Με τα στοιχεία για την ύφεση στο σύνολο του 2020 να εμφανίζονται καλύτερα των προσδοκιών στο -8,2%, η προσοχή στρέφεται στο δεύτερο τρίμηνο του έτους που ξεκινά την 1η Απριλίου. Το 2021 δεν έχει ξεκινήσει καλά για την ελληνική οικονομία καθώς η οικονομική δραστηριότητα παραμένει καθηλωμένη εξαιτίας των συνεχιζόμενων περιορισμών, ωστόσο η μικρότερη του αναμενόμενου ύφεση του 2020 αφήνει ένα παράθυρο αισιοδοξίας. Ένα επίσης θετικό στοιχείο είναι ότι το ΑΕΠ στο τρίμηνο Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου παρουσίασε αύξηση κατά 2,7% σε σύγκριση με το τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου.
Σήμερα, η αγορά κινείται με δύο δεδομένα. Πρώτον, ότι οι εμβολιασμοί καθυστέρησαν λόγω των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και γι’ αυτό ευθύνονται οι Βρυξέλλες. Αποτέλεσμα είναι η ανάκαμψη της οικονομίας να μετατίθεται χρονικά, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, κατά τουλάχιστον ένα μήνα. Δεύτερον, ότι η ελληνική τουριστική βιομηχανία δεν θα ανοίξει τις πόρτες της πριν τον Μάιο, ενώ οι πραγματικές αφίξεις που θα φέρουν και ουσιαστικά έσοδα αναμένονται από τον Ιούλιο. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι πως καμία εκτίμηση δεν είναι ασφαλής.
Παράγοντες της αγοράς υποστηρίζουν ότι για να σωθεί η χρονιά θα πρέπει ο Μάρτιος να είναι ο τελευταίος μήνας ύφεσης. Με άλλα λόγια, αναμένουν από τον Απρίλιο να βλέπουμε κάθε μήνα και ισχυρότερη τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας σε όλα τα επίπεδα αλλά και αύξηση των εσόδων. «Με τους εμβολιασμούς να φέρνουν τα πρώτα αποτελέσματα, η μείωση των κρουσμάτων και κυρίως των θανάτων θα οδηγήσει σε σταδιακό άνοιγμα της οικονομίας», ελπίζουν.
Οι ελπίδες βασίζονται επίσης στην ενίσχυση της κατανάλωσης και των τουριστικών εσόδων. Δυστυχώς, στο τελευταίο τρίμηνο του 2020 η καταναλωτική δαπάνη μειώθηκε κατά 1,4% σε σχέση με το 3ο τρίμηνο του ίδιους έτους, ενώ ανάλογη αναμένεται να είναι η εικόνα στις αρχές του 2021 με τους πρώτους μήνες να έχουμε διαρκές lockdown.
Όλα θα εξαρτηθούν, λοιπόν, από το πόσο γρήγορα θα ανακάμψει η οικονομία από τον Απρίλιο και το κατά πόσο το «ισοζύγιο» θα είναι θετικό εξαρτάται από τον τουρισμό. Διότι στην περίπτωση που τα τουριστικά έσοδα διαμορφωθούν στα επίπεδα του 2020, η ελληνική οικονομία θα έχει ένα μεγάλο μειονέκτημα σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Όλοι ανεξαιρέτως οι παράγοντες του τουριστικού κλάδου εκτιμούν ότι η χρονιά θα κριθεί από τις κρατήσεις της τελευταίας στιγμής. Την ίδια ώρα αναλύσεις ξένων οίκων επισημαίνουν ότι η χώρα μας έχει το μειονέκτημα –για την τρέχουσα συγκυρία– ότι ο τουρισμός εξαρτάται σε πολύ μεγάλο ποσοστό από τις διεθνείς αφίξεις, που σημαίνει ότι ο εσωτερικός τουρισμός δεν μπορεί να… σώσει την παρτίδα. Γι’ αυτό το λόγο, η κυβέρνηση έχει ρίξει όλο το βάρος στο πως θα ανοίξει ο τουρισμός.
Χώρες όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία αναμένουν τις εξελίξεις σε ότι αφορά τη νομοθετική πρόταση της Κομισιόν για το «Πράσινο Ψηφιακό Πιστοποιητικό» με το οποίο θα επιτευχθεί η επανεκκίνηση των ταξιδιών. Ένα πρώτο βήμα θα είναι η αποδοχή Βρετανών και Ισραηλινών τουριστών από το Μάιο, πάντα υπό την προϋπόθεση ύπαρξης πιστοποιητικού εμβολιασμού.
Σε κάθε περίπτωση, εκτιμάται ότι τα τουριστικά έσοδα της φετινής σεζόν θα είναι αυξημένα σε σύγκριση με πέρσι. Αν παράλληλα προχωρήσει ομαλά και το σχέδιο εμβολιασμών, τότε η οικονομία θα ανοίξει κανονικά στο β’ εξάμηνο του 2021 που σημαίνει ότι θα μπουν οι βάσεις έτσι ώστε το 2022 να είναι έτος πολύ κοντά στα νούμερα του 2019.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat, η Ισπανία είναι η χώρα που βίωσε τη βαθύτερη ύφεση το 2020 με το ΑΕΠ της να συρρικνώνεται κατά 11,8%. Ακολούθησε η Ιταλία με ΑΕΠ στο -8,9% και η Ελλάδα με το -8,2%. Η ύφεση στην Πορτογαλία εκτιμάται στο 7,6%, ενώ σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεχωρίζουν και χώρες όπως η Κροατία με 8,4% και η Γαλλία με 8,1%.