«Τα βιβλία γράφονται με πολλές ώρες δουλειάς και αφοσίωσης. Με πολύ σβήσιμο και ατέλειωτο ξανακοίταγμα. Απαιτείται μια εξελικτική πορεία, αρκετά επώδυνη, για να γραφτεί ένα βιβλίο για το οποίο ο συγγραφέας να νιώσει πρώτος ικανοποίηση προτού αποφασίσει να το παραδώσει στον εκδότη του.»
Υποστηρίζει η συγγραφέας Τέσυ Μπάιλα, εν αναμονή του εβδόμου βιβλίου της που όπως μας αποκαλύπτει «Είναι ένα βιβλίο για τη φιλία και τη ζεστασιά της συντροφικότητας στη ζωή».
«Όποιος έχει διαβάσει τα βιβλία μου σίγουρα θα έχει νιώσει πως αυτό το οποίο πραγματεύονται σε μεγάλο βαθμό είναι η φυγή, η μοναχικότητα που οδηγεί στην αυτοσυνείδηση. Αυτή μοιάζει να είναι η μόνη συγγραφική μου εμμονή. Οι ήρωές μου επιλέγουν τη φυγή για να φτάσουν στην αυτογνωσία, συχνά μέσω της τέχνης. Και συνδιαλέγονται μαζί της χωρίς τον παραμικρό φόβο.» Θα μας πει στο Liberal έχοντας ήδη πίσω της μια σημαντική συγγραφική διαδρομή: «Το πορτραίτο της σιωπής», «Το μυστικό ήταν η ζάχαρη», «Ουίσκυ μπλέ», «Άγριες θάλασσες», «Τις νύχτες έπαιζε με τις σκιές», τα περισσότερα από εκδόσεις Ψυχογιός.
«Πιστεύω πολύ στην αρχική φράση ενός μυθιστορήματος. Μπορεί να πυροδοτήσει την έμπνευση και να γίνει μια αφετηρία που θα συνοψίζει και την ουσία ολόκληρης της αφήγησης», παραδέχεται η Τέσυ Μπάιλα και μας ανοίγει το εργαστήρι της δικής της γραφής.
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Κυρία Μπάιλα, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Μπορώ να γράψω παντού και σε οποιεσδήποτε συνθήκες γιατί αυτό που έχει σημασία για εμένα είναι η προσωπική μου απομόνωση σε μια σιωπηλή αίσθηση μοναχικότητας. Αν συμβεί και υπάρχει γύρω μου, πράγμα σπάνιο στη ζωή μου, είναι μια ευτυχής συγκυρία. Αν όχι την επινοώ και μπορώ να «δραπετεύσω» εντός της για να συνεχίσω.
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Αυτό που κυρίως χρειάζομαι είναι να δω τους ήρωές μου. Να αφουγκραστώ τις συνθήκες της ζωής του. Κι ενώ γνωρίζω πια την αρχή και το τέλος της ιστορίας που θέλω να γράψω, ξέρω ελάχιστα πράγματα για τη διαδρομή των ηρώων στο πλαίσιο αυτό. Αυτή εξελίσσεται κάθε φορά που ανοίγω το αρχείο στον υπολογιστή μου. Και παρατηρώ κι εγώ την πορεία τους συχνά να απομακρύνεται από αυτή που είχα αρχικά προσδιορίσει ή φανταζόμουν.
Νέοι, άγνωστοι έως εκείνη τη στιγμή, χαρακτήρες εισέρχονται και άλλοι αποδομούνται σταδιακά και καμιά φορά χάνονται. Ενίοτε αλλάζουν και το τέλος της ιστορίας τους. Έτσι, ποτέ δεν ακολουθώ ένα συγκεκριμένο πλάνο. Θα ήταν μάταιο και άκρως περιοριστικό.
Πιστεύω πολύ στην αρχική φράση ενός μυθιστορήματος. Μπορεί να πυροδοτήσει την έμπνευση και να γίνει μια αφετηρία που θα συνοψίζει και την ουσία ολόκληρης της αφήγησης.
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Δε μπορώ να πω ότι υπάρχει κάποιος αλλόκοτος τρόπος με τον οποίο γράφτηκαν τα βιβλία μου. Τα βιβλία γράφονται με πολλές ώρες δουλειάς και αφοσίωσης. Με πολύ σβήσιμο και ατέλειωτο ξανακοίταγμα. Απαιτείται μια εξελικτική πορεία, αρκετά επώδυνη, για να γραφτεί ένα βιβλίο για το οποίο ο συγγραφέας να νιώσει πρώτος ικανοποίηση προτού αποφασίσει να το παραδώσει στον εκδότη του.
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Όποιος έχει διαβάσει τα βιβλία μου σίγουρα θα έχει νιώσει πως αυτό το οποίο πραγματεύονται σε μεγάλο βαθμό είναι η φυγή, η μοναχικότητα που οδηγεί στην αυτοσυνείδηση. Αυτή μοιάζει να είναι η μόνη συγγραφική μου εμμονή. Οι ήρωές μου επιλέγουν τη φυγή για να φτάσουν στην αυτογνωσία, συχνά μέσω της τέχνης. Και συνδιαλέγονται μαζί της χωρίς τον παραμικρό φόβο.
Αγκαλιάζουν τη μοναχικότητα ως το μέσο διαφυγής τους προς μια εσωτερική οδό που θα τους οδηγήσει στην κατανόηση του εαυτού του τους αλλά και του κόσμου, επομένως στην ανθρωπιά, στη λύτρωση, στη συνάντηση με το πεπρωμένο, στην αγάπη για τη διαφορετικότητα, για τον άλλο, στην κατανόηση της δύναμης που έχει η εσωτερικότητα, στον πλούτο που φέρει μαζί της.
- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Θα πρέπει να αναφαίνεται από μέσα της η ανθρωπιά. Ο θρίαμβος του ανθρώπου στις αντιξοότητες μια εποχής ακόμη και μέσα από την προσωπική κατάρρευση ενός ήρωα, όπως συμβαίνει στο τελευταίο μου βιβλίο «Τις νύχτες έπαιζε με τις σκιές». Να μπορεί η μυθοπλασία και η συγγραφική φαντασία να συνδυαστούν με την ιστορική πραγματικότητα και ισορροπώντας αφηγηματικά να αναδεικνύουν την ανθρώπινη περιπέτεια αλλά και τον ανθρώπινο πόνο στον χρόνο.
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Ακριβώς αυτό που ανέφερα πριν. Μέσα από την υπαρκτική εξέλιξη του, είτε καταφέρει να φτάσει σε έναν προορισμό αλώβητος είτε συντριβεί στην πορεία, να αφήνει να διαφανεί πως ο δρόμος προς την αυτοσυνειδησία είναι ένας δρόμος που περνά μέσα από τον ανθρώπινο πόνο αλλά και τη γνώση. Γνώση για τον αληθινό πλούτο της ζωής, την αγάπη, τον έρωτα για τη φύση, τη θάλασσα, τη μοναχικότητα και κυρίως τη γνώση του κόσμου όπως τον ορίζουν οι αισθήσεις του. Και να είναι ήρωας σάρκινος και αληθινός. Ένας ήρωας που δε διστάζει να αντικρύσει τα όνειρά του και να τα διεκδικήσει, να τα κερδίσει ή να συντριβεί γι’ αυτά δεν έχει σημασία.
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Μου δίνετε την ευκαιρία να μιλήσω ξανά για τον ήρωα του πρώτου μου βιβλίου με τίτλο «Το πορτρέτο της σιωπής», τον Χριστόφορο. Είναι ένας ήρωας που επαναλαμβάνεται σταθερά, με άλλη μορφή, όνομα και μοίρα στα βιβλία μου, περνά από τρίτο μου βιβλίο, «Το μυστικό ήταν η ζάχαρη» και πρωταγωνιστεί και στο τελευταίο μου βιβλίο στο «Τις νύχτες έπαιζε με τις σκιές». Στο πρώτο βιβλίο εμφανίζεται ως ένα πιο υπερβατικό στοιχείο στο τελευταίο είναι ένας γήινος ήρωας, ένας άνθρωπος που βάλλεται από την ιστορική συγκυρία της εποχής και μέσα από την τέχνη ανακαλύπτει εκ νέου τον εαυτό του.
Ένας ήρωας που προϋπήρχε μέσα μου περίπου έναν χρόνο προτού αρχίσω να γράφω το πρώτο μου μυθιστόρημα. Η εικόνα του ήταν συνεχώς δίπλα μου μετά από μια επίσκεψή μου στον τόπο μαρτυρίου του στρατοπέδου εξόντωσης στο Νταχάου. Να λοιπόν μια ακόμα συγγραφική μου εμμονή που επαναλαμβάνεται στα βιβλία μου, σε διαφορετικές ιστορίες κάθε φορά, με τον ίδιο συμβολισμό ωστόσο.
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Το πρώτο βιβλίο που διάβασα σε πολύ μικρή ηλικία ήταν μια έκδοση της Άγκυρας του βιβλίου «Ο πρίγκιπας και ο φτωχός», του Μαρκ Τουέιν, ένα βιβλίο που ακόμα το έχω στη βιβλιοθήκη μου. Μια αλληγορία για τις κοινωνικές διαφορές και ανισότητες που με εντυπωσίασε για δύο λόγους.
Πρώτον επειδή ήταν το πρώτο δικό μου βιβλίο και δεύτερον επειδή με έκανε να σκεφτώ για τις ανθρώπινες σχέσεις, για τη διαμόρφωση της ζωής από την εξουσία, για τον περιορισμό και τις διακρίσεις της φτώχιας, για τη δικαιοσύνη και την κοινωνική ισότητα, εν τέλει για τη συνύπαρξη δυο παράλληλων αλλά εκ διαμέτρου αντίθετων κόσμων στις κοινωνίες μας.
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Πολλά βιβλία έχουν σηματοδοτήσει τη σκέψη μου και την έχουν επηρεάσει. Σημαντικότερο όλων όμως θεωρώ πως είναι η συλλογή δοκιμίων του Οδυσσέα Ελύτη που περιλαμβάνονται σε δύο τόμους στα «Ανοιχτά Χαρτιά» και στο «Εν λευκώ». Είναι το έργο που άλλαξε την οπτική μου, που με προσδιόρισε ως άτομο και προσδιόρισε ταυτόχρονα, σε πολύ μεγάλο βαθμό, και τις αναγνωστικές μου αναφορές.
Η συνάντησή μου με το μέγεθος της ελυτικής σκέψης και της γλωσσικής αγωγής ενός τεράστιου πνευματικού μεγέθους διαπότισε τη σχέση μου με τη λογοτεχνία, στάθηκε ένα ορόσημο, μια μαθητεία σε ένα πολύτιμο και αναντικατάστατο σχολείο αισθητικής αγωγής.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Με μια σαφή προτίμηση προς την κλασική λογοτεχνία μπορώ να πω ότι με ενδιαφέρει πολύ η λογοτεχνία της περίφημης Γενιάς του ’30. Ο σπουδαίος Καραγάτσης, ο αγαπημένος Βενέζης, ο Μυριβήλης. Αντίστοιχα με συγκινούν πάντα ο Ντοστογιέφσκι, ο Τολστόι, ο Φώκνερ. Αγαπώ ιδιαίτερα όμως τον Σαμαράκη για τη δύναμη της ουμανιστικής του φωνής και τη λογοτεχνία της κοινωνικής αποστολής την οποία ευαγγελίζεται, ο Καμπανέλλης για το πολυσχιδές έργο του, με μαγεύουν ο Μάρκες, ο Μπόρχες, ο Κάφκα και η Βιρτζίνια Γουλφ.
Παρακολουθώ όμως ανελλιπώς σύγχρονους Έλληνες και ξένους συγγραφείς και πιστεύω στη μεγάλη ποίηση του Σεφέρη, του Ρίτσου, του Ελύτη, της Αγγελάκη Ρουκ και του Καβάφη αλλά και του Ουίτμαν. Και μπορεί να υπάρχουν πράγματι αγαπημένοι συγγραφείς και ποιητές ωστόσο η γειτνίαση με τους εκπροσώπους της λογοτεχνίας κάθε εποχής μετατοπίζει τον τρόπο που αντιλαμβάνεσαι τα πράγματα και επιδρά καταλυτικά γι’ αυτόν τον λόγο είναι απαραίτητη.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Ακούω σχεδόν πάντα μουσική. Η μουσική είναι ένας άλλος τρόπος να εισχωρείς στη διαδικασία της μοναχικότητας που είναι απαραίτητη για να μπορέσεις να αφουγκραστείς τη σκέψη σου ώστε να δημιουργήσεις. Κι ενώ γράφω παρακολουθώ νότα νότα το μουσικό αφήγημά της. Και διαβάζω πάντα άρα και την περίοδο που γράφω. Κάθε επαφή με το έργο άλλων δημιουργών είτε είναι εικαστικό είτε μουσικό ή λογοτεχνικό επιδρά ουσιαστικά και διαμορφώνει τη σκέψη.
Και κάθε μορφή τέχνης ανοίγει τους πνευματικούς μας ορίζοντες και θα σας θυμίσω τη φράση του Νίκου Εγγονόπουλου για την τέχνη: Η ζωή ο θάνατος κι αναμεσίς η τέχνη», μια φράση που έγινε η αφορμή για να γράψω το μυθιστόρημα «Τις νύχτες έπαιζε με τις σκιές» λειτουργώντας ως πηγή έμπνευσης.
- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Γράφω το έβδομο μυθιστόρημά μου. Είναι ένα βιβλίο για τη φιλία και τη ζεστασιά της συντροφικότητας στη ζωή. Ένα βιβλίο ενταγμένο σε ένα συγκεκριμένο ιστορικό, τοπικό και κοινωνικό πλαίσιο που μέσα από τις προσωπικές ιστορίες των ηρώων του αναδεικνύει τις ομοιότητες που έχουν οι άνθρωποι όταν αφεθούν στη δύναμη της αγάπης και της ειρηνικής γειτνίασης και απομακρυνθούν από τα παιχνίδια των εκάστοτε εξουσιών.