβερνήσετε μέχρι το όριο που θέτει το Σύνταγμα και μετά θα κάνουμε τον λογαριασμό. Δε θα προσθέσετε στην αβεβαιότητα και την ανησυχία που νοιώθω, αγωνία αν η χώρα θα έχει κυβέρνηση, αν θα είναι αυτοδύναμη ή συνεργασίας, ποιος θα τα βρει με ποιον, ο Τσίπρας με τον Ανδρουλάκη ή ο Μητσοτάκης με τον Ανδρουλάκη. Τέτοιου είδους σκέψεις και συζητήσεις δε γίνονται από τους ψηφοφόρους ενώ η κάλπη απέχει τόσους μήνες. Τις κάνουν πολιτικοί, δημοσιογράφοι, δημοσιολογούντες αλλά όχι οι πολίτες.
Η φυσιολογική πίεση που αισθάνεται ο κόσμος μέσα σε καθεστώς συνολικής και συλλογικής αβεβαιότητας, εκφράζεται εξίσου φυσιολογικά ως πίεση και δυσαρέσκεια προς την κυβέρνηση και τις επιλογές της.
Όμως σε καμιά στιγμή το επίπεδο της δυσαρέσκειας, δεν περνάει τον Ρουβίκωνα της απόρριψης. Εκεί όπου οι δημοσκόποι εντοπίζουν την φάση της καθοδικής πορείας μιας κυβέρνησης.
Τέτοια τάση δεν έχει καταγραφεί, ούτε στις χειρότερες στιγμές της παρούσας κυβέρνησης. Στην τελευταία δημοσκόπηση της Opinion Poll η ΝΔ διατηρεί προβάδισμα 8,9% μονάδων. Τον Αύγουστο του 2021, μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές που κατέκαψαν τη χώρα και της καταλογίστηκαν μεγάλες ευθύνες, η Prorata έδινε τη διαφορά στο 8%. Κέρδισε τον Ιούλιο του 2019 τις εκλογές με προβάδισμα 8,3%.
Ο κόσμος δυσανασχετεί με πολλά, απαιτεί περισσότερα, αλλά δεν απορρίπτει την επιλογής που έκανε το 2019.
Αντιθέτως, συνεχίζει να απορρίπτει συντριπτικά την πιθανή εναλλακτική που εμφανίζεται, με τη μορφή του ΣΥΡΙΖΑ. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης χάνει περισσότερους πόντους, σε δημοφιλία από τον πρωθυπουργό που κυβερνάει και εισπράττει το κόστος ενδογενών και εξωγενών κρίσεων, λαθών, και φυσιολογικής φθοράς. Δεν ήταν σύνηθες πριν στη σύγκριση μπουν Μητσοτάκης και Τσίπρας. Αυτό φαίνεται θα μείνει μέχρι τέλους το βασικό κριτήριο.