Στρατάρχης Ζούκοφ: Μοιραία τα λάθη του Στάλιν στον πόλεμο (Μέρος Β΄)

Στρατάρχης Ζούκοφ: Μοιραία τα λάθη του Στάλιν στον πόλεμο (Μέρος Β΄)

Αναμφίβολα ο Γκεόργκι Κωνσταντίνοβιτς Ζούκοφ (1896-1974), ήταν ο διασημότερος των σοβιετικών στρατηγών, οι οποίοι αναδείχθηκαν στο βαθμό του στρατάρχη κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, αφού ήταν ο μόνος που οι συμπατριώτες του αποκαλούσαν «Στρατάρχη της νίκης». 

Στρατιωτική ιδιοφυία ο Ζούκοφ συνέβαλε καθοριστικά στην νίκη των συμμαχικών δυνάμεων κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, ήταν δε, εκείνος που κατέλαβε το Βερολίνο, επιφέροντας συντριπτικό χτύπημα κατά των ναζιστικών δυνάμεων, καταβάλλοντας, ωστόσο, βαρύ κόστος με 2.000.000 απώλειες του σοβιετικού στρατού. 

Στο κείμενο που δημοσιεύουμε σήμερα (σε 2 μέρη), ο Γκεόργκι Ζούκοφ, αναλύει από τη δική του σκοπιά το ρόλο του Ι. Στάλιν στην ηγεσία του Κόκκινου στρατού, την αμηχανία του τον πρώτο καιρό του πολέμου, τα λάθη του σε επιχειρησιακό και στρατηγικό επίπεδο, τις εμμονές και τις προκαταλήψεις του, οι οποίες τόσο πολύ στοίχισαν στον πολύπαθο σοβιετικό λαό. 

Είναι ένα κείμενο, ένα προσχέδιο του στρατάρχη Ζούκοφ, το οποίο κατέθεσε στον τότε Α’ Γραμματέα του Κ.Κ.Σ.Ε. Νικήτα Χρουστσόφ, εν όψει της σύγκλησης της ολομέλειας της Κ.Ε. του κόμματος το 1956. Το κείμενο έχει τη δική του αξία, ως μαρτυρία αυτόπτη μάρτυρα και πρωταγωνιστή των γεγονότων, δεν είναι όμως απαλλαγμένο από τις επιρροές της περιρρέουσας, εκείνη την εποχή, ατμόσφαιρας της αποσταλινοποίησης καθώς και της κριτικής επανεξέτασης πολλών σημαντικών και οδυνηρών ζητημάτων της πρόσφατης ιστορίας. 

Ως κείμενο-μαρτυρία όμως έχει μία τεράστια αξία, όχι μόνο για τους ιστορικούς και εκείνους που ενδιαφέρονται για τη στρατιωτική και πολιτική ιστορία του 20ου αιώνα, μα και για τον απλό, έντιμο και απροκατάληπτο αναγνώστη που αναζητάει πάντα την αλήθεια. 

* * *

Η σχέση του Στάλιν προς το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεών μας

Αναφέρθηκα  ήδη στην καχυποψία και τη δυσπιστία προς τα στρατιωτικά στελέχη που διακατείχε τον Στάλιν κατά την προπολεμική περίοδο. Προσπάθησε, την αρχική περίοδο του πολέμου, να αποδώσει την ευθύνη για τις αποτυχίες μας, στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων. 

Έγινε η δίκη της διοίκησης του Δυτικού μετώπου, μετά την οποία εκτελέστηκαν ο διοικητής των στρατού Παβλόφ, ο επιτελάρχης Κλιμόφσκι, ο διοικητής των διαβιβάσεων Γκριγκόριεφ και μία σειρά άλλων στρατηγών. Κατηγορήθηκε για προδοσία και προσχώρησε στον εχθρό ο διοικητής στρατιάς Κατσάλοφ, ο οποίος στην πραγματικότητα πέθανε στο πεδίο της μάχης, προσπαθώντας να σπάσει την περικύκλωση. Τελείως αναιτιολόγητα κατηγορήθηκαν για προδοσία και άλλοι στρατηγοί, οι οποίοι λόγω της διαμορφωθείσας κατάστασης αιχμαλωτίστηκαν, οι οποίοι επιστρέφοντας από την αιχμαλωσία και μέχρι σήμερα είναι εντιμότατοι πατριώτες της πατρίδας μας. 

Εκδόθηκε μία σειρά διαταγών, στις οποίες οι άντρες των στρατευμάτων μας, ιδιαίτερα οι διοικητές και οι πολιτικοί επίτροποι, κατηγορήθηκαν συλλήβδην για λιποψυχία και δειλία. 

Όταν όμως τα στρατεύματά μας επέδειξαν ικανότητα όχι μόνο στην άμυνα, αλλά και στο να καταφέρουν σοβαρά χτυπήματα στον εχθρό, ο Στάλιν θεώρησε αναγκαίο σε μία από τις εντολές του να γράψει: «Ο πληθυσμός της χώρας μας, ο οποίος με  αγάπη και σεβασμό αντιμετωπίζει τον Κόκκινο στρατό, αρχίζει να απογοητεύεται από αυτόν, να χάνει την πίστη του στον Κόκκινο στρατό, ενώ πολλοί καταριούνται τον Κόκκινο στρατό επειδή παραδίδει τον λαό μας στον ζυγό των Γερμανών κατακτητών, ενώ ο ίδιος τρέχει προς ανατολάς». 

Με τη διαταγή του αυτή ο Στάλιν άδικα συκοφάντησε τις πολεμικές και ηθικές αρετές των στρατιωτών, των αξιωματικών και των στρατηγών μας. 

Όπως αποδεικνύεται από τα πραγματικά γεγονότα, οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί, οι μονάδες και οι σχηματισμοί, πολέμησαν, βασικά, με εξαιρετική επιμονή, χωρίς να λυπούνται τη ζωή τους, επιφέροντας μεγάλες απώλειες στον εχθρό. 

Ακόμη και οι εχθροί μας αναγκάστηκαν να σημειώσουν την πολεμική ανδρεία των σοβιετικών πολεμιστών στην αρχική φάση του πολέμου. 

Να, τι έγραψε στο υπηρεσιακό του ημερολόγιο ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου πεζικού στρατηγός Γκάλντερ: 

24 Ιουνίου - «Ο εχθρός στην παραμεθόρια ζώνη σχεδόν παντού αντιστάθηκε. 

Θα πρέπει να σημειώσω την επιμονή ορισμένων ρωσικών σχηματισμών στη μάχη. Υπήρξαν περιπτώσεις που οι φρουρές των οχυρών ανατινάζονταν, προκειμένου να μην αιχμαλωτιστούν».

27 Ιουνίου - Σημειώνει πως τα ρωσικά στρατεύματα και η διοίκηση στην Ουκρανία «επιχειρούν καλά και δραστήρια». 

29 Ιουνίου - «Οι πληροφορίες από το μέτωπο επιβεβαιώνουν πως οι Ρώσοι μάχονται παντού μέχρι τον τελευταίο. Η επίμονη αντίσταση των Ρώσων μας υποχρεώνει να πολεμούμε με βάση όλους τους κανόνες των πολεμικών μας κανονισμών. Στην Πολωνία και στη Δύση είχαμε τη δυνατότητα να επιτρέψουμε στον εαυτό μας μία πιο ελεύθερη δράση και παραβίαση των κανονισμών, πράγμα που τώρα αποκλείεται». 

6 Ιουνίου - «Σε μεμονωμένους τομείς τα πληρώματα των τεθωρακισμένων του εχθρού, εγκαταλείπουν τα οχήματά τους, στην πλειοψηφία τους όμως παραμένουν σε αυτό και καίγονται μαζί τους». 

11 Ιουνίου - «Ο εχθρός πολεμάει με σκληρότητα και φανατισμό». 

Ακόμη και στην περίπτωση που τα στρατεύματά μας περικυκλώνονταν, συνέχιζαν να πολεμούν κατά του εχθρού.

Στις 20 Ιουλίου ο Γκάλντερ έγραψε στο ημερολόγιό του: «Μεμονωμένες ομάδες του εχθρού, συνεχίζοντας να παραμένουν στα μετόπισθεν μας, είναι πραγματική συμφορά για εμάς». 

Στο ίδιο ημερολόγιο ο Γκάντλερ κατέγραψε τις απώλειες για την περίοδο από την αρχή του πολέμου μέχρι την 10η Δεκεμβρίου 1941, δηλαδή μέχρι την ολοκλήρωση της μάχης έξω από την Μόσχα και την ανάπτυξη των δικών μας χειμερινών επιθετικών επιχειρήσεων. Οι Γερμανοί έχασαν ως σκοτωμένους, τραυματισμένους και αγνοούμενους 775.078 άντρες, πράγμα που αποτελεί το 24,22% του συνολικού αριθμού των μάχιμων μονάδων στο Ανατολικό μέτωπο, ο οποίος ήταν 3,2 εκατομμύρια άντρες. 

Αυτά τα στοιχεία και οι αριθμοί, είναι κατά πάσα πιθανότητα, υποτιμημένοι, παρά υπερτιμημένοι και μαρτυρούν με πειστικότητα για το γεγονός πως οι πολεμιστές μας στις δυσκολότατες συνθήκες της πρώτης περιόδου εκπλήρωσαν με εντιμότητα και γενναιότητα το στρατιωτικό τους χρέος, υπερασπιζόμενοι τη σοσιαλιστική πατρίδα. 

Γιατί έπρεπε ο Στάλιν να υπογράφει διαταγές που ντρόπιαζαν τον στρατό μας; Θεωρώ πως το έκανε με σκοπό να απαλλάξει τον εαυτό του από την ευθύνη και τη δυσαρέσκεια του λαού για την μη σωστή προετοιμασία της χώρας να αμυνθεί, για τα προσωπικά του λάθη στη ηγεσία των στρατευμάτων και εκείνες τις αποτυχίες που ήταν το αποτέλεσμά τους. 

Για τις επονομαζόμενες «σταλινικές επιχειρήσεις», την «σταλινική επιστήμη του πολέμου» και τους στόχους για την εξάλειψη των επιπτώσεων της προσωπολατρίας. 

Πολλοί από τους παρόντες γνωρίζουν ως προέκυπταν οι επιχειρήσεις των ομάδων στρατιών, ως σχεδιάζονταν, προετοιμάζονταν και διεξάγονταν οι επιθετικές επιχειρήσεις των στρατευμάτων μας, οι οποίες στη συνέχεια αποκλήθηκαν «σταλινικές». 

Θα πρέπει να είσαι αδαής στον πόλεμο, για να πιστέψεις πως το γεγονός ότι μόνο ένας άνθρωπος κατάφερε να σκεφτεί, να υπολογίσει, να σχεδιάσει και να προετοιμάσει μία σύγχρονη στρατιωτική επιχείρηση ή επιχείρηση μίας ομάδας στρατιών, οι οποίες διεξήχθηκαν σε τεράστιες εκτάσεις, με τη συμμετοχή όλων των ειδών και των σωμάτων των Ενόπλων Δυνάμεων.

Ήταν ο Στάλιν δημιουργός κάποιων επιχειρήσεων; 

Ναι, δυστυχώς ήταν. Σε μία τέτοια επιχείρηση αναφέρθηκε στο 20ο συνέδριο ο σύντροφος Ν. Σ. Χρουστσόφ. Σύμφωνα με την ιδέα του Στάλιν, σχεδιάστηκε και διεξήχθηκε η επιχείρησε στην Βαλτική, στο τομέα της Λιμπάβα, η οποία πραγματοποιήθηκε χωρίς αποτέλεσμα αρκετές φορές και δεν απέφερε τίποτα, εκτός από βαριές απώλειες. Για την αποτυχία αυτής της επιχείρησης ο Στάλιν αντικατέστησε τρεις διοικητές ομάδων στρατιών. 

Με ιδιαίτερη ασχετοσύνη πραγματοποιήθηκε η επιχείρηση βορείως της Βαρσοβίας, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν πολλές δεκάδες χιλιάδες δικών μας. Ενημέρωσαν πολλές φορές τον Στάλιν πως σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες της περιοχής, είναι αδύνατο να επιχειρήσουμε εκεί, ωστόσο τα επιχειρήματα αυτά απορρίπτονταν ως «ανώριμα» και η επιχείρηση διεξήχθηκε πολλές φορές με το ίδιο αποτέλεσμα. 

Σχετικά με την αδυναμία του Στάλιν να κατανοήσει τις θεμελιώδεις αρχές διοίκησης στρατευμάτων, μπορούμε να πούμε πολλά αναφορικά με τις αμυντικές μάχες έξω από την Μόσχα, αρκεί όμως να αναφέρουμε ένα μικρό γεγονός για να ξεκαθαρίσει το πως ο Στάλιν δεν αντιλαμβανόταν τους τρόπους διοίκησης του στρατού. 

Τη δύσκολη στιγμή της άγρια μάχης, όταν ο εχθρός με απίστευτη σκληρότητα προέλαυνε κατά της Μόσχας, ο Μπέρια ενημέρωσε τον Στάλιν πως οι Γερμανοί κατέλαβαν το χωριό Ντέντοβο και την Κράσναγια Πολιάνα. Ο Στάλιν, κάλεσε στο τηλέφωνο εμένα και τον Ν. Α. Μπουλγκάνιν, και αφού μας έβρισε όπως συνήθιζε, με διέταξε να πάω αμέσως στο Ντέντοβο και ο Μπουλγκάνιν στην Κράσναγια Πολιάνα και να ανακαταλάβουμε αυτά τα χωριά. Οι προσπάθειες μας να αποδείξουμε πως είναι αδύνατο εκείνη τη δύσκολη στιγμή να εγκαταλείψουμε τους σταθμούς διοίκησης και την διοίκηση των στρατευμάτων του μετώπου, συνάντησαν την απειλή της εκτέλεσης. Στο μεταξύ, όταν μαζί με τον Ν. Α. Μπουλγκάνιν καταλάβαμε αυτά τα χωριά, τα οποία δεν είχαν την παραμικρή σημασία, ο εχθρός διέσπασε το μέτωπο σε άλλο σημείο, στον τομέα του Ναροφομίνσκ, άρχισε να προελαύνει προς τη Μόσχα και μόνο η ύπαρξη εφεδρειών σε αυτόν τον τομέα έσωσε την κατάσταση. 

Δεν μπορώ να αποσιωπήσω και το γεγονός πως ο Στάλιν υποχρέωνε τους εκπροσώπους του Επιτελείου της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης και τους διοικητές των μετώπων χωρίς να υπάρχει η παραμικρή ανάγκη γι’ αυτό να οργανώνουν βιαστικά επιχειρήσεις, χωρίς την επαρκή υλικο-τεχνική τους υποστήριξη, πράγμα που οδηγούσε σε εξαιρετικά μεγάλες απώλειες. 

Σε πολλές περιπτώσεις οι βιαστικά και ανεπαρκώς οργανωμένες επιχειρήσεις δεν έφερναν θετικά αποτελέσματα. 

Αυτό συνέβη στο Βόρειοδυτικό, στο Δυτικό, στο Βορόνεζ και σε άλλα μέτωπα. 

Μπορούμε να παραθέσουμε πολλά αρνητικά στοιχεία από το επιχειρησιακό έργο του Στάλιν, για να αποτιμήσουμε πόσο στην πραγματικότητα άξιζαν οι ιδιότητές του ως στρατηλάτη και «στρατιωτικής ιδιοφυΐας». 

Οι επιπτώσεις της προσωπολατρίας μέχρι σήμερα, είναι αισθητές σε πολλούς τομείς του πολέμου, ιδιαίτερα στα ζητήματα της θεωρίας και της ιστορίας του πολέμου. 

Χάριν της προσωπολατρίας, επίμονα διαδίδονταν η λανθασμένη εντύπωση πως τάχα ο Στάλιν, έχει επεξεργαστεί εκ θεμελίων τη σοβιετική επιστήμη του πολέμου. Αποσπασματικές φράσεις του με βάση τυχαίες αφορμές, μετατράπηκαν σε «εγκυκλοπαίδεια της επιστήμης του πολέμου». Παλιές, γνωστές απόψεις του, όπως για παράδειγμα της γνωστής φράσης του Σουβόροφ «τα στρατεύματα να είναι έτοιμα με όσα χρειάζονται για τον πόλεμο», αποτιμήθηκαν ως νέες, μεγαλοφυείς ανακαλύψεις. Η φράση για τους μονίμως ενεργούς παράγοντες, η οποία διατυπώθηκε σε νέα σύνταξη και όχι η ουσία του ζητήματος, μετατράπηκε σε θεμέλιο των θεμελίων της σοβιετικής επιστήμης του πολέμου, ενώ ο τόσο γνωστός από παλιά παράγοντας όπως ο αιφνιδιασμός άρχισε να θεωρείται μόνο ως στοιχείο μίας τυχοδιωκτικής στρατηγικής. 

Μετατράπηκαν σε αντικείμενο λατρείας οι αντεπιθέσεις, πράγμα που ουσιαστικά δικαιολογούσε τα λάθη που είχαν γίνει κατά την αρχική περίοδο του Πατριωτικού πολέμου και λανθασμένα προσανατόλιζαν τα στελέχη μας για όλες τις πιθανές μεθόδους διεξαγωγής του πολέμου στο μέλλον. 

Χάριν της προσωπολατρίας αποσιωπήθηκε το γεγονός πως η σοβιετική επιστήμη του πολέμου δημιουργήθηκε από τη συλλογική δουλειά των καθοδηγητικών κομματικών, κρατικών και στρατιωτικών στελεχών, με τη δουλειά πολλών στρατιωτικών επιστημόνων και στελεχών, τα οποία γαλουχήθηκαν από το κόμμα μας. 

Η προσωπολατρία στην επιστήμη του πολέμου, δέσμευε τη δημιουργική σκέψη των επιστημονικών μας στελεχών και τους δίδασκε πως ο ρόλος τους έγκειται όχι στην ανεξάρτητα επεξεργασία της θεωρίας του πολέμου, αλλά στον επιδέξιο σχολιασμό και εκλαϊκευση των σταλινικών αποφθεγμάτων. 

Θα πρέπει να εξαλείψουμε αυτές τις σημαντικές ανεπάρκειες και να αφυπνίσουμε τη δημιουργική σκέψη των επιστημονικών μας στελεχών, η οποία θα θεμελιώνεται όχι στη δουλική υποταγή στο απόφθεγμα, αλλά στην επιστημονική, αντικειμενική, πολύπλευρη ανάλυση της ζώσας πραγματικότητα και των προοπτικών εξέλιξης της τεχνολογίας, η οποία θα είναι ικανή για βαθιές αφαιρέσεις προς το συμφέρον της περαιτέρω ενίσχυσης της αμυντικής ισχύος του σοβιετικού κράτους. 

Θα πρέπει να αναπτύξουμε τη δική μας θεωρία του πολέμου, πριν απ’ όλα προς την κατεύθυνση των σύγχρονων και ελπιδοφόρων στόχων. Σήμερα, η επιστήμη και η τεχνολογία θέτουν ολοένα νέα και νέα ζητήματα, στα οποία η θεωρία του πολέμου θα πρέπει εγκαίρως να δώσει σωστές απαντήσεις. Αυτό αφορά ιδιαίτερα τα μέσα μαζικού πλήγματος, αφού η άγνοια του λαού και του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων σε αυτά τα ζητήματα μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις σε περίπτωση πολέμου. 

Τεράστια σημασία για τη σωστή διαπαιδαγώγηση όχι μόνο των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά και ολόκληρου του σοβιετικού λαού έχει η πραγματική ενημέρωση για τα πολεμικές επιχειρήσεις και η επιστημονική ερμηνεία της εμπειρίας του πολέμου. 

Ωστόσο, άσχετα από το γεγονός πως από το τέλος του πολέμου έχουν περάσει 11 χρόνια, δεν έχουμε ακόμη έργα, τα οποία ιστορικά έγκυρα θα φωτίζουν τα γεγονότα του Πατριωτικού πολέμου, να παρουσιάζουν σωστά το ρόλο του σοβιετικού λαού, των Ενόπλων του Δυνάμεων, την οργανωτική δράση του Κομμουνιστικού κόμματος στην επίτευξη των ιστορικών νικών. 

Στην έρευνα των πολεμικών γεγονότων δεν υπάρχει η βαθιά ανάλυση των φαινομένων, η επιστημονικών κριτική των στοιχείων και των ενεργειών. 

Οι ανεπιτυχείς επιχειρήσεις των στρατευμάτων μας, ως συνήθως, δεν ερευνήθηκαν κι αν αναφέρθηκαν, αυτό έγινε χωρίς την τήρηση των αρχών της ιστορικής αλήθειας. 

Στις περιγραφές των πολεμικών γεγονότων δεν υπάρχει σχεδόν αναφορά στα ονόματα της συλλογικότητας των αρχηγικών στελεχών, τα οποία ήταν εκείνα που σχεδίαζαν τις επιχειρήσεις και ηγούνταν των πολεμικών ενεργειών των στρατευμάτων. Η προσωπολατρία, ανερυθρίαστα διέγραψε από την ιστορία τα ονόματα των πραγματικών ηρώων, ενώ τα συλλογικά τους επιτεύγματα αναίσχυντα, αποδόθηκαν στον Στάλιν. 

Η καθιερωμένη στη χρονολόγηση του Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου, ονομασία της πρώτης περιόδου ως «Ενεργός άμυνα των σοβιετικών Ενόπλων Δυνάμεων», δεν μας δίνει σωστή εικόνα για τον πραγματικό χαρακτήρα των επιχειρήσεων των σοβιετικών στρατευμάτων το 1941 και έρχεται σε αντίθεση με την συνήθη έννοια της ενεργούς άμυνας. Εκκινώντας από την πραγματική κατάσταση, η πρώτη περίοδος του πολέμου, θα ήταν ορθότερο να αποκαλείται «Περίοδος υποχώρησης και κατάρρευσης των σχεδίων του «αστραπιαίου» πολέμου της φασιστικής Γερμανίας κατά της Σοβιετικής Ένωσης», αφήνοντας τους ιστορικούς να θέσουν με τρόπο επιστημονικό τα χρονολογικά πλαίσια αυτής της περιόδου. 

Κατά τη συγγραφή της ιστορίας του Μεγάλου Πατριωτικού πολέμου και της ιστορίας της σοβιετικής στρατιωτικής τέχνης, θα πρέπει να αναδειχθεί η στρατιωτική μας φιλία με τις ένοπλες δυνάμεις των χωρών της λαϊκής δημοκρατίας, η οργάνωση των οποίων έγινε με τη βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης στα πεδία των μαχών, στον αγώνα κατά του κοινού μας εχθρού, του γερμανικού φασισμού. 

Μία από τις ουσιαστικές ανεπάρκειες της στρατιωτικής-ιδεολογικής δουλειάς είναι η υποτίμηση της αστικής επιστήμης του πολέμου, η οποία εκφράστηκε στην συλλήβδην απόρριψή της. Δεν μελετούμε επαρκώς οι μορφές και οι μέθοδοι της στρατιωτικής-ιδεολογικής δουλειάς που γίνεται στις καπιταλιστικές χώρες, καθώς επίσης οι δυνατές και αδύναμες πλευρές των ιμπεριαλιστικών στρατιωτικών συστημάτων. 

Αποτέλεσμα της στρεβλής κατανόησης των καθηκόντων της πάλης κατά της αδικαιολόγητης γοητείας του εξωτερικού, απορρίφθηκε κάθε αξία της τέχνης του πολέμου στις άλλες χώρες, της στρατιωτικής τεχνολογίας, αγνοήθηκαν τα επιτεύγματά τους, ενώ τα καθήκοντα στον τομέα του στρατιωτικού-ιδεολογικού  αγώνα επικεντρώθηκαν στον γενικευμένο θαυμασμό όλων όσων βρίσκονται εκτός των συνόρων της χώρας μας. 

Θα πρέπει να βελτιωθούμε στον τομέα της επιστημονικής ενημέρωσης σχετικά με την στρατιωτική βιβλιογραφία  και την στρατιωτική τεχνολογία στο εξωτερικό, να μελετήσουμε τις δυνατές και αδύνατες πλευρές των ιμπεριαλιστικών στρατιωτικών συστημάτων και τις βασικές κατευθύνσεις της στρατιωτικής-ιδεολογικής δουλειάς στους στρατούς τους, να ανακαλύψουμε τις νέες διαδικασίες, οι οποίες έχουν σχέση με την προετοιμασία τους για τον μελλοντικό πόλεμο, να αποκαλύψουμε την αντιδραστική φύση της αστικής στρατιωτικής ιδεολογίας και επιστήμης του πολέμου. 

Αναφερόμενος την δική μας πρακτική στον τομέα της στρατιωτικής-ιδεολογικής δουλειάς στον στρατό και στον στόλο, θα πρέπει να σημειώσουμε το χαμηλό της επίπεδο, και ορισμένες φορές την απόστασή της από τους στόχους διαπαιδαγώγησης του στρατού, πως σήμερα είναι αναγκαίο να προσέξουμε σοβαρά τους διοικητές, τους πολιτικούς επίτροπους στις κομματικές οργανώσεις των Ενόπλων Δυνάμεων. 

Στο σύστημα της ιδεολογικής αγωγής των στρατιωτικών μας στελεχών θα πρέπει να δώσουμε έμφαση στη βαθιά μελέτη της μαρξιστικής-λενινιστικής διδασκαλίας για τον πόλεμο και τον στρατό, η οποία συνδέει στενά την μελέτη της θεωρίας με συγκεκριμένους στόχους στην προετοιμασία του στρατού, με τις ποιοτικές και οργανωτικές αλλαγές. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να ετοιμάσουμε και να εκδώσουμε ένα έργο για τις βάσεις της μαρξιστικής-λενινιστικής διδασκαλίας περί πολέμου και στρατού, στο οποίο θα φαίνεται σωστό ο ρόλος του Β. Ι. Λένιν στην ανάπτυξη αυτής της διδασκαλίας και να γενικεύσει την εμπειρία των πολέμων της σύγχρονης εποχής. 

Να αποκαλύψουμε την λανθασμένη και επιζήμια άποψη ότι ο Β. Ι. Λένιν δεν ήταν «γνώστης των στρατιωτικών υποθέσεων», εφόσον αυτή η άποψη δεν αντιστοιχεία την πραγματικότητα και υποβαθμίζει το ρόλο του Β. Ι. Λένιν, ως οργανωτή των Ενόπλων Δυνάμεων, ο οποίος εισέφερε πολλές νέες ιδέες στη σοβιετική επιστήμη του πολέμου. 

Στο αμέσως προσεχώς διάστημα θα πρέπει να αναβιώσουμε την έκδοση των θεωρητικών έργων του Μ. Φρούνζε και άλλων σοβιετικών θεωρητικών του πολέμου. 

Είναι αναγκαίο, επίσης, να σημειώσουμε την προφανώς ανεπαρκή ανάπτυξη της στρατιωτικής-ιδεολογικής δουλειάς στις πλατιές μάζες του σοβιετικού λαού, ιδιαίτερα της νεολαίας, η οποία θα στοχεύει στην διαπαιδαγώγηση του σοβιετικού πατριωτισμού, της εθνικής πολεμικής υπερηφάνειας, της αγάπης για τις Ένοπλες Δυνάμεις μας και την ετοιμότητα για την συντριπτική εξόντωση οποιουδήποτε τολμήσει να μας επιτεθεί και να μας οδηγήσει σε πόλεμο. 

Για να εξαλείψουμε αυτή την ανεπάρκεια, πρέπει να βελτιώσουμε σημαντικά την στρατιωτική-ιδεολογική αγωγή των πλατιών μαζών του σοβιετικού λαού, ιδιαίτερα της νεολαίας, στο πνεύμα του πατριωτικού, της αγάπης για τις Ένοπλες Δυνάμεις μας και την διαρκή ετοιμότητα με εντιμότητα και αξιοπρέπεια να υπερασπιστούν την πατρίδα μας. Θα πρέπει να οργανώσουμε την δημιουργία αληθινών κινηματογραφικών ταινιών και λογοτεχνικών έργων για το πατριωτικό χρέος των σοβιετικών πολιτών να υπερασπίζονται την πατρίδα τους, τη διαρκή τους επαγρύπνηση και δράση στην προετοιμασία της άμυνας της χώρας. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικά σήμερα, όταν το κράτος μας μειώνει σημαντικά τον αριθμό των Ενόπλων Δυνάμεων. Η παθητική αντιμετώπιση της στρατιωτικής-ιδεολογικής δουλειάς μπορεί να δημιουργήσει την διάθεση της πασιφιστικής ευημερίας και αμεριμνησίας. 

Ελάχιστη προσοχή δίνουμε στα ιστορικά μνημεία δόξας της πατρίδας μας, με τα οποία θα μπορούσε να διαπαιδαγωγηθεί ο πατριωτισμός και η πολεμική υπερηφάνεια του σοβιετικού λαού. Σχεδόν δεν έχουμε μνημεία στα μέρη όπου διεξήχθηκαν σημαντικότατα γεγονότα του Εμφυλίου και Πατριωτικού πολέμου. Στην Μόσχα και στις πόλεις-ήρωες μέχρι τώρα δεν υπάρχουν μνημεία στον άθλο του σοβιετικού λαού κατά τον Πατριωτικό πόλεμο. Σε σχέση με αυτό, υστερούμε σοβαρά, έναντι άλλων κρατών. Πρόκειται για μία εμφανώς αφύσικη κατάσταση, η οποία πρέπει να διορθώσουμε στο αμέσως επόμενο διάστημα. 

Για την εξάλειψη της λανθασμένης αντιμετώπισης των πρώην αιχμαλώτων πολέμου, οι οποίοι επέστρεψαν στην πατρίδα από τη φασιστική αιχμαλωσία

Η ιδεολογική μας δουλειά έχει υποστεί τεράστια ηθικό-πολιτική ζημιά από την αυθαιρεσία της συμμορίας του Μπέρια αναφορικά με τους σοβιετικούς στρατιωτικούς, οι οποίοι κατά την περίοδο του Πατριωτικού πολέμου αιχμαλωτίστηκαν από τους εχθρούς μας. 

Υπό τις συνθήκες που διαμορφώθηκαν στις αρχές του πολέμου σε μία σειρά σημεία του μετώπου, ένας σημαντικός αριθμός σοβιετικών στρατιωτικών συχνά ολόκληρες μονάδες και σχηματισμοί βρέθηκαν περικυκλωμένοι και, αφού εξάντλησαν όλες τις δυνατότητες αντίστασης, ενάντια στη βούλησή τους, αιχμαλωτίστηκαν. Πολλοί αιχμαλωτίστηκαν τραυματισμένοι και με διάσειση. 

Οι σοβιετικοί πολεμιστές που αιχμαλωτίστηκαν, κατά κύριο λόγο, διατήρησαν την πίστη τους στην πατρίδα, συμπεριφέρθηκαν με γενναιότητα, υπέμειναν καρτερικά τις στερήσεις της αιχμαλωσίας, τους εξευτελισμούς των χιτλερικών, συχνά εκδήλωναν αυθεντικό ηρωισμό. Πολλοί σοβιετικοί στρατιωτικοί, με κίνδυνο της ζωής τους δραπέτευαν από τα χιτλερικά στρατόπεδα και συνέχισαν να μάχονται κατά του εχθρού στα μετόπισθεν, μαζί με τις ομάδες παρτιζάνων ή διέσχιζαν τη γραμμή του μετώπου και επέστρεφαν στον στρατό μας. 

Ωστόσο, τόσο κατά τη διάρκεια του πολέμου, όσο και στην μεταπολεμική περίοδο απέναντι τους πρώην αιχμαλώτους πολέμους, έγιναν χοντροειδείς διαστροφές της σοβιετικής νομιμότητας, οι οποίες είναι αντίθετες με τις λενινιστικές αρχές και η ίδια τη φύση του σοβιετικού συστήματος. Οι διαστροφές αυτές αφορούσαν την γραμμή δημιουργίας μίας κατάστασης δυσπιστίας και καχυποψίας απέναντί τους, καθώς επίσης και στην μη θεμελιωμένες κατηγορίες για βαριά εγκλήματα και την μαζική εφαρμογή διώξεων. 

Κατά την λήψη απόφασης για την τύχη των πρώην αιχμαλώτων πολέμου δεν ελήφθη υπ’ όψιν ούτε οι συνθήκες κατά τις οποίες βρέθηκαν αιχμάλωτοι, ούτε το γεγονός της δραπέτευσης από την αιχμαλωσία, η συμμετοχή στον αγώνα των παρτιζάνων και άλλα. Οι αξιωματικοί μας που βρέθηκαν αιχμάλωτοι τραυματίες, τήρησαν αξιοπρεπή στάση, συλλήβδην αποτάχθηκαν με το βαθμό του στρατιώτη και χωρίς δίκη, εστάλησαν στα τάγματα τιμωρημένων, μαζί με πρόσωπα που είχαν διαπράξει εγκλήματα. 

Ορισμένα σοβιετικά και κομματικά όργανα, συνεχίζουν μέχρι σήμερα να έχουν απρεπή σχέση απέναντι στους πρώην αιχμαλώτους πολέμου, οι οποίες δεν έδωσαν την παραμικρή αφορμή, τους αντιμετωπίζουν με δυσπιστία, θέτουν παράνομους περιορισμούς στην υπηρεσιακή τους μετακίνηση σε υπεύθυνες θέσεις, στην εκλογή τους στα Σοβιέτ των αντιπροσώπων των εργαζομένων, στην εισαγωγή τους στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και άλλα, παραβιάζοντας τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια των σοβιετικών πολιτών. 

Οι πλέον χυδαίες διαστροφές παραβίασης των νόμιμων δικαιωμάτων των αιχμαλώτων πολέμου, συνδέονταν με την ατεκμηρίωτη παραπομπή τους σε δίκη. 

Ένα σημαντικό μέρος των αιχμαλώτων πολέμου, οι οποίοι επέστρεψαν στην πατρίδα, υπέστη διάφορες τιμωρίες, αρχίζοντας από την εκτόπιση σε ειδικές περιοχές και τελειώνοντας με την εσχάτη των ποινών. Η σοβιετική νομοθεσία προβλέπει αυστηρές ποινές για την οικειοθελή παράδοση, για τη συνεργασία με τον εχθρό και άλλα εγκλήματα προς του σοβιετικού κράτους. Ωστόσο, από τους σοβιετικούς νόμους δεν απορρέει πως ο στρατιωτικός που αιχμαλωτίστηκε εξαιτίας τραυματισμού, διάσεισης, ξαφνικής σύλληψης και άλλες περιστάσεις, ανεξάρτητα από την προσωπική του βούληση, πρέπει να έχει ποινική ευθύνη. 

Παράνομες διώξεις ασκήθηκαν και σε βάρος εκείνων των στρατιωτικών, οι οποίοι παρά τη θέλησή του, αιχμαλωτιζόμενοι, κινούμενοι από το αίσθημα του στρατιωτικού τους χρέους, δραπέτευσαν από την αιχμαλωσία και επέστρεψαν στην πατρίδα, εκδηλώνοντας συνάμα τον ατομικό τους ηρωισμό σε πολλές περιπτώσεις και θέτοντας τη ζωή τους σε κίνδυνο.

Θα παραθέσω μόνο δύο παραδείγματα: 

- Λοχαγός ΦΟΥΡΣΟΦ Ντ.Τ. μέλος του Κ.Κ.Σ.Ε., υπηρετούσε στο σοβιετικό στρατό από το 1929, τον Αύγουστο του 1946 καταδικάστηκε σε 8ετή στέρηση της ελευθερίας, με στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για 3 χρόνια, δήμευση της περιουσίας και καθαίρεση από το βαθμό του «λοχαγού της φρουράς». Κατηγορήθηκε πως όντας αιχμάλωτος στα τέλη του 1941, τον Φεβρουάριο εθελοντικά συμμετείχε στην «Σχολή Κοζάκων Αξιωματικών» που είχαν ιδρύσει οι Γερμανοί. 

Τι μάθαμε εκ των υστέρων: ο λοχαγός ΦΡΟΥΡΣΟΦ, όταν βρέθηκε περικυκλωμένος από γερμανικά στρατεύματα, προσπάθησε να σπάσει την περικύκλωση, τραυματίστηκε και αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς. Μη έχοντας τη δυνατότητα να αποδράσει, αποφάσισε να συμμετάσχει τη «Σχολή Κοζάκων Αξιωματικών», προκειμένου να βρει ευκαιρία να αποδράσει και να πάει στους παρτιζάνους. Στη σχολή απέκτησε όπλο και ο ΦΟΥΡΣΟΦ στις 17 Ιουνίου 1943 μαζί με μία ομάδα ευέλπιδων αυτού του σχολείου, συνολικά 69 άτομα, μαζί με τα όπλα τους πέρασαν με το μέρος των παρτιζάνων, παίρνοντας μαζί του τον μεθυσμένο διευθυντή της σχολής και τον διοικητή της επιλαρχίας. 

Στη μονάδα των παρτιζάνων ο ΦΟΥΡΣΟΦ ήταν διοικητής τμήματα και στη συνέχεια διοικητής της ομάδας δολιοφθορέων και αποχώρησε από αυτή επειδή τραυματίστηκε. Μετά την αποθεραπεία του σε στρατιωτικό νοσοκομείο ο ΦΟΥΡΣΟΦ συνέχισε να υπηρετεί στο σοβιετικό στρατό και συμμετείχε σε μάχες, τραυματίστηκε τρεις φορές και τιμήθηκε με δύο παράσημα και ένα μετάλλιο.

Αυτόν τον γενναίο σοβιετικό πατριώτη, ο οποίος επέστρεψε στην πατρίδα μαζί με τη νίκη επί του εχθρού, το 1945 τον καταδίκασαν και τον έκλεισαν στη φυλακή. 

- Υπολοχαγός ΑΝΟΥΧΙΝ Ε. Σ., μέλος του Κ.Κ.Σ.Ε. στις 31 Μαρτίου 1950 καταδικάστηκε σε 25 έτη στέρησης της ελευθερίας, επειδή τάχα στις 9 Αυγούστου 1944 κατά την στρατιωτική επιχείρηση που είχε αναλάβει, όταν το αεροσκάφος IL-26 που οδηγούσε ο ΑΝΟΥΧΙΝ κατερρίφθη από τον εχθρό και ο ίδιος αιχμαλωτίστηκε. Κατά την ανάκριση στο ρουμανικό επιτελείο έδωσε πληροφορίες, οι οποίες αποτελούσαν στρατιωτικό μυστικό, ενημερώνοντας τον εχθρό για τις πτητικές και τεχνικές ιδιότητες του αεροσκάφους. 

Όπως διαπιστώθηκε εκ των υστέρων, ο ΑΝΟΥΧΙΝ αιχμάλωτος των Ρουμάνων, έμεινε συνολικά 11 ημέρες και στη συνέχεια μαζί με άλλους στρατιωτικούς δραπέτευσε και έφτασε στη μονάδα του. Μέχρι το τέλος του πολέμου, συμμετείχε ενεργά στις μάχες των πιλότων, είχε συνολικά 160 μαχητικές πτήσεις, από τις οποίες οι 120 ήταν μετά την αιχμαλωσία του. Με έγγραφα που αποκτήσαμε ως τρόπαια, διαπιστώσαμε πως ο ΑΝΟΥΧΙΝ κατά την ανάκριση του από τους Ρουμάνους δήλωσε υπερήφανα πως ο πόλεμος θα τελειώσει με νίκη της Σοβιετικής Ένωσης και η Ρουμανία τότε θα γίνει ένα ελεύθερο κράτος. 

Πέντε χρόνια μετά τον πόλεμο, στον οποίο ο ΑΝΟΥΧΙΝ συμμετείχε ενεργά, καταδικάστηκε και φυλακίστηκε. 

Δεν χρειάζεται να αποδείξουμε πως υπό την οπτική γωνία της αυθεντικής σοβιετικής νομιμότητας, η αποτίμηση παρόμοιων πράξεων των σοβιετικών στρατιωτικών, οι οποίοι αιχμαλωτίστηκαν, ως προδότες της Πατρίδας, ήταν παντελώς ατεκμηρίωτη. Ατεκμηρίωτη ήταν και η λήξη οποιαδήποτε κατασταλτικού μέτρου. 

Πολύ περισσότερο, οι σοβιετικοί στρατιωτικοί, οι οποίοι λόγω των συνθηκών που ήταν ανεξάρτητοι από τη βούλησή τους, βρέθηκαν αιχμάλωτοι και στη συνέχεια δραπέτευσαν κι επέστρεψαν στην πατρίδα, πρέπει να τύχουν ενθάρρυνσης και κρατικών βραβείων. 

Αυτός ο κανόνας ίσχυε ακόμη και επί τσαρικού καθεστώτος και είχε μεγάλη σημασία για τη διαπαιδαγώγηση του λαού, των στρατιωτών και των αξιωματικών. 

Ένα μέρος των στρατιωτικών, όταν αιχμαλωτίστηκαν, γνωρίζοντας πως στην πατρίδα θα τύχουν διώξεων, φυσικά, δεν εκδήλωσαν καμία διάθεση να δραπετεύσουν. Με το τέλος του πολέμου, η απειλή των άδικων διώξεων κατάφερε να υποχρεώσει ορισμένους στρατιωτικούς να αρνηθούν τον επαναπατρισμό τους. 

Οι λανθασμένες ενέργειες των τοπικών οργάνων εξουσίας, η δημιουργία μίας ατμόσφαιρας δυσπιστίας απέναντι στους πρώην αιχμαλώτους πολέμους, προκαλεί ανάμεσά τους, ανάμεσα στα μέλη των οικογενειών τους δικαιολογημένα αισθήματα αδικίας, έλλειψης προοπτικής, ανισότητας και επηρεάζουν αρνητικά την παραγωγική και κοινωνική τους δράση. 

Διαπαιδαγωγώντας τους στρατιωτικούς στο πνεύμα της καρτερίας, του μίσους κατά τον εχθρό και την περιφρόνηση της αιχμαλωσίας, δεν εκλαϊκεύουμε επαρκώς τα παραδείγματα της ανδρείας συμπεριφοράς των σοβιετικών πολεμιστών κατά την αιχμαλωσίας, τα παραδείγματα των παράτολμων δραπετεύσεων των ανθρώπων μας. 

Θα πρέπει να απαλλάξουμε τους πρώην αιχμαλώτους πολέμου από το ηθικό άχθος της δυσπιστίας, να αποκαταστήσουμε τους παρανόμως διωχθέντες, να καταργήσουμε τους περιορισμούς που υφίστανται. 

Σύντροφοι! 

Η προσωπολατρία προκάλεσε μεγάλη ζημιά στην στρατιωτική-ιδελογική μας δουλειά. Το καθήκον μας είναι αποφασιστικά να απαλλαγούμε από τις επιπτώσεις αυτής της λατρείας στην διαπαιδαγώγηση του σοβιετικού λαού και των αντρών των Ενόπλων Δυνάμεων μας, όλα τα είδη και τις μορφές της στρατιωτικής-ιδεολογικής δουλειάς στον τομέα της επιστήμης του πολέμου, της προπαγάνδας, της πολεμικής λογοτεχνίας, καθώς επίσης, την τέχνη και το κινηματογράφο που έχει σχέση με το θέμα του πολέμου, θα πρέπει να τα ξαναβάλουμε στην μαρξιστική-λενινιστική τους βάση. 

Σε όλη την στρατιωτική-ιδεολογική μας δουλειά, θα πρέπει να ξεκινούμε από την απαρέγκλιτη μαρξιστική-λενινιστική θέση πως δημιουργός της ιστορίας είναι ο λαός, ενώ τα θεμέλια της στρατιωτικής ισχύος του σοβιετικού κράτους βρίσκονται στο κοινωνικό και πολιτικό σύστημα, στην προωθημένη οικονομία, στην ηθική και πολιτική ενότητα του σοβιετικού λαού, στην ισχύ των Ενόπλων του Δυνάμεων και στην καθοδηγητική δράση του ένδοξου Κομμουνιστικού Κόμματός μας.