Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Η χρηματιστηριακή αγορά της Αθήνας μετά από μια εντυπωσιακή απόδοση που την φέρνει δεύτερη σε παγκόσμιο επίπεδο για το πρώτο εξάμηνο του 2019, βρίσκεται αντιμέτωπη με πολύ συγκεκριμένες αντιστάσεις. Δηλαδή βρίσκεται μπροστά σε κάποια επίπεδα τιμών που κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας, έχουν λειτουργήσει ως απροσπέλαστα τείχη.
Τόσο ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, όσο και ο Δείκτης FTSE/Large Cap που παρακολουθείται ιδιαίτερα από τους ξένους επενδυτές αφού πάνω του έχουν δομηθεί και τα παράγωγα προϊόντα, βρίσκονται πλέον σε επίπεδα που μέχρι πριν από 6 μήνες φάνταζαν απίστευτα. Ταυτόχρονα όμως, αυτά τα ζηλευτά επίπεδα τιμών θυμίζουν στην επενδυτική κοινότητα, πως όποτε είχε επιχειρηθεί η ανοδική τους διάσπαση, είχε ακολουθήσει σημαντική εκ νέου υποχώρηση. Αυτά είναι τα επίπεδα των 900 μονάδων για τον Γενικό Δείκτη και των 2.250 μονάδων για τον FTSE.
To επίπεδο των 900 του Γενικού Δείκτη, είχε επιχειρηθεί να προσεγγισθεί τον Μάρτιο του 2015, προτού καταρρεύσει ολοκληρωτικά μέχρι τον Φεβρουάριο του 2016 και ξανά το πρώτο εξάμηνο του 2018, πριν υποχωρήσει ξανά μέχρι τον Ιανουάριο του 2019, οπότε και ξεκίνησε η ανοδική κίνηση που βιώνουμε σήμερα.
Το επίπεδο των 2.250 μονάδων του Δείκτη FTSE/Large Cap, είχε γίνει μια μεγάλη και παρατεταμένη προσπάθεια να διασπαστεί ανοδικά μέσα στο 2017 που ακολουθήθηκε από δυο ανεπιτυχείς προσπάθειες το 2018. Αμφότεροι οι δείκτες φαίνεται πως ετοιμάζονται να λύσουν, με όρους της προσφιλούς στους επενδυτές, τεχνικής χρηματιστηριακής ανάλυσης ένα σχηματισμό πυθμένα, γεγονός που αν συμβεί θα σηματοδοτήσει μια πρωτοφανή χρηματιστηριακή άνοδο.
Τα επίπεδα τιμών που προαναφέραμε είναι τα επίπεδα εμπιστοσύνης που στέλνονται στους συντηρητικούς επενδυτές, πως κάτι άλλαξε ριζικά στην επενδυτική διάθεση όλων όσων ασχολούνται με το Χρηματιστήριο Αθηνών. Η μείωση των αποδόσεων στην δευτερογενή αγορά ομολόγων πιστοποιεί την μείωση του οικονομικού ρίσκου της χώρας. Η υπέρβαση κάποιων τεχνικών και ψυχολογικών επιπέδων τιμών στο Χρηματιστήριο Αθηνών, αλλάζει την αποτίμηση του ειδικού χρηματιστηριακού επενδυτικού ρίσκου και ενεργοποιεί κάποιες αγοραστικές δυνάμεις.
Όμως το ψυχολογικό και συναισθηματικό κρεσέντο, δεν αρκεί. Αναμένονται το επόμενο διάστημα οι αναβαθμίσεις των μεγάλων οίκων όπως η S&P, η Moody's κλπ και η επάνοδος της χώρας και των αγορών της σε υψηλότερα επίπεδα αξιολόγησης. Εκεί πλέον δεν αναφερόμαστε σε κάποιες κινήσεις δημιουργίας ή και διατήρησης της ψυχολογικής ευφορίας, αλλά σε κινήσεις που δρομολογούν τον ερχομό σημαντικών κεφαλαίων. Που σημαίνει πως η ισορροπία ανάμεσα στους πωλητές και τους αγοραστές, θα κλείνει αποφασιστικά υπέρ των δεύτερων, οδηγώντας νέα κύματα κεφαλαίων στο μικρό και ρηχό ελληνικό χρηματιστήριο.
Φυσικά δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει πως η τελική αποτίμηση των μετοχικών τίτλων, αντανακλά τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα αλλά και τις προσδοκίες που διαμορφώνονται, βασικά λόγω της κυβερνητικής αλλαγής και των φιλοεπιχειρηματικών πολιτικών που θα ξετυλιχτούν. Ας είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι και προσεκτικοί. Η επένδυση στο χρηματιστήριο είναι Μαραθώνιος δρόμος και όχι μια κούρσα των 110 μέτρων μετ' εμποδίων.
*Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.