Της Άννας Παπαδομαρκάκη
Το τραγικό περιστατικό με τον αδόκητο θάνατο ενός οκτάχρονου παιδιού, ακόμη κι αν τελικά δεν επιβεβαιώνεται ότι οφείλεται στον ανεπαρκή εμβολιασμό του απέναντι στην «εξαφανισμένη» από χρόνια διφθερίτιδα, μας συγκλόνισε όλους και έγινε αφορμή για να αναζωπυρωθεί η συζήτηση για το πόσο ανεύθυνα ενεργούν όσοι αποφεύγουν να εμβολιάσουν τα παιδιά τους αρνούμενοι τα επιστημονικά δεδομένα και υποκύπτοντας σε δοξασίες.
H τραγική αυτή ιστορία φέρνει και πάλι στο προσκήνιο το θέμα της αναγκαιότητας των εμβολιασμών για τις λοιμώδεις ασθένειες, οι οποίες μέχρι τις αρχές του προηγούμενου αιώνα «θέριζαν» τον σημερινό πολιτισμένο ή ανεπτυγμένο κόσμο.
Η ανακάλυψη των εμβολίων απομάκρυνε τους κινδύνους από τις λεγόμενες «παιδικές» ασθένειες, όπως η ιλαρά, η παρωτίτιδα, ο κοκκύτης, η ερυθρά κλπ, αλλά και από μια σειρά άλλων λοιμωδών νόσων όπως η πολυομυελίτιδα, η διφθερίτιδα, ο τύφος.
Κάπως έτσι, φτάσαμε να λέμε ότι οι ασθένειες αυτές έχουν εκλείψει και να αισθανόμαστε ασφαλείς, ότι κινούμενοι σε ένα σχετικά καθαρό περιβάλλον πόλης, μπορούμε να διαχωρίζουμε τη θέση μας από την υπόλοιπη φύση.
Αφαιρώντας λοιπόν τον κίνδυνο της νόσησης, αφού οι ασθένειες αυτές δεν «φαίνονται» πια, αισθανόμαστε ελεύθεροι να αρχίζουμε την κριτική για τις παρενέργειες των εμβολίων, εκφράζοντας τη γνώμη μας για το κάθε συστατικό που περιέχεται μέσα στα εμβόλια. Χωρίς απαραίτητα να είμαστε ειδικοί. Έτσι κι αλλιώς, γνώμη είναι, και είμαστε ελεύθεροι να την εκφράζουμε.
Τα εμβόλια όμως, έχουν έναν διττό ρόλο. Προστατεύουν τον άνθρωπο από την ασθένεια με την ανοσοποίηση που του παρέχουν. Έτσι όμως, ο κάθε εμβολιασμένος δεν κινδυνεύει να αρρωστήσει, άρα και να κολλήσει τον διπλανό του. Δηλαδή τα εμβόλια, δημιουργούν με αυτόν τον τρόπο κοινωνικά σύνολα προστατευμένα, φτιάχνοντας ένα ευρύτερο «φράγμα προστασίας» στην κοινωνία στην οποία ζούμε όλοι.
Με οδηγό την κριτική -χωρίς να συνοδεύεται από την απαιτούμενη γνώση- ξεκίνησε το αντιεμβολιαστικό κίνημα, σπάζοντας σιγά - σιγά το φράγμα προστασίας που είχε δημιουργηθεί από τους μαζικούς εμβολιασμούς στα τέλη του προηγούμενου αιώνα.
Η απουσία εμβολιασμού, που παρατηρείται τελευταία, έχει κάνει ασθένειες ξεχασμένες να επανέρχονται, με πρώτο χαρακτηριστικό παράδειγμα την περσινή και προπέρσινη επιδημία ιλαράς που έκανε ολόκληρη την Ευρώπη να σημάνει συναγερμό, με τη χώρα μας να συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών που είχαν αυξημένα κρούσματα.
Και αυτό συνέβη, παρότι στη χώρα μας θεωρείται ότι έχουμε επιτύχει σημαντική ανοσοποίηση (της τάξης του 95%), αφού η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών όπου το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών εφαρμόζεται αποτελεσματικά.
Αυτό που τελικά δεν έχει γίνει κατανοητό, είναι ότι φύση δεν είναι μόνο τα δάση, οι αγροί και τα νερά, αλλά και τα μικρόβια και τα παράσιτα που δεν φαίνονται με το γυμνό μάτι, όμως βρίσκονται παντού γύρω μας. Και τα οποία δεν πρόκειται να εκλείψουν.
Τα μικρόβια αποφεύγονται με την καθαριότητα, όμως αυτή από μόνη της, δεν είναι αρκετή. Ευτυχώς η επιστήμη έχει προοδεύσει και έχουμε στη διάθεσή μας εμβόλια για να προλάβουμε να μην αρρωστήσουμε - για όσες ασθένειες είναι αυτό εφικτό. Γι΄ αυτό τα συστήματα υγείας διαθέτουν Προγράμματα Εθνικών Εμβολιασμών.
Όσο για τις παρενέργειες, που φυσικό είναι να φοβόμαστε, δεν είναι πάντα διακριτό αν προήλθαν από αυτό καθεαυτό το εμβόλιο, ούτε είναι τόσο σοβαρές σε σύγκριση με το όφελος που προσφέρουν στο άτομο ή τη δημόσια υγεία.