Μετά τα καλά νέα της EUROSTAT, ότι η ελληνική οικονομία υπέστη ύφεση μόνο 0,9% στο πρώτο τρίμηνο του 2020, έναντι του προηγούμενου αντίστοιχου διαστήματος, ενώ στο σύνολο της ΕΕ η ύφεση έφθασε στο 3,2%, έρχεται και η βελτιωμένη πρόβλεψη του ΟΟΣΑ για το 2020 . Σύμφωνα με αυτήν, η ύφεση στο τρέχον έτος στην Ελλάδα δεν θα ξεπεράσει το 8% έναντι 9,1% στην Ευρωζώνη σε αντίθεση με όλες τις άλλες προβλέψεις.
Όμως, η ανάκαμψη μπορεί να αργήσει στη χώρα μας καθώς ο ΟΟΣΑ προβλέπει το 2021 άνοδο μόνο 4,5% στην Ελλάδα έναντι ανόδου 6,5% στην Ευρωζώνη. Επίσης, σε περίπτωση δεύτερου κύματος πανδημίας το φθινόπωρο, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ύφεση 9,8% στην Ελλάδα και 11,5% στην Ευρωζώνη για το 2020, ενώ και πάλι, η ανάκαμψη φαίνεται να καθυστερεί στη χώρα μας το 2021 με προβλεπόμενη άνοδο 2,3% και 3,5% αντιστοίχως στην Ελλάδα και στην Ευρωζώνη.
Οι προβλέψεις για το 2021 προκαλούν ανησυχία γιατί, ενώ η ύφεση το 2020 στην Ελλάδα προβλέπεται μικρότερη από ότι στην Ευρωζώνη, η ανάκαμψη καθυστερεί σημαντικά. Προφανώς, το μέγεθος της ύφεσης το 2020, αλλά και οι προοπτικές ανάκαμψης το επόμενο έτος εξαρτώνται τόσο από τη διάρκεια της πανδημίας και την ταχύτητα «ανοίγματος» της οικονομίας, όσο και από τη δυνατότητα κάθε χώρας να χορηγήσει επιδοτήσεις και κάθε μορφής φορολογικές και χρηματοπιστωτικές διευκολύνσεις προς τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους. Έτσι, στη Γερμανία, η οποία έχει μεγάλες δυνατότητες τέτοιων ενισχύσεων, η ύφεση θα είναι μικρότερη και η ανάκαμψη ταχύτερη σε σχέση με την Ιταλία, η οποία δεν έχει τέτοια ευχέρεια, λόγω της δημοσιονομικής και χρηματοπιστωτικής της κατάστασης.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, αφού η Κυβέρνηση κατόρθωσε μέχρι σήμερα να περιορίσει δραστικά τα αρνητικά αποτελέσματα της πανδημίας στην υγεία, σήμερα επιχειρεί σταδιακό «άνοιγμα» της οικονομίας με αιχμή τον τουρισμό. Ταυτόχρονα, χορηγεί σημαντικές δημοσιονομικές ενισχύσεις και χρηματοπιστωτικές - φορολογικές διευκολύνσεις στα όρια αντοχής της ελληνικής πραγματικότητας.
Η επιτυχημένη υγειονομική διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση μπορεί να αποτελέσει προηγούμενο και για την αποτελεσματική διαχείριση και της οικονομικής ανάκαμψης. Προφανώς, η ταχύτητα οριστικοποίησης ιστορικής σημασίας πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των 750 δις του «Ταμείου Ανάκαμψης», αλλά και η πλήρης αξιοποίηση της δυνατότητας αγοράς ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ, που ευνοούν τη χώρα μας, θα δώσουν μεγαλύτερες δυνατότητες στην ελληνική κυβέρνηση. Επίσης, ο ρυθμός επιστροφής στην ανάπτυξη, εξαρτάται και από τις σχετικές αποφάσεις του EUROGROUP για εσπευσμένη η όχι επιστροφή στους γνωστούς δημοσιονομικούς περιορισμούς το 2021, μετά τη χαλάρωση του 2020.
Ακόμη, η άμεση επίλυση του προβλήματος των «κόκκινων δανείων» των ελληνικών τραπεζών, καθώς και έγκαιρη προετοιμασία επενδυτικών σχεδίων στην πράσινη οικονομία, την ψηφιοποίηση, την εκπαίδευση-κατάρτιση κ.ά από τη χώρα μας για να χρηματοδοτηθούν από τα ευρωπαϊκούς πόρους, θα έχουν πολύ θετική επίδραση στην επιστροφή στην ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια, σε αντίθεση με τις απαισιόδοξες προβλέψεις του ΟΟΣΑ.
* Ο Ναπολέων Μαραβέγιας, είναι Καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό
Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρώην Υπουργός