Του Αντώνη Πανούτσου
Συνεχίζω να πιστεύω ότι το «ανειπίγνωστος» του Ευάγγελου Βενιζέλου στον Ευκλείδη Τσακαλώτο ήταν αλητεία. Αντίστοιχο με το να πετάς την μπάλα στον Φέλιξ Μπόρχας, την κόμπρα του Ισημερινού και να του ζητάς να κοντρολάρει ή να βάζεις παρτιτούρα μπροστά στον Μάκη Δημάκη και να περιμένεις να τραγουδήσει. Το αποτέλεσμα της αντιαθλητικής ενέργειας του Ευάγγελου Βενιζέλου ήταν προβλεπόμενο. Το γλωσσικό ιδίωμα του Ευκλείδη Τσακαλώτου, αποκαλούμενο και ελληνικά, κατέρρευσε. Στην χθεσινή ομιλία όταν χρειάστηκε να υπερασπιστεί τον προϋπολογισμό κάποιοι τον άκουσαν να τον αποκαλεί «επηδηματική» πολιτική. Κυριολεκτικά οι προϋπολογισμοί του ΣΥΡΙΖΑ κατάφεραν να κάνουν τον ένα στους δύο έλληνες όμηρο της εφορίας.
Από μια οικονομία, που όπως είπε ο Σταύρος Θεοδωράκης η κυβέρνηση του 2007 αντλούσε 48 δισ. σε φόρους από έσοδα 230 δισ. και τη σημερινή να αντλεί το ίδιο ποσόν από οικονομία των 180δισ. Με στόχο του επόμενου χρόνου οι Έλληνες που θα δικαιούνται το επίδομα της κοινωνικής αλληλεγγύης της Αχτσιόγλου να είναι περισσότεροι από αυτούς που το δικαιούνταν εφέτος. Μέχρι την ολοκλήρωση της κυβερνητικής πολιτικής. Η οποία ιδανικά θα ολοκληρωθεί όταν μια πλειοψηφία που θα τελεί υπό ομηρία στην εφορία θα περιμένει το χριστουγεννιάτικο κυβερνητικό επίδομα για να ξεχάσει τους προηγούμενους 11 μήνες.
Ιστορικά το πώς συνέβη η καταστροφή των τριών τελευταίων ετών είναι σαφές. Πέντε μήνες διαπραγμάτευση μαθητευόμενων μάγων χωρίς αστέρι, μετά kolotoumba και υποταγή στις θελήσεις των δανειστών, υπογράφοντας κάθε χαρτί που ριχνόταν στο τραπέζι και προσαρμογή στον ρόλο του χρήσιμου ηλίθιου. Με την εφαρμογή των μέτρων που υπογραφόντουσαν να καθυστερεί, έτσι ώστε όταν η κυβέρνηση παραιτηθεί τα βάρη να πέσουν στην επόμενη. Σε συνδυασμό με μια φορολογική πολιτική λιμού, που οι άνθρωποι έτρωγαν τον σπόρο της επόμενης χρονιάς επιζώντας αλλά αδιαφορώντας για το αύριο, η κατάληξη ήταν η προβλεπόμενη. Με την κυβέρνηση να προσπαθεί να καλύψει την αποτυχία της πίσω από το «τέλος του μνημονίου».
Το μνημόνιο είναι όροι που η Ελλάδα ανέλαβε απέναντι των δανειστών ώστε να την στηρίξουν και να μην πτωχεύσει ολοκληρωτικά. Έξοδος από το μνημόνιο θα σήμαινε ότι όροι παύουν να υπάρχουν. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν η κυβέρνηση να πανηγυρίζει για έξοδο από το μνημόνιο όταν υπάρχει δέσμευση για πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022 και η επιτήρηση συνεχίζεται; Είναι δυνατόν να ελπίζει ότι υπάρχει ακόμα κόσμος που θα χάψει την μετονομασία του μνημονίου, ας πούμε σε συμφωνία, όπως η τρόικα μετονομάστηκε σε θεσμοί;
Όσο για την ευρύτερη πολιτική, ο διχασμός συνεχίζεται και το «εμείς ή αυτοί» ξανακούστηκε χθες. Παραφρασμένο, διακριτικά, αλλά με τόση σαφήνεια όσο το 2012. «Υπάρχουν δύο κόσμοι που συγκρούονται, ο δικός μας και της ΝΔ» είπε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος. Με το ΝΔ να έχει γίνει ένα συνώνυμο της μέσης τάξης, των μενουμευρώπη και του ιδιωτικού τομέα, ο Τζανακόπουλος υπενθύμισε ότι η σύγκρουση συνεχίζεται θα τελειώσει μόνο με την εξόντωση της μέσης τάξης ή το τέλος της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Κάτι που θα συμβεί αν η ΝΔ διατηρήσει τη σύμπνοια που έδειξε στο συνέδριο και την νοοτροπία της πριγκίπισσας με το μπιζέλι που δεν την αφήνει να κοιμηθεί, επειδή ο Κυριάκος είναι πολύ συγκρουσιακός, ο Σαμαράς δεν είναι και ο Άδωνις πούλαγε βιβλία. Σύμπνοια, μέχρι η επηδηματική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ να είναι παρελθόν. Και τα ελληνικά του Τσακαλώτου να πάψουν να είναι πολιτική και να γίνουν μια χαριτωμενιά που θα διασκεδάζει το κοινοβούλιο.