Του Γιάννη Παπαδόπουλου*
Ένας τομέας που, ενώ γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη τα τελευταία είκοσι χρόνια, ταλανίζεται από αποκλεισμό και συντεχνιακό καπιταλισμό είναι η εκπαίδευση ενηλίκων, δηλαδή η εκπαίδευση σε δομές όπως τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, τα ΙΕΚ, τα Κέντρα Διά Βίου Μάθησης κ.λπ.
Ο αποκλεισμός ξεκινά από το ίδιο το επάγγελμα του εκπαιδευτή ενηλίκων.
Όποιος είναι πιστοποιημένος εκπαιδευτής ενηλίκων από τον ΕΟΠΠΕΠ προηγείται των μη πιστοποιημένων και ίσως ορθώς. Για να συμμετάσχει όμως κανείς στις εξετάσεις πιστοποίησης πρέπει είτε να έχει 150 ώρες σχετική εμπειρία είτε να παρακολουθήσει σεμινάριο προετοιμασίας από δημόσιο φορέα. Γιατί από δημόσιο φορέα;
Παρότι ιδιωτικοί φορείς προσφέρουν σεμινάρια φτηνότερα, πιο ευέλικτα και συχνά υψηλότερης ποιότητας, αποκλείονται. Επίσης, αποκλείονται όσοι ενδιαφερόμενοι θα ήθελαν να μελετήσουν μόνοι τους. Ενώ είναι αλήθεια πως ένας δάσκαλος, ένας καθηγητής ξένων γλωσσών, ακόμα και ο γεωπόνος που έχει τελειώσει ΑΣΠΑΙΤΕ ή κάποια άλλη παιδαγωγική σχολή, ίσως να μπορεί να ανταποκριθεί στις εξετάσεις του ΕΟΠΠΕΠ με προσωπικό διάβασμα. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα έπρεπε να έχει την επιλογή να διαβάσει μόνος, να προσλάβει έναν μέντορα ή να επιλέξει το πρόγραμμα εκπαίδευσης που του ταιριάζει, ακόμα και αν είναι από ιδιωτικό φορέα;
Μία άλλη ιστορία που κρατά πολλά χρόνια είναι τα αμαρτωλά προγράμματα τύπου voucher. Ενώ τα τελευταία χρόνια έγινε μία προσπάθεια να μειωθούν οι φωτογραφικές προκηρύξεις -π.χ. για να έχει το δικαίωμα ένα κέντρο εκπαίδευσης να οργανώσει ένα τμήμα διάρκειας ενός μήνα για είκοσι ανέργους, έπρεπε να έχει ετήσιο κύκλο εργασιών… 3 εκατομμύρια ευρώ!- μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές έκαναν την εμφάνισή τους πάλι!
Έτσι, για να μπορέσει ένας οργανισμός να κάνει μαθήματα… υπολογιστών σε ανέργους θα πρέπει να έχει σχετική εμπειρία 3.000 ωρών και δύο άτομα προσωπικό. Δηλαδή, τρεις εκπαιδευτές πληροφορικής, με 15.000 ώρες εκπαίδευσης ο καθένας, οι οποίοι ίδρυσαν μία ομόρρυθμη εταιρεία δύο έτη πριν από την προκήρυξη δεν μπορούν να πάρουν πρόγραμμα, επειδή δεν έχουν την απαιτούμενη εμπειρία και δεν δουλεύει και κανένας στην εταιρεία τους (οι επιχειρηματίες, για τα προγράμματα αυτά, δεν δουλεύουν στις εταιρείες τους και ως εκ τούτου δεν λογίζονται ως εργαζόμενοι!).
Το σημαντικό ερώτημα, βέβαια, είναι ποιος κερδίζει από αυτό; Ποιος κερδίζει από παράλογα τιμολογημένα σεμινάρια που προσφέρονται από σκιώδεις παρακρατικές συντεχνίες, των οποίων το έργο δεν αξιολογείται από τα αποτελέσματά του; Μήπως οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας; Οι νέοι επιχειρηματίες; Οι εκπαιδευόμενοι; Ο Ευρωπαίος φορολογούμενος;
Φαντάζομαι δεν χρειάζεται να απαντήσω…
*Ο Γιάννης Παπαδόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας
**Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο 18/7/19