Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Σε λίγες μέρες, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ θα ψηφίσουν την επιδοτούμενη επέκταση του Μνημονίου με τα «δύο τους χέρια». Ως αναβαπτισμένοι «Γερμανοτσολιάδες στα τέσσερα», θα συναινέσουν σε επιπλέον 14,5 δις μέτρα, προσπαθώντας να χρυσώσουν το χάπι με ευτελή «αντίμετρα». Άσκηση προνοιακής πολιτικής που θυμίζει την «γενναιοδώρια» ολοκληρωτικών καθεστώτων στις εξαθλιωμένες και φτωχοποιημένες μάζες.
Πέρασαν όμως, 7 χρόνια από τότε που αρχίσαμε να ξυπνάμε από τον λήθαργο. Όχι επειδή θέλαμε αλλά γιατί αναγκαστήκαμε από την σοβαρότητα μιας τραγικής κατάστασης που μας την υπέδειξαν άλλοι. Εν τω μεταξύ, το ότι η οικονομία δεν τινάχθηκε στον αέρα και η κοινωνία δεν οδηγήθηκε σε εμφύλιο, οφείλεται εν πολλοίς στον κίνδυνο διάλυσης της Ευρωζώνης και σε καίριες αμερικανικές επεμβάσεις. Είναι άλλωστε, γνωστό ότι τα αντανακλαστικά της ΕΕ δεν λειτουργούν με βάση την κοινή στρατηγική πρόνοιας σε τέτοια θέματα.
Θα μπορούσε ας πούμε, ο Γιούνκερ να ωρύεται έξω από τα γραφεία της Μέρκελ και του Σαρκοζί και αυτοί να του δηλώνουν με απόγνωση την αδυναμία τους να επέμβουν. Για να μην μιλήσουμε για τη νύχτα της 5ης Ιουλίου του ΄15, όταν έφταναν στην Αθήνα τα «αγγελτήρια επικείμενου ξαφνικού θανάτου» μετά το Δημοψήφισμα…
Φτάνοντας όμως ως σήμερα, θα πρέπει να διαβάσει κανείς τις αθέατες όψεις της σκληρής πραγματικότητας που απλώνεται γύρω μας. Το πολιτικό σύστημα το μόνο που κατάφερε ήταν να συρθεί πίσω από τις αποφάσεις των ξένων και να παραδώσει την χώρα σε μία τυχοδιωκτική κυβέρνηση. Δεν τόλμησε ποτέ να πάρει το νυστέρι και να κόψει τα αποστήματα, απελευθερώνοντας την οικονομία από τα δεσμά της.
Σε μια άλλη διάσταση, ακόμα πιο σοβαρή, η κοινωνία ακόμα δεν έχει πειστεί για να συμμετάσχει στην διάσωση της χώρας. Κατακερματισμένη όπως είναι, μέσα στην ημιμάθεια, στον καταναλωτικό εθισμό και στα συντεχνιακά συμφέροντα είναι εντελώς ανίκανη να λειτουργήσει συλλογικά μπροστά στην πραγματικότητα.
Ποια είναι η πραγματικότητα; Οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη μία χρεοκοπημένη οικονομία για να αναπτυχθεί, περιορίζοντας τις απώλειες για το μέλλον και φτάνοντας στην διάσωση. Κανείς για παράδειγμα να μην παίρνει σύνταξη πριν τα 60, να μειωθεί το κράτος στις στοιχειώδεις υποχρεώσεις του, να απελευθερωθεί η Παιδεία και να παταχθεί η γραφειοκρατία και ο συγκεντρωτισμός παντού.
Εφόσον λοιπόν, δεν τα θέλει η κοινωνία, θα έπρεπε να εμφανιστεί κάποιος να της εξηγήσει την χρησιμότητά τους. Αντιτείνοντας την μείωση της φορολογίας και τη λύση της ελεύθερης οικονομίας, ως αντίδοτο στην εσωστρέφεια της αγοράς.
Ποιος να τα πει όλα αυτά και ποιος να τα επιβάλει; Ο πρωθυπουργός είναι ήδη έτοιμος για τα χειρότερα στο μέλλον ( αναθεώρηση με απλή αναλογική, δημοψήφισμα, επιδίωξη ακυβερνησίας κλπ). Από την άλλη, είναι σίγουρο ότι η οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση – αν και όποτε καταφέρει να πάρει την εξουσία- θα αντέξει τη λύσσα και την εκδικητικότητα των μειοψηφικών αλλά επικίνδυνων μαζών που θα έχουν πάρει γραμμή από τους απερχόμενους «επαναστάτες»;
Σ αυτή τη χώρα, ούτε ο λαός ούτε το πολιτικό σύστημα που τον διοικεί έχουν διάθεση να επικοινωνήσουν για να σωθούν. Αντίθετα έχουν μεγάλη επιθυμία για εδραίωση νέων πελατειακών δικτύων, προκειμένου να προφυλάξουν τα κεκτημένα τους. Ή να αποδράσουν ανέξοδα από τις παλιές αμαρτίες που δημιούργησαν (δάνεια, απάτες, μίζες κτλ).
Ας είμαστε ρεαλιστές. Σε μια χώρα που το μέσο επιβίωσης των μελών της είναι η ήπια ή η βαθιά «εγκληματικότητα», δεν μπορείς να περιμένεις εξισορρόπηση συμφερόντων.
Επομένως, το μέλλον διαγράφεται περίπου ως εξής: ή ξεκινούν μετά τις γερμανικές εκλογές τα σταδιακά βήματα για περισσότερη Ευρώπη (τραπεζική ενοποίηση, κοινοί φορολογικοί δείκτες, υποχρεωτική απαλλαγή του Δημοσίου από αγκυλώσεις κτλ) ή προχωράμε στις αρχές του 2018, σε νέο ξεκάθαρο μνημόνιο.
Είτε το ένα συμβεί είτε το άλλο, η Ελλάδα δεν υπάρχει περίπτωση να αφεθεί μόνη της και χωρίς επιτήρηση. Με ή χωρίς πλεονάσματα, με ή χωρίς ελάφρυνση χρέους, με ή χωρίς το πιστόλι στον κρόταφο, δεν υπάρχει περίπτωση, να διοικηθεί η οικονομία από Έλληνες ή τουλάχιστον, αυτούς τους Έλληνες που εκλέγονται από αυτόν τον ελληνικό λαό!
Αυτοί είμαστε και έτσι περίπου ήμασταν πάντα. Ανίκανοι να διοικήσουμε την πατρίδα που τόσο πολύ υποτίθεται, «λατρεύουμε». Απλά τώρα, η χρεοκοπία μας είναι, λόγω συνθηκών, αδιέξοδη, και εκ των πραγμάτων, διαχρονικά πλέον, επιτηρούμενη...