Του Σάκη Μουμτζή
Είναι γνωστόν πως στα Εξάρχεια δεν μπορεί να μπει ο οποιοσδήποτε. Υπάρχει face control. Έλεγχος «διαβατηρίων». Και αν τυχόν ξεφύγει και εντοπιστεί στην συνέχεια, το ζήτημα είναι πώς θα φύγει.
Θυμάμαι, στην δεκαετία του 70 τα Εξάρχεια ήταν μια αστική περιοχή της Αθήνας που αποτελούσε πυρήνα αμφισβήτησης, κύτταρο πολιτισμού, χώρο όπου ο καθένας μπορούσε άφοβα να αναπτύξει τις απόψεις του. Είχε και ποδοσφαιρική ομάδα, τον Αστέρα Εξαρχείων, με έναν καταπληκτικό πρόεδρο.
Με την πάροδο των δεκαετιών αυτή η ζωντανή περιοχή μετατράπηκε σε ένα γκέτο μέσα στο οποίο τελούνται πράξεις που αγγίζουν σχεδόν όλα τα άρθρα του Ποινικού Κώδικα.
Επί συγκυβέρνησης Σαμαρά –Βενιζέλου οι πράξεις ανομίας είχαν περιορισθεί και κυρίως είχε εκλείψει η δράση των κουκουλοφόρων, καθώς είχε ποινικοποιηθεί η κουκούλα.
Τότε είχαν ξεσηκωθεί τα στελέχη της ριζοσπαστικής Αριστεράς και οι γνωστοί μαϊντανοί που τους ακολουθούσαν. Σήμερα, όλοι αυτοί ανακάλυψαν «πως οι αγωνιστές δεν φορούν κουκούλα».
Κάλλιο αργά, παρά ποτέ. Ελπίζω, όταν, οσονούπω, επαναποινικοποιηθεί η κουκούλα να μην διαμαρτυρηθούν και πάλι.
Γιατί όμως, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επιδεικνύει τόση ανοχή απέναντι σε αυτές τις ποινικά κολάσιμες πράξεις των αναρχοαυτόνομων;
Ίσως γιατί θέλει να φτιασιδώσει το γερασμένο αριστερό προφίλ της.
Ίσως γιατί κάποιες συνιστώσες του κόμματος έχουν διατηρήσει ισχυρούς δεσμούς με ομάδες του αντιεξουσιαστικού χώρου. Δεσμούς που σφυρηλατήθηκαν όταν πυρπόλησαν την Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2008.
Μα, δεν αντιλαμβάνεται η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, πως με αυτήν την ανοχή στις βιαιοπραγίες και στις καταστροφές των αντιεξουσιαστών, χάνει και τους τελευταίους «νοικοκυραίους» που τους έχουν απομείνει;
Λίγο ο ΕΝΦΙΑ, λίγο η σεισάχθεια, λίγο οι απατηλές υποσχέσεις, ένα τμήμα της μεσαίας τάξης ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της τάξης ήταν, είναι και θα είναι το τρίπτυχο «ησυχία, τάξη και ασφάλεια».
Καταστάσεις, που όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι τις επιθυμούν. Η ριζοσπαστική Αριστερά όμως, ανέκαθεν αυτό το τρίπτυχο το χλεύαζε, το απαξίωνε, το θεωρούσε δείγμα ενός συντηρητισμού που αυτή αποστρεφόταν.
Να υποθέσω, πως προτιμούν επαναστατικά «την ανησυχία, την αταξία και την ανασφάλεια».
Το τρίπτυχο των «νοικοκυραίων» για να εξασφαλισθεί στους πολίτες, απαιτεί, σε τελική ανάλυση, την καταστολή. Γιατί πώς αλλιώς θα επιβληθεί η τάξη, όταν διασαλεύεται;
Η καταστολή όμως, από μια φυσιολογική συμπεριφορά του φιλελεύθερου κράτους, έχει αναχθεί από την Αριστερά σε ένα ιδεολόγημα με αρνητικό πρόσημο.
Καμιά δημοκρατική και πολιτισμένη κοινωνία δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς την ύπαρξη και την δράση των δυνάμεων καταστολής. Και αυτή η αντίληψη δεν είναι ούτε ακροδεξιά, ούτε «νεοφιλελεύθερη».
Είναι ένα βασικό προαπαιτούμενο για την εύρυθμη λειτουργία κάθε κοινωνίας.
Διαβάζω τις θέσεις κάποιων ροζέ αριστερούληδων, πως με την καταστολή δεν λύνεται το πρόβλημα. Θα πρέπει, υποστηρίζουν, να αναζητήσουμε τα κοινωνικά αίτια που αυτά τα «παιδιά» συμπεριφέρονται έτσι.
Δύο είναι οι ασφαλέστεροι τρόποι για να μην κάνουν οι πολιτικοί τίποτα. 1.Να συγκροτήσουν μιαν επιτροπή και 2. Να αναζητήσουν τα κοινωνικά αίτια ενός φαινομένου.
Είναι επιβεβλημένο η Νέα Δημοκρατία να ξεκαθαρίσει ευθύς εξ αρχής πως δεν θα ανεχθεί πράξεις ανομίας, πως δεν θα ανεχθεί την ύπαρξη περιοχών που βρίσκονται εκτός κρατικού ελέγχου και πως, σε καμιά περίπτωση, δεν θα παραιτηθεί από το προνόμιο της άσκησης νόμιμης βίας κατά των παρανομούντων.
Να ξεκαθαρίσει ευθύς εξ αρχής πως δεν μπορεί να υπάρξει κράτος των Εξαρχείων.
Για να ξέρουμε τι ψηφίζουμε.