Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Τουρκίας για το καθεστώς της Αγίας Σοφίας δεν αποτελεί έκπληξη ούτε πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Δεν υπήρξε κανένας αιφνιδιασμός. Οι προσπάθειες μετρούσαν ήδη πάνω από δέκα χρόνια. Μόλις ο Πρόεδρος κατάφερε μετά το 2013 με συστηματικό τρόπο να ελέγξει την Τουρκική δικαιοσύνη - πολύ περισσότερο δε μετά την τελευταία συνταγματική αναθεώρηση ήταν απλώς θέμα χρόνου.
Η απόφαση του δικαστηρίου του προσφέρει την νομιμοποίηση που του έλειπε, αλλά η απόφασή του ήταν δεδομένη. Η απαξίωση της κοσμικής κληρονομιάς του Ατατούρκ και η αναστύλωση του Οθωμανικού μεγαλείου ήταν πάντοτε μέρος της προσωπικότητάς του. Το διάγγελμα του Προέδρου το βράδυ της 10ης Ιουλίου 2020 είναι μία εξαιρετική εκδήλωση-απόδειξη του τί συνιστά η εξουσία του Ρ. Τ. Ερντογάν και προς τα που κινείται η Τουρκία.
Το όραμα ενός millet θρησκευόμενου, με τις αξίες του να προσδιορίζονται από την Οθωμανική αυτοκρατορική παράδοση, που η καθημερινότητά του θα υπακούει στο Adhan (το κάλεσμα σε προσευχή) ήταν πάντοτε αυτό που ενέπνεε την ηγετική φυσιογνωμία του Προέδρου Ερντογάν. Μία Τουρκία να ηγείται και να καθοδηγεί τους ευσεβείς Μουσουλμάνους πέρα από τα σύνορα της χρειαζόταν μία τέτοια πράξη.
Η Αγιά Σοφιά του Πορθητή, των Σουλτάνων και του Χαλιφάτου και το χαστούκι στην Δύση το 2020. Ο δρόμος είναι ανοικτός για την αναβίωση του Χαλιφάτου με έδρα την Πόλη όπως ήταν μέχρι την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας. Δεν είναι εύκολο, αλλά ο Πρόεδρος Ερντογάν έχει δείξει ότι ξέρει να περιμένει. Και όσο και αν σε αυτό το ενδεχόμενο δύσκολα θα βρει συμπαραστάτες στον Αραβικό κόσμο, ο μέσος μουσουλμάνος στον «αραβικό δρόμο» είναι ήδη οπαδός του.
Προφανώς και οι εσωτερικές πολιτικές ανάγκες και σκοπιμότητες έπαιξαν ρόλο. Αλλά από την αρχή ήταν μία κατάσταση «καζάν-καζάν» για την Τουρκική ηγεσία. Πλέον δεν υπάρχει επιστροφή όσο εδραιώνεται και αποκτά αυτοπεποίθηση και ανακαλύπτει ολοένα και περισσότερο τον αντιδυτικισμό της μία συνειδητά σουνιτική πλειοψηφούσα ελίτ. Ακόμη και όταν έλθει η ώρα και αποσυρθεί ή χάσει μετά από εκλογές την εξουσία του ο Ρ. Τ. Ερντογάν, είναι μάλλον απίθανο το και με την βούλα του Ανωτάτου Δικαστηρίου πλέον Τέμενος να σταματήσει να είναι χώρος λατρείας.
Πολιτικά δεν υπάρχουν πολλά να γίνουν πέρα από τις καταγγελίες και την διεθνή αποδοκιμασία. Η διεθνής κοινότητα δεν έχει ούτε εργαλεία ούτε την διάθεση να ξοδέψει κεφάλαιο και να επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την σχέση της με την Άγκυρα. Και βεβαίως η Τουρκία του Ερντογάν δεν είναι μόνη της. Μουσουλμανικές κοινότητες από την ΝΑ Ασία μέχρι την αφρικανική ακτή στον Ατλαντικό πανηγυρίζουν.
Η Αθήνα πέρα από την έκφραση δυσαρέσκειας και πέρα από την υποστήριξη εκείνων των αρμόδιων διεθνών θεσμών που είναι θεματοφύλακες της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς δεν μπορεί να κάνει πολλά, τουλάχιστον όχι μόνη της. Και ακόμη και σήμερα δεν έχουμε την πολυτέλεια και δεν πρέπει να διμεροποιήσουμε το ζήτημα όσο και αν μας πληγώνει περισσότερο από κάθε άλλον.
Το Πατριαρχείο είναι όμηρος στο έλεος της Άγκυρας. Δεν μπορεί να υπάρξει qui pro quo. Βεβαίως κάποιοι θα ισχυριστούν ότι θα μπορούσαμε από εδώ και πέρα να μπλοκάρουμε κάθε ευρωτουρκική συνεργασία και πρόγραμμα στον τομέα του πολιτισμού και της εκπαίδευσης. Θα μπορούσαμε να επιχειρήσουμε να μπλοκάρουμε την Τουρκική συμμετοχή σε σχετικά ευρωπαϊκά προγράμματα και χρηματοδότηση. Έτσι όμως θα τιμωρήσουμε αυτούς που δεν φταίνε και που ίσως ήδη υποφέρουν στην Τουρκία και δεν πρέπει.
Presidential Press Service via AP
* Ο Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο