Του Δημήτρη Κωνσταντόπουλου*
Μέσα από μια διαδικασία εξπρές και μια συζήτηση χωρίς ουσιαστική ζύμωση στη Βουλή, αλλάξαν δομές και θεσμοί στην εκπαίδευση που λειτούργησαν για δεκαετίες. Δομές που στήριξαν τη λειτουργία του σχολείου. Βοήθησαν το καθημερινό έργο των μάχιμων εκπαιδευτικών. Οικοδόμησαν σχέσεις συμμετοχής και συνέργειας με φορείς και γονεϊκά κινήματα. Δομές που άνοιξαν το σχολείο στην κοινωνία, στη γειτονιά, στους γονείς. Δομές που λειτούργησαν αφομοιωτικά στους πολύπλευρους και έντονους κραδασμούς που έχουν δημιουργηθεί στην κοινωνία μας από τη συνεχή οικονομική και κοινωνική εξόντωση της οικογένειας.
Αυτή η προβολή της έντασης έχει περάσει και στα παιδιά μας. Το σχολείο γίνεται δέκτης συμπεριφορών και αντιδράσεων πρωτόγνωρων για το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Ο δάσκαλος σε όλες τις βαθμίδες είναι ο εύκολος “στόχος”, “ο αδύναμος κρίκος”. Κι όμως, αυτό το σχολείο και αυτός ο εκπαιδευτικός, σε όλες τις αξιολογήσεις και αποτιμήσεις δεικτών για το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας, παραμένει σημαντικός παράγοντας ποιότητας για το παραγόμενο αποτέλεσμα μάθησης και κοινωνικοποίησης των παιδιών μας. Μια πολιτεία που παρατεταμένα αγνοεί τις πραγματικές ανάγκες του σχολείου. Μετατρέπει το Διευθυντή από παιδαγωγικό εμπνευστή σε γραφειοκράτη και αφήνει τον εκπαιδευτικό χωρίς ουσιαστική επιμορφωτική στήριξη, να δίνουν καθημερινά τη μάχη της ευθύνης και του καθήκοντος.
Η πολιτική του Υπουργείου Παιδείας να αμφισβητεί και να καταργεί θεσμούς που εξέφρασαν τους αγώνες των εκπαιδευτικών για δημοκρατία και επαγγελματική αξιοπρέπεια είναι σε λάθος κατεύθυνση. Ο Νόμος ορόσημο για το Ανοικτό Δημοκρατικό Σχολείο ο ν. 1566/85 της Κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ με Υπουργό Παιδείας τον Απόστολο Κακλαμάνη, σχεδιάστηκε και γράφτηκε από εμπνευσμένους δασκάλους – Σχολικούς Συμβούλους. Σχολικούς Συμβούλους αρωγούς και συμπαραστάτες του εκπαιδευτικού, με ήθος και δημοκρατικό φρόνημα. Ένας θεσμός που διαχρονικά καταγράφεται με θετικό πρόσημο στον κλάδο των εκπαιδευτικών. Ένας θεσμός που δεν στηρίχθηκε όπως έπρεπε από την πολιτεία. Χωρίς υποδομές, οι Σχολικοί Σύμβουλοι είναι οι αποδέκτες του πρώτου τηλεφωνήματος για το πρόβλημα που θα δημιουργηθεί στη Σχολική Μονάδα και αφορά το μαθητή σε όλα τα επίπεδα. Θέματα μαθησιακών δυσκολιών, συμπεριφοράς, ενδοσχολικών συγκρούσεων, παρεμβάσεων από γονείς, τριβές στο σύλλογο διδασκόντων. Και αυτό γιατί έχει την άμεση σχέση με τη σχολική μονάδα, την επιστημονική γνώση και την εμπειρία για να μπορέσει να αντιμετωπίσει την κρίση και να προτείνει λύση. Θα μπορούσαμε να αλλάξουμε το όνομα και να τον ονομάσουμε Σχολικό Συμπαραστάτη.
Οι αλλαγές που πρόσφατα έγιναν Νόμος, έπρεπε να συντελεστούν σε ιδανικές συνθήκες διαβούλευσης και διαλόγου. Αφορούν την ποιότητα λειτουργίας της Σχολικής Μονάδας και το έργο των εκπαιδευτικών. Είναι αυταπόδεικτο ότι το σχέδιο Νόμου για τις Δομές Υποστήριξης της Εκπαίδευσης, έχει στόχο τη δραστική μείωση των δαπανών για το σχολείο. Εισάγει την «αυτοαξιολόγηση» της σχολικής μονάδας που η κυβέρνηση αφόριζε όταν ήταν στην Αντιπολίτευση. Υπηρετεί κατά γράμμα τις μνημονιακές δεσμεύσεις και τις υποχρεώσεις που έχει η Κυβέρνηση στους θεσμούς για να κλείσει η επικείμενη αξιολόγηση. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο καταργούνται τα ΠΕΚ, οι Προϊστάμενοι Παιδαγωγικής Καθοδήγησης και οι Σχολικοί Σύμβουλοι. Στη θέση τους δημιουργούνται τα Περιφερειακά Κέντρα Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού (ΠΕΚΕΣ) σε επίπεδο Περιφερειακών Διευθύνσεων. Το ΠΕΚΕΣ, όπως περιγράφεται στο νομοσχέδιο στερείται βασικών θεσμοθετημένων αρμοδιοτήτων που σήμερα έχουν οι Σχολικοί Σύμβουλοι. Είναι υποστελεχωμένο - αφού ο αριθμός των «νέων» στελεχών (συντονιστές εκπαιδευτικού έργου) μειώνεται πλέον του 40% σε σχέση με τον σημερινό αριθμό των Σχολικών Συμβούλων. Έτσι υποβαθμίζεται και αδυνατίζει δραματικά η επιστημονική και παιδαγωγική υποστήριξη των σχολικών μονάδων της χώρας. Τα σχολεία, οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς και οι μαθητές δεν θα έχουν πλέον τη δυνατότητα να απευθύνονται άμεσα σε αρμόδιο επιστημονικό στέλεχος και να λάβουν βοήθεια και στήριξη. Σε επίπεδο Διευθύνσεων. συγχωνεύονται υποστηρικτικές δομές ζωτικής σημασίας (ΚΕΔΔΥ - Συμβουλευτικοί Σταθμοί Νέων - ΚΕΣΥΠ – ΚΕΠΛΗΝΕΤ) και δημιουργούνται τα Κέντρα Συμβουλευτικής Υποστήριξης (Κ.Ε.Σ.Υ) τα οποία θα είναι κοινά και για τις δύο βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Βλέπουμε ότι δομές με διακριτά αντικείμενα συγχωνεύονται με στόχο τη μείωση του ήδη ανεπαρκούς προσωπικού λόγω της συνεχιζόμενης υποχρηματοδότησης. Το αποτέλεσμα θα είναι η συρρίκνωση των υποστηρικτικών δομών και η υποβάθμιση του έργου τους. Η κατάσταση που διαμορφώνεται στην Ειδική Αγωγή είναι ακόμα πιο κρίσιμη. Καταργούνται τα ΚΕΔΔΥ, και μαζί μ'' αυτά και η αναγκαία διαφοροδιάγνωση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Η διαδικασία αυτή θα γίνεται πλέον από θεσμούς εκτός εκπαίδευσης. Αυτό θα έχει συνέπειες για τους γονείς και τις οικογένειες παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Θα κληθούν χιλιάδες οικογένειες με τη ρύθμιση που ψηφίστηκε να επισκέπτονται τα ιατροπαιδαγωγικά κέντρα για τις αξιολογήσεις, αλλά και για την κατάρτιση προγράμματος εκπαιδευτικής υποστήριξης των παιδιών τους. Η ίδια λογική συρρίκνωσης παρατηρείται και στη μετεξέλιξη των Κ.Π.Ε σε Κέντρα Εκπαίδευσης για την Αειφορία (Κ.Ε.Α). Σε αυτά θα ενσωματωθούν οι αρμοδιότητες των υπευθύνων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, Αγωγής Υγείας και Πολιτιστικών Θεμάτων. Δομές που στήριξαν δράσεις και προγράμματα καινοτόμα για το περιβάλλον, τη διατροφή, την κυκλοφοριακή αγωγή και τον πολιτισμό, ουσιαστικά αποδυναμώνονται και απενεργοποιούνται.
Έχουμε επανειλημμένα τονίσει ως Δημοκρατική Συμπαράταξη, ότι στα θέματα Παιδείας, συζητήσεις νομοσχεδίων με τη διαδικασία του επείγοντος δε συμβάλλουν στη σύνθεση και στην αναζήτηση ευρύτερων συγκλίσεων. Έχουμε αποδείξει με προτάσεις ότι για μας, η Παιδεία και η εκπαίδευση, ξεπερνά τα όρια των κομματικών αντιπαραθέσεων και των τυφλών συγκρούσεων. Η Κυβέρνηση δεν φτάνει μόνο να επικαλείται το διάλογο, πρέπει και να τον επιδιώκει αν βέβαια τον πιστεύει.
*Ο κ. Δημήτρης Κωνσταντόπουλος είναι βουλευτής της ΔΗΣΥ.