Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Χρειάστηκαν χρόνια συζητήσεων και διαπραγματεύσεων αλλά τελικά η συμφωνία για το χρέος ήλθε. Μαζί της όμως έρχονται στενή εποπτεία τουλάχιστον για την επόμενη τετραετία και υψηλοί δημοσιονομικοί στόχοι έως το 2060.
Η μέση διάρκεια δανείων του δεύτερου Μνημονίου θα επιμηκυνθεί κατά 10 χρόνια, επεκτείνοντας έτσι το χρονοδιάγραμμα εξόφλησής τους και η περίοδος χάριτος θα παραταθεί κατά 10 χρόνια, που σημαίνει ότι η χώρα μας δεν θα επιβαρύνεται έως το 2033.
Αυτά και πολλά άλλα συμφωνήθηκαν για να δημιουργήσουν συνθήκες σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, προκειμένου να δοθούν οι δυνατότητες μιας υγιούς ανάπτυξης.
Στον αντίποδα βέβαια, από την συμφωνία απουσιάζει ο περίφημος μηχανισμός που θα συνέδεε το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους με την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Αλλά το πιο ενδεικτικό για την εικόνα του μέλλοντος είναι η Ελλάδα οφείλει να πετυχαίνει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2,2% του ΑΕΠ από το 2023 έως το 2060. Και βέβαια, οι θεσμοί θα παρακολουθούν εάν η Αθήνα μένει πιστή στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει για συνέχιση και εμβάθυνση μεταρρυθμίσεων ή στην λήψη δημοσιονομικών μέτρων.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Από τη μία οι εταίροι μας, από τη στιγμή που τους ανήκει το χρεός μας, έχουν κάθε δικαίωμα να καθορίζουν το τρόπο που θα το εισπράξουν. Από την άλλη, δεν διευκρινίζονται - όπως άλλωστε συμβαίνει και τώρα- τι εννούμε "συνέχιση και εμβάθυνση των μεταρρυθμίσεων". Όχι γιατί δεν υπάρχει εικόνα σχετικά με τις ιδιωτικοποιήσεις ή την διαχείριση κρατικής περιουσίας από το ταμείο αξιοποίησης αλλά μέχρι εκεί.
Πουθενά δεν υπάρχει μέριμνα στο τέταρτο και διαρκές "μνημόνιο" για τον εκσυγχρονισμό της Εκπαίδευσης ή για την σύνδεση των πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας και τον υπόλοιπο κόσμο. Κανείς δεν γνωρίζει τον τρόπο αντιμετώπισης του Δημογραφικού όπως και τους μηχανισμούς συγκράτησης του brain drain, σε μία χώρα που δεν κάνει τίποτα για να συγκρατήσει τους νέους της.
Εκτός από τα παραπάνω όμως, το "τέταρτο μνημόνιο" δεν θέτει ειδικούς στόχους για να μπορέσει αυτή η χώρα να δημιουργήσει συνθήκες οικονομικής ελευθερίας και να ξεφύγει από τις χαμηλές θέσεις στις οποίες βρίσκεται σήμερα. Είναι γνωστό ότι η οικονομική ελευθερία υπολογίζεται με βάση τους θεσμούς και τις πολιτικές που εφαρμόζει κάθε χώρα σε πέντε πεδία: το μέγεθος του κράτους, το κράτος δικαίου, την πρόσβαση σε ισχυρό νόμισμα, την ελευθερία στο διεθνές εμπόριο και το ρυθμιστικό περιβάλλον στην τραπεζική πίστη, τα εργασιακά και την επιχειρηματικότητα.
Τι πρόκειται να κάνουμε με το τεράστιο κράτος που όχι μόνο επιβαρύνει το κρατικό ταμείο αλλά εμποδίζει και τις μεταρρυθμίσεις; Θα συνεχίσουμε με ένα δυσκίνητο κράτος δικαίου που δεν θα ανταποκρίνεται στην απονομή δικαιοσύνης ; Με τα capital controls στις τράπεζες και με την δαιμονοποίηση της επιχειρηματικότητας; Θα καθυστερήσουμε κι άλλο το κτηματολόγιο; Για να πετυχαίνουμε πλεονάσματα θα δαιτηρήσουμε τη υψηλή φορολογία;
Σε ένα σύγχρονο δυτικό κόσμο που διευρύνεται με άλλες αρχές ανάπτυξης και παραγωγικότητας το ελληνικό κράτος δεν είναι δυνατόν να επιβιώσει για πολλές δεκαετίες ακόμα. Η εποπτεία μπορεί να εξασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξει νέος εκτροχιασμός αλλά δεν φαίνεται να προβλέπει εξυγίανση των συνθηκών για την βιωσιμότητα του ...
Ας μην ξεχνάμε ότι το ελληνικό κράτος χρεοκόπησε και όχι η χώρα. Όχι οι τράπεζες, όχι οι πολίτες του. Αυτό το κράτος δεν θα υπάρχει το 2060 αν δεν αλλάξει και δεν εκσυγχρονιστεί. Η χώρα θα υπάρχει όπως και οι πολίτες της. Χωρίς όμως το δικό τους κράτος...