Της Μαίρης Βενέτη*
Η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας αυτή τη βδομάδα δημοσιοποίησε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα νέα μελέτη, όσον αφορά τις παραμέτρους που μπορούν να αναδείξουν την Ελλάδα σε διεθνές κέντρο ανώτατης εκπαίδευσης.
Παραθέτω το link όχι μόνο γιατί περιέχει εξαιρετικά στοιχεία, αλλά και γιατί θεωρώ ότι προσφέρει γόνιμο έδαφος για έμπνευση και διεκδίκηση των όσων θα μπορούσε να πετύχει η χώρα μας.
Βάσει των εκτιμήσεων της συγκεκριμμένης μελέτης, το διεθνές περιβάλλον είναι ευνοϊκό για το συγκεκριμμένο εγχείρημα, καθώς οι ροές των διεθνών φοιτητών έχουν πολλαπλασιαστεί τις τελευταίες δεκαετίες, αγγίζοντας τα 4,5 εκατ. το 2015 από 800χιλ. το 1975! Η Ελλάδα δυστυχώς έχει επωφεληθεί σε μικρό βαθμό από αυτή τη θετική διεθνή συγκυρία, προσελκύοντας μόλις 27.600 φοιτητές το 2015!
Η μελέτη της Εθνικής προσφέρει στην ουσία μια σειρά από προτάσεις, για το πως θα μπορούσε να μετασχηματιστεί η Ελλάδα σε μια οικονομία έντασης γνώσης, με στόχο όχι μόνο να προσελκύσουμε αρχικά 110.000 ξένους φοιτητές, αλλά και να σταματήσουμε την τρέχουσα εκροή Ελλήνων φοιτητών σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, που αυτή τη στιγμή αγγίζει το 9%, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη!
Το ενδιαφέρον αυτής της μελέτης δεν προσδιορίζεται μόνο στις παραμέτρους που εντοπίζει ώστε να αναδειχτεί η Ελλάδα σε διεθνές κέντρο ανώτατης εκπαίδευσης, αλλά και στην επίδραση μιας τέτοιας εξέλιξης στο ΑΕΠ της χώρας μας.
Βάσει του Υποδείγματος Μακροπρόθεσμης Ανάπτυξης και Ανώτατης Εκπαίδευσης, οι μεταρρυθμίσεις που προτείνονται θα προσθέσουν στον ρυθμό ανάπτυξης του ελληνικού ΑΕΠ 1,1 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως κατά την πρώτη δεκαετία. Αν δε συνδυαστούν με σταδιακή βελτίωση της ποιότητας του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, η δημιουργία ισχυρών συνεργιών με τον καινοτόμο επιχειρηματικό τομέα εκτιμάται ότι θα διπλασίαζε τις επιδράσεις στην ανάπτυξη, προσθέτωντας 2,6 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως στο ΑΕΠ!
Toο good to be true?? Ίσως να συμφωνούσα με αυτόν τον ενδοιασμό, αν δεν υπήρχαν χώρες που όντως το έχουν πετύχει!
Στην Ελλάδα πολλές φορές η πολιτική σκηνή συμπεριφέρεται σαν να πρέπει να ανακαλύψουμε τον τροχό, όμως το μόνο που στην ουσία πρέπει να κάνουμε είναι να αντιγράψουμε πετυχημένες διεθνείς πρακτικές!
Mελετώντας αυτές τις διεθνείς πρακτικές, μπορώ να βεβαιώσω ότι οι παραπάνω εκτιμήσεις της Εθνικής Τράπεζας είναι και εξαιρετικά συγκρατημένες, καθώς ο μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας σε οικονομία γνώσης, αν συνδυαστεί με τη διασύνδεση της πανεπιστημιακής κοινότητας με τον επιχειρηματικό τομέα και με ένα πακέτο δυνατών φορολογικών και όχι μόνο μεταρρυθμίσεων, θα προσελκύσει επιπλέον επενδύσεις κεφαλαίου, αυξάνοντας περαιτέρω τους ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ.
Ένας από τους πρώτους διδάξαντες και λαμπρό παράδειγμα προς μίμηση είναι το Ισραήλ! Η κυβέρνηση πριν τέσσερις δεκαετίες επέλεξε ένα μοντέλο που βασίζεται στην στενή συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, με τον καθένα να επικεντρώνεται στο μέγιστο της απόδοσης στον δικό του τομέα ευθύνης.
Ο δημόσιος τομέας στηρίζει την καινοτομία στους τομείς:
- Κατάλληλο περιβάλλον υποδομών.
- Επιμερισμό του κινδύνου ώστε να προσελκύσει ιδιώτες επενδυτές στην χρηματοδότηση νέων επιχειρήσεων.
- Φορολογικά κίνητρα ενεργοποίησης ιδιωτών επενδυτών (angel investors). Στο Ισραήλ το 100% του ποσού που επενδύουν οι angel investors σε νέες καινοτόμες επιχειρήσεις, αφαιρείται από το φορολογητέο τους εισόδημα.
- Καθορισμό των κοινωνικών στόχων (όχι πελατειακών) της πολιτικής στήριξης του επιχειρείν.
Το δημόσιο συμμετάσχει συνήθως με 85% χρηματοδότηση νέων επιχειρήσεων που στεγάζονται στα εκκολαπτήρια της χώρας, (κάτι σαν το egg στην Ελλάδα για να έχετε μια εικόνα του τι είναι τα εκκολαπτήρια) αλλά... στο τέλος μένει με το 15%.
Πριν αρχίσουμε να σκίζουμε στην Ελλάδα τα ιμάτια μας, ας δούμε λίγο αντικειμενικά την κάτωθι αλληλουχία:
Το δημόσιο στηρίζει τις επιχειρήσεις στο αρχικό στάδιο που δεν έχουν πρόσβαση σε κεφάλαια,
εν συνέχεια μέσω αυξήσεων κεφαλαίου μπαίνουν στο παιχνίδι ιδιώτες επενδυτές οι οποίοι ναι, καρπώνονται και το μεγαλύτερο μέρος των αποδόσεων αν μια εταιρεία όντως αναπτυχθεί.
Το δημόσιο όμως καρπώνεται με τη σειρά του θέσεις εργασίας, άρα εισφορές και φόρους!
Το μοντέλο αυτό πρόσφερε στο Ισραήλ πέρσι νέο ρεκόρ επενδύσεων από εταιρείες private equity αξίας 4,5 δισ. δολλαρίων, με το 85% των κεφαλαίων να προέρχονται από το εξωτερικό.
Επιπλέον αντλήθηκαν 4,8 δισ. δολλάρια, μέσω πώλησης μετοχών (exits) που κατέχουν οι εταιρείες private equity σε ισραηλινές επιχειρήσεις.
Σύνολο: 9,3 δισ!
Μελέτες πάνω σε αυτό το μοντέλο του Chief Scientist του Ισραήλ, Avi Hasson, αποδεικνύουν πως για κάθε δολλάριο που επενδύεται από τα χρηματοδοτικά εργαλεία του οργανισμού,δημιουργείται πλούτος από 5 έως 10 δολλάρια για την οικονομία της χώρας!
Σαφέστατα οι άνθρωποι είναι ανεπηρέαστοι από οποιαδήποτε έκφραση λαικισμού και εργάζονται με στόχο την ευμάρεια όλου του κοινωνικού συνόλου και όχι των εκάστοτε πελατειακών και συντεχνιακών σχέσεων!
Ειδικά στον τομέα του R&D, το δημόσιο έχει φροντίσει η κρατική χρηματοδότηση να είναι ανάλογη με τις επιδόσεις των πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων στην μετατροπή της έρευνας τους σε καινοτόμα προιόντα ή υπηρεσίες!
Τι αποφεύγει με αυτόν τον τρόπο Τα κρατικά κονδύλια να μην μετατρέπονται σε μισθούς και έξοδα (όπως ταξίδια...και άλλα πολλά που εδώ στην Ελλάδα γνωρίζουμε καλά), αλλά να καταλήγουν 100% σε προιόντα ή υπηρεσίες.
Λαμπρό παράδειγμα τα κέντρα νανοτεχνολογίας που δημιουργήθηκαν στο Ισραήλ με 100% κρατική χρηματοδότηση!
Ταυτόχρονα όμως, κατά 100% συνδέθηκε και η επιβίωσή τους με το επίπεδο συνεργασίας με τις επιχειρήσεις και τα αποτελέσματα των ερευνητικών προγραμμάτων!
Στην Ελλάδα αντίθετα, τα ερευνητικά έργα επικεντρώνονται στην απορρόφηση των τεράστιων κοινοτικών κονδυλίων, ενώ οι νέες επιχειρήσεις που ξεπήδησαν από πανεπιστήμια/ερευνητικά κέντρα είναι ελάχιστες!
Με το ΑΕΠ της χώρας μας να συρρικνώνεται χρόνο με το χρόνο, με το υψηλής εξειδίκευσης προσωπικό να αναζητά νέες πατρίδες για να προσφέρει την εργασία του και την επενδυτική πενία να πνίγει κάθε ελπίδα ανάκαμψης, παραδείγματα χωρών όπως το Ισραήλ θα πρέπει να μας εμπνεύσουν για ένα ανάλογο ελληνικό μοντέλο.
Πολλοί φορείς, καταθέτουν προτάσεις και έχουν ακόμα κουράγιο να οραματίζονται μια άλλη Ελλάδα. Το θέμα είναι αν το πολιτικό προσωπικό της χώρας είναι έτοιμο να υπερβεί τις παθογένειες και την πελατειακή κουλτούρα ολόκληρων δεκαετιών και να προχωρήσει σε «νέα ήθη και έθιμα» στο επιχειρείν.
* Η κα Μαίρη Βενέτη είναι πιστοποιημένη διαχειριστής από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.