Είναι προφανές ότι τα νούμερα διαβάζονται με όποιο τρόπο θέλει ο καθένας. Ήταν αναμενόμενο ότι η αντιπολίτευση θα προβάλλει το γεγονός ότι η ύφεση της Ελλάδας στο 3ο τρίμηνο (11,7%) είναι η μεγαλύτερη της Ευρώπης (σ.σ αλήθεια πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά όταν η Ελλάδα έχει τη μεγαλύτερη εξάρτηση από τον τουρισμό ειδικά στο 3ο τρίμηνο). Και ήταν επίσης αναμενόμενο ότι η κυβέρνηση θα «σταθεί» στο γεγονός ότι μέσα στο α’ τρίμηνο του έτους -και με την οικονομία ουσιαστικά κλειστή για τουλάχιστον τον μισό Μάρτιο- εμφανίστηκε θετική μεταβολή στο ΑΕΠ. Πέραν όμως από τα «φίλτρα» ανάγνωσης των αριθμών που υιοθετεί ο καθένας, υπάρχουν χρήσιμα συμπεράσματα: όλα δείχνουν ότι… πιάσαμε πάτο και ότι ο μόνος δρόμος που μπορούμε να ακολουθήσουμε από εδώ και στο εξής είναι ο … ανήφορος.
Πώς προκύπτει αυτό; Στο 9μηνο, η κατανάλωση έχει κρατηθεί στο ύψος της παρά το γεγονός ότι νοικοκυριά και επιχειρήσεις κράτησαν «πυρομαχικά» άνω των 11 δισ. ευρώ όπως προκύπτει και από την αύξηση του υπολοίπου στους τραπεζικούς λογαριασμούς. Επίσης, οι επενδύσεις, έχουν υποχωρήσει σε τόσο χαμηλά επίπεδα που δεν είναι εύκολο να μειωθούν κι άλλο κάτι που επίσης φάνηκε στο φετινό 9μηνο. Με την συμμετοχή λοιπόν του τουρισμού να πέφτει σχεδόν στο… μηδέν (σ.σ οι εξαγωγές υπηρεσιών ήτοι ο τουρισμός υποχώρησαν κατά 80%) το ΑΕΠ φαίνεται ότι θα κρατηθεί τελικώς πάνω από τα 162,5 δισ. ευρώ, ποσό που έχει προϋπολογιστεί κατά τη σύνταξη του προϋπολογισμού του 2021. Η ύφεση του 2020, όλα δείχνουν ότι θα συγκρατηθεί σε μικρότερο ποσοστό από το -10,5% που έχει προϋπολογίσει η κυβέρνηση.
Από που προκύπτει η σιγουριά; Από το γεγονός ότι για να φτάσουμε στο -10,5% σε επίπεδο έτους (σ.σ τη στιγμή που η ύφεση στο 9μηνο είναι 8,5%), θα πρέπει μέσα στο δ’ τρίμηνο να συρρικνωθεί το ΑΕΠ κατά τουλάχιστον 16-17%. Πώς όμως θα γίνει αυτό; Στο 9μηνο και ύστερα από ένα «σκληρό» lockdown από τον Μάρτιο μέχρι τον Μάιο αλλά και μια καλοκαιρινή σεζόν που όμοιά της δεν έχει καταγραφεί, η κατανάλωση δεν υποχώρησε καν.
Τον Οκτώβριο, η οικονομία λειτούργησε σχεδόν κανονικά. Και το locκdown του Νοεμβρίου φάνηκε να είναι λιγότερο «σκληρό» από το αντίστοιχο του Απριλίου κάτι βέβαια που μένει να αποτυπωθεί στα νούμερα. Αν υπάρξει επαναλειτουργία των καταστημάτων μέσα στο β’ δεκαπενθήμερο του Δεκεμβρίου, η ζήτηση θα περιορίσει την πτώση του ΑΕΠ στο γ’ τρίμηνο. Έτσι, και η συνολική ύφεση της χρονιάς, θα μειωθεί κάτω από το 10,5% εκτός και αν μείνουμε… κλειδωμένοι για ολόκληρο το υπόλοιπο έτος.
Ακόμη και αυτό να γίνει όμως, το ζητούμενο είναι το τι θα γίνει από το 2021. Η χρονιά θα ξεκινήσει με τρία «στάνταρ»:
1. Ο τουρισμός θα φέρει περισσότερα έσοδα και του χρόνου να συνδράμει θετικά στη διαμόρφωση του ΑΕΠ. Το αν τα έσοδα του τουρισμού θα φτάσουν στο 60% των εσόδων του 2019 ουδείς μπορεί να το προεξοφλήσει. Ωστόσο, το πιθανότερο είναι ότι το 2021 θα είναι καλύτερο από το 2020.
2. Οι επενδύσεις έχουν βουλιάξει σε τόσο χαμηλά επίπεδα, που με ένα πακέτο στήριξης 32 δις. ευρώ να βρίσκεται προ των πυλών, ο μόνος δρόμος είναι επίσης ο ανοδικός. Δεύτερο υποψήφιο «συν» για το ΑΕΠ της χώρας.
3. Η κατανάλωση «κρατήθηκε» το 2020 ενώ τα νοικοκυριά έκαναν αποταμίευση για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια αυξάνοντας το υπόλοιπο των τραπεζικών τους λογαριασμών. Αν αποφευχθεί ένα μεγάλο κύμα απολύσεων στις αρχές του 2021 (κάτι που πλέον δεν είναι πιθανό καθώς μόνο από την επιστρεπτέα προκαταβολή έχουν «απαγορευτεί» πάνω από 750.000 απολύσεις μέχρι και το τέλος Μαρτίου), η κατανάλωση είναι πιθανό να κινηθεί και αυτή υψηλότερα.
Το πρώτο τρίμηνο του 2021 θα είναι δύσκολο καθώς και η βάση σύγκρισης (δηλαδή το ΑΕΠ του α’ τριμήνου του 2020) έχει ανέβει. Ωστόσο, από τον Απρίλιο, θα αρχίσει η ανάκαμψη. Το αν η ανάπτυξη της επόμενης χρονιάς θα συγκρατηθεί στο 3,5% ή αν θα είναι υψηλότερη, μένει να φανεί.