Τα απόνερα της εκλογικής μάχης των ΗΠΑ τραντάζουν το ήδη χτυπημένο καράβι της τουρκικής οικονομίας, το οποίο εδώ και μήνες μοιάζει με… σίγουρο ναυάγιο καθώς ο καπετάνιος του το οδηγεί κόντρα στις πιο δυνατές θύελλες (βλ. αγορές) και παίρνει συνεχώς αποφάσεις κόντρα σε κάθε λογική.
Με τον «στενό φίλο» Ντόναλντ Τραμπ να αποχωρεί όπως όλα δείχνουν από τον Λευκό Οίκο, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χάνει ένα πολιτικό αλλά και οικονομικό στήριγμα, με αποτέλεσμα να γίνονται ακόμα πιο δυσοίωνες οι προβλέψεις για την τουρκική οικονομία. Μια οικονομία στην οποία οι τιμές αυξάνονται περίπου 2,5% κάθε μήνα και για να πάρει κανείς στεγαστικό δάνειο πρέπει να πληρώσει επιτόκιο έως 25%, ενώ για την αγορά αυτοκινήτου πληρώνει επιτόκιο πάνω από 30%.
Δεν είναι τυχαίο ότι στελέχη της τουρκικής κυβέρνησης εξέφραζαν ανοιχτά την προτίμησή τους στον Τραμπ κατά την προεκλογική περίοδο, ενώ μόλις φάνηκε ότι ο Μπάιντεν κερδίζει έδαφος, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών έσπευσε να δηλώσει ότι η κυβέρνησή του θα συνεργαστεί το ίδιο με όποιον βγει νικητής.
Όποιος αμφιβάλλει για την επιρροή που είχε ο Τούρκος πρόεδρος στον Αμερικανό ομόλογό του, αρκεί μια μικρή αναδρομή στην υπόθεση της τουρκικής κρατικής τράπεζας Halkbank, η οποία αντιμετωπίζει πολύ σοβαρές κατηγορίες στις ΗΠΑ. Η Halkbank κατηγορείται ότι χρησιμοποιούσε εταιρείες-βιτρίνες και εταιρείες μεταφοράς χρημάτων στο Ιράν, στην Τουρκία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για να παραβιάζει τις κυρώσεις κατά του Ιράν, δίνοντας τη δυνατότητα σε έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο να δαπανώνται σε χρυσό και διευκολύνοντας εικονικές αγορές φαρμάκων και τροφίμων. Κατηγορείται επίσης ότι βοήθησε το ιρανικό καθεστώς να μεταφέρει κρυφά 20 δις. δολάρια και μέσω αμερικανικών λογαριασμών.
Πρόκειται για μία υπόθεση που σύμφωνα με τους ειδικούς θα μπορούσε να «γονατίσει» ολόκληρη την τουρκική οικονομία στην περίπτωση που καταλήξει στην επιβολή αυστηρών κυρώσεων κατά της Τουρκίας. Κυρώσεων που σύμφωνα με αμερικανικά μέσα δεν αφήνει ο Τραμπ να επιβληθούν, ασκώντας πολιτικές πιέσεις στους εισαγγελείς που έχουν αναλάβει την υπόθεση, είτε για να μη συνεχιστεί η έρευνα είτε για να αναβληθεί η τελική ετυμηγορία των αμερικανικών δικαστικών αρχών. Λέγεται μάλιστα ότι οι πιέσεις έγιναν εντονότερες τον χειμώνα του 2018, τότε που Τραμπ και Ερντογάν ήρθαν πιο κοντά μετά τις διαπραγματεύσεις για την αποφυλάκιση του πάστορα Άντριου Μπράνσον.
Γιατί όμως είναι τόσο σημαντική η υπόθεση Halkbank, η οποία θα εκδικαστεί την 1η Μαρτίου 2021;
Όπως αποκάλυψαν πριν λίγες ημέρες οι New York Times, ο Ερντογάν πίεζε τον Τραμπ να υποβαθμίσει ή και να κρύψει την υπόθεση γιατί η έρευνα θα άγγιζε ισχυρούς φίλους του αλλά και μέλη της οικογενείας του. Του είχε δώσει μάλιστα και «ραβασάκι» που ανέφερε ότι η Halkbank είναι αθώα με τον Τραμπ να απαντά ότι θα… διευθετήσει το θέμα.
Τώρα, με τον Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο, ο Ερντογάν θα πρέπει να βρει διαύλους προς το οβάλ γραφείο αν θέλει να δοκιμάσει την τύχη του και να προσπαθήσει να μετριάσει την αντίδραση των ΗΠΑ, μία αντίδραση που απειλεί ακόμα και με «διάλυση» την τουρκική οικονομία καθώς αναλυτές δεν αποκλείουν πρόστιμα έως 10 δισ. δολαρίων και εξοντωτικές κυρώσεις.
Χθες, η τουρκική λίρα έφτασε να υποχωρεί έως και 2 ποσοστιαίες μονάδες. Όχι μόνο γιατί ο Μπάιντεν φάνηκε να πλησιάζει στο Λευκό Οίκο αλλά και για άλλους δύο λόγους. Ο πρώτος είναι οι επιλογές του Ερντογάν και η εμμονή του να θέλει να μειώσει τον πληθωρισμό με χαμηλά επιτόκια, ενισχύοντας παράλληλα της ροής χρήματος στην οικονομία. Ο δεύτερος αφορά στις γεωπολιτικές εντάσεις που συντηρεί ο Τούρκος πρόεδρος και οι οποίες αυξάνουν την αβεβαιότητα, καθιστώντας την Τουρκία μία λιγότερη ασφαλή χώρα στα μάτια των επενδυτών. Αυτός ο δεύτερος λόγος σχετίζεται άμεσα με την εκλογή Μπάιντεν.
Όσο για την οικονομία, τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά. Ο πληθωρισμός είναι κοντά στο 12%, όμως τα επιτόκια των καταθέσεων δεν ξεπερνούν το 12%-13% ενώ επιβάλλεται φόρος 5% σε καταθέσεις διάρκειας έως 6 μηνών. Την ίδια ώρα τα δάνεια που πλημμυρίζουν την αγορά (+46% σε σύγκριση με πέρσι η πιστωτική επέκταση) χορηγούνται με επιτόκια έως και 35% (καταναλωτικά), οδηγώντας με μαθηματική ακρίβεια τα νοικοκυριά στην απελπισία.
Σοβαροί επενδυτές δεν πρόκειται να μπουν στην Τουρκία όσο η κεντρική τράπεζα (CBRT) δεν είναι ανεξάρτητη, ο Ερντογάν διατηρεί τα επιτόκια κάτω από τον πληθωρισμό και το εμπορικό έλλειμμα διογκώνεται. Ο οίκος Fitch, μάλιστα, τόνισε σε χθεσινή του έκθεση ότι η CBRT θα αναγκαστεί σε λίγο καιρό να αυξήσει τα επιτόκια γιατί δεν θα έχει άλλη επιλογή. Από την πλευρά του, ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Αλί Μπαμπατζάν, τον οποίο έχουν σε εκτίμηση ο αγορές, κατηγορεί τον Ερντογάν ότι μετατρέπει την Τουρκία σε επενδυτικό νεκροταφείο, αφού ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ προσκαλεί τους επενδυτές να αγοράσουν τώρα που οι τιμές είναι πολύ χαμηλές.
Με τον Μπάιντεν, λοιπόν, πρόεδρο και τον Ερντογάν να μην κάνει πίσω, το σίριαλ της νέας τουρκικής κρίσης δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ. Ίσως ο επόμενος Μάρτιος είναι μήνας πολύ σημαντικών εξελίξεων.