Της Βίβιαν Ευθυμιοπούλου
Το βιβλίο του Τάκη Μίχα «Ελλάδα και Ευρώ. Η Φιλελεύθερη άποψη» (Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις) έρχεται να στοιχηθεί στη σειρά των βιβλίων που επιχείρησαν να ερμηνεύσουν την ελληνική κρίση και να προβλέψουν την εξέλιξή της.
Έχουμε διαβάσει σχεδόν ό,τι έχει εκδοθεί για το θέμα τα τελευταία χρόνια οπότε ένα βιβλίο που στον λεγόμενο «ντισκρίπτορα» του τίτλου αυτοσυστήνεται ως η «φιλελεύθερη άποψη» για τα πράγματα δεν θα μπορούσε να λείψει από τη βιβλιοθήκη μας.
Υπάρχει βέβαια λόγος για να προσπεράσει κανείς αυτό το βιβλίο. Και είναι βέβαια οι δύο υπογραφές που προλογίζουν την έκδοση: Ανδρέας Ανδριανόπουλος και Γιάνης Βαρουφάκης, δύο άνθρωποι του παρελθόντος που διεκδικούν μια θέση στο παρόν με όρους παιδιάστικης πρόκλησης αλλά είναι γνωστό ότι οι Έλληνες εκδότες έχουν περίεργες αντιλήψεις για το πώς μπορεί να γίνει ένα βιβλίο πιο ελκυστικό εμπορικά.
Προσπερνώντας λοιπόν τους προλόγους ο πρώτος λόγος για να διαβάσει κανείς το πόνημα του Τάκη Μίχα είναι η ίδια «η περίπτωση Μίχα». Αυτό που κάποτε λογίζονταν ως το μεγαλύτερό του ελάττωμα, το να εκφέρει τη γνώμη του αφιλτράριστα, αδιαφορώντας ποιους θα στεναχωρήσει και ποιους θα φέρει σε δύσκολη θέση, σήμερα λειτουργεί ως το μεγαλύτερό του προτέρημα. Αποδείχθηκε δηλαδή ότι ο Τάκης Μίχας δεν είχε ποτέ την πρόθεση να προκαλέσει στις δημόσιες παρεμβάσεις του. Έλεγε, απλώς, όσα κάθε φορά πίστευε.
Βέβαια, η χρήση στον τίτλο της λέξης «φιλελεύθερος» για να λειτουργήσει ως επιθετικός προσδιορισμός της λέξης «άποψη» και όχι άλλης λέξης που θα υπαινίσσεται κάποια πιο στιβαρή τεκμηρίωση ισχυρισμών («Είναι η γνώμη μου, βρε αδελφέ!»), είναι σαφές ότι λειτουργεί ως συμμόρφωση προς τις επιταγές της μόδας.
Γιατί ο φιλελευθερισμός έχει γίνει μόδα ιδιαίτερα μετά την επικράτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας ενώ ο ίδιος ο Τάκης Μίχας πάντα βρισκόταν αρκετά μακριά από τις καταστατικές αρχές του κλασικού φιλελευθερισμού, ενστερνιζόμενος πιο ελευθεριακές (libertarian) απόψεις.
Στις περίπου 125 (μαζί με τους φλύαρους προλόγους) σελίδες του βιβλίου αναπτύσσεται η κεντρική ιδέα του: σύμφωνα με τον Μίχα, ένας φιλελεύθερος για να είναι ιδεολογικά συνεπής όφειλε να είναι καταστατικά εναντίον της δημιουργίας ζώνης κοινού νομίσματος. Μάλιστα ως βασικό επιχείρημα τεκμηρίωσης της άποψης αυτής ο συγγραφέας μας θυμίζει ένα άρθρο που είχε γράψει σε ανύποπτο χρόνο, το Φεβρουάριο του 2000 και στο οποίο υποστήριζε ότι η πτώση, τότε, του Χρηματιστηρίου οφείλονταν στην ΟΝΕ.
Ο Τάκης Μίχας γραπώνεται από τη γνωστή αντιευρωπαϊκή επιχειρηματολογία που βλέπει στο εγχείρημα της ΕΕ και της ΟΝΕ μια πρόθεση κεντρικού ελέγχου από αυτούς που κάποτε η αριστερά ονόμαζε «ευρωπαϊκό διευθυντήριο», με κεντρικό έλεγχο στα ζωτικά όργανα κάθε εθνικής οικονομίας: το φορολογικό και τραπεζικό σύστημα.
Ο κεντρικός έλεγχος σ' ένα εθνικό κράτος δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως φιλελεύθερη πολιτική επιλογή. Αλλά σε μια ομοσπονδία κρατών, με την ολοκλήρωση της ομοσπονδίας αυτής πάνω σε φεντεραλιστικά πρότυπα είναι κριτήριο για να αποτιμήσεις πόσο φιλελεύθερο είναι; Αν η απάντηση είναι θετική τότε και σύμφωνα με τη λογική Μίχα θα έπρεπε να θεωρούμε τις ΗΠΑ κάτι σαν την ΕΣΣΔ.
Επισημαίνει ακόμα την απολύτως λογική θέση που το 2000 είχαν υποστηρίξει αρκετοί ότι μια οικονομία, όπως η ελληνική είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταφέρει να λειτουργήσει με το ίδιο νόμισμα που λειτουργεί η γερμανική.
Όσα σήμερα ο Τάκης Μίχας στο βιβλίο του τα προβάλλει ως πρωτότυπες ιδέες διεκδικώντας, κατ' αποκλειστικότητα την πατρότητά τους, τα είχαν επισημάνει αρκετοί σοβαροί άνθρωποι από τότε. Ήταν βέβαια αυτοί που συμπλήρωναν τη σκέψη τους με την παρατήρηση ότι ήταν ζωτικό (όχι απλώς επιτακτικό) να προχωρήσει γρήγορα η δημοσιονομική (και όχι μόνο) προσαρμογή στην ΟΝΕ, κάτι που η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη δεν έκανε ποτέ.
Ο Τάκης Μίχας υποστηρίζει ακόμα ότι η Ελλάδα το 2010 έπρεπε να κάνει στάση πληρωμών. Προς επίρρωση αυτής της άποψης την οποία, θυμίζουμε, ότι έχει χρίσει ως φιλελεύθερη βάζει στη συζήτηση ένα νεομαρξιστή. Τον Rafael Korea του Εκουαδόρ. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην επιδοθούμε σε φτηνό bickering αποδομώντας αυτές τις ανεκδιήγητες θέσεις. Αντ' αυτού λοιπόν στεκόμαστε στο γιατί είναι μια καλή ιδέα να αφιερώσει κανείς ένα δίωρο για να διαβάσει αυτό το βιβλίο πίνοντας τον καφέ του.
Το βιβλίο αυτό συνοψίζονται υπέροχα όλες οι τερατολογίες που έχουν κατά καιρούς υποστηριχθεί ως δυνητική εναλλακτική των μνημονίων. Από την ανάλυση (ώπα, δεν είναι ανάλυση, η άποψή του είναι!) του Μίχα απουσιάζει παντελώς η πολιτική, η διπλωματία, η γεωπολιτική, το χρονικό των προσπαθειών να εκσυγχρονιστεί η χώρα από την εποχή του Τρικούπη μέρι σήμερα. Απουσιάζουν δηλαδή όλα όσα επέβαλλαν την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ, όλα αυτά που θα μας οδηγούσαν στο να λάβουμε ξανά την ίδια ακριβώς απόφαση, ακόμα και σήμερα που γνωρίζουμε πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα. Να το διαβάσετε το βιβλίο ειδικώς οι φιλοευρωπαϊστές. Η ανάγνωσή του εμπεδώνει τον φιλοευρωπαϊσμό και την πεποίθηση στην ανάγκη συνέχισης και όχι ανακοπής των προσπαθειών για την ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Με την ανάγνωση βιβλίων όπως αυτό του Μίχα η μεταφυσική πίστη στην Ευρώπη αποκτά ορθολογική υπόσταση. Κι αυτό δεν είναι ένα αμελητέο κατόρθωμα του συγγραφέα.