Του Τριαντάφυλλου Καρατράντου
Η έντονη δράση της ομάδας Ρουβίκωνας και οι αντιδράσεις που έχουν προκύψει σχετικά με αυτήν, έχουν δημιουργήσει πολλά και εύλογα ερωτήματα για τον τρόπο που πρέπει και μπορεί να αντιμετωπιστεί η δράση μιας τέτοιας οργάνωσης.
Σχηματικά μπορούμε να διακρίνουμε δύο ευρείες προσεγγίσεις για το πώς πρέπει να απαντήσει η πολιτεία στον Ρουβίκωνα. Η πρώτη είναι η λεγόμενη «σκληρή», η οποία θεωρεί πως δεν πρέπει να υπάρχει καμία ανοχή και ζητά τη δίωξη των μελών του Ρουβίκωνα ακόμη και με τις σχετικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα που αφορούν την τρομοκρατία. Η άλλη βρίσκεται ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση και θεωρεί πως η οργάνωση αυτή κάνει απλώς επαναστατικό ακτιβισμό, οπότε δεν συντρέχει κάποιος σοβαρός λόγος να αντιμετωπιστεί ποινικά.
Ουσιαστικά, δεν έχουμε δύο διαφορετικές προσεγγίσεις αντιμετώπισης ενός φαινομένου, αλλά δύο διαφορετικές αναγνώσεις του, οι οποίες σχετίζονται έντονα με την ιδεολογική πτυχή που θέλουν οργανώσεις όπως ο Ρουβίκωνας να δώσουν στη δράση τους.
Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει μία πολιτεία όταν καλείται να διαχειριστεί τη βία με πολιτικές προεκτάσεις, καθώς πάντα θα υπάρχει μία μικρή ή μεγάλη μερίδα πολιτών που θα αποδέχεται αυτή τη μορφή βίας.
Ωστόσο, αυτό το πρόβλημα έχει πλέον λυθεί, ακόμη και σε χώρες που είχαν σημαντικά ζητήματα, όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Οι δημοκρατίες δεν ανέχονται τη βία, με ό,τι μανδύα κι αν παρουσιάζεται αυτή. Η Ε.Ε. για να μπορέσει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της βίας και της τρομοκρατίας, ειδικά μετά τη διάσταση που έλαβαν αυτές λόγω των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, χρησιμοποιεί το σχήμα της ριζοσπαστικοποίησης. Μέσω της διαδικασίας αυτής μπορούμε να διακρίνουμε τα βήματα που οδηγούν έναν άνθρωπο ή μία ομάδα στη βία. Τα ενδιάμεσα βήματα - φάσεις πριν από την τρομοκρατία, αφορούν στον ακτιβισμό και τον εξτρεμισμό. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι να αναπτυχθούν και αντίστοιχα μέτρα πρόληψης και πολιτικές αντιμετώπισης, κατ' αντιστοιχία με την κάθε φάση.
Αυτή η προσέγγιση πρέπει να ακολουθηθεί και στην Ελλάδα για την προσέγγιση και αντιμετώπιση του Ρουβίκωνα, αλλά και άλλων οργανώσεων που υποστηρίζουν ή χρησιμοποιούν τη βία. Για να μπορέσει να υπάρξει όμως μία τέτοια προσέγγιση χρειάζεται και το απαραίτητο πολιτικό - στρατηγικό πλαίσιο. Η Ε.Ε., αλλά και τα περισσότερα κράτη - μέλη της Ένωσης έχουν εκπονήσει και υιοθετήσει στρατηγικές για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της ριζοσπαστικοποίησης. Η Ελλάδα δεν έχει υιοθετήσει αντίστοιχη πρωτοβουλία, γι'' αυτό και η συζήτηση γίνεται αποκλειστικά και μόνο με όρους Ποινικού Κώδικα.
Βέβαια, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως σε μια χώρα που δεν υπήρξε ομοφωνία ούτε για τη ρατσιστική βία, μια προσπάθεια ορισμού της βίας και των επιπέδων της θα αντιμετωπίσει αντιδράσεις. Όμως, είναι απαραίτητη προϋπόθεση και δεν μπορεί άλλο να καθυστερήσει, καθώς από τον Δεκέμβριο του 2008 και έπειτα η πολιτικά υποκινούμενη ριζοσπαστικοποίηση στην Ελλάδα έχει ενταθεί.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 13 Νοεμβρίου.