Του Κώστα Μήλα*
Γυρίζει άραγε σελίδα η ελληνική οικονομία; Η κυβέρνηση εκτιμά ανάπτυξη 2,8% για το 2020 σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η οποία εκτιμά ανάπτυξη 2,3%.
Χωρίς να θέλω να γίνω «ενοχλητικός», το 2,8% είναι «ύποπτα» κοντά στο 3% για το οποίο μιλούσε προεκλογικά ο κ. Μητσοτάκης.
Για να είμαι «δίκαιος» με τον Πρωθυπουργό, όμως, παραμένει το 2,8% είναι πολύ χαμηλότερο από το 4% για το οποίο έχει μιλήσει πολλάκις. Σε κάθε περίπτωση, από ιστορική άποψη, η εκτίμηση της κυβέρνησης παραμένει χαμηλότερη από τον μέσο όρο του 3,2% της περιόδου 1914-2019. Συνεπώς, το 2,8% δεν κρίνεται, τουλάχιστον ιστορικά, παράλογο!
Προσωπική μου άποψη είναι ότι το οικονομικό στοίχημα θα «παιχθεί» και θα «κριθεί» σε τρεις οικονομικές παραμέτρους.
Παράμετρος Νο. 1: Οι χρηματοοικονομικές συνθήκες τις οποίες καταγράφει ο δείκτης χρηματοοικονομικού stress της ελληνικής οικονομίας
Αυτός βρίσκεται σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο σήμερα και θα παρουσιάσει μεγαλύτερη αποκλιμάκωση στο βαθμό που η χώρα μας προχωρήσει σε περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων από τo (αν και μειούμενο τα τελευταία τρίμηνα) 40,29% του συνόλου των δανείων σήμερα.
Παράμετρος Νο 2: Η οικονομική αβεβαιότητα την οποία «παρακολουθεί» ο δείκτης του Πανεπιστήμιου της Μακεδονίας. Και ο δείκτης αυτός, συνεπικουρούμενος από την σαφήνεια (τουλάχιστον μέχρι σήμερα) της πολιτικής Μητσοτάκη, βρίσκεται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα.
Παράμετρος Νο. 3: Η κυβερνητική αποτελεσματικότητα την οποία «παρακολουθεί» ο αντίστοιχος δείκτης της World Bank και ο οποίος καταγράφει την κυβερνητική βούληση να δημιουργεί πολιτικές οι οποίες ενθαρρύνουν τους ιδιώτες (εντός και εκτός) να επενδύουν στην χώρα μας. Εδώ, δυστυχώς, παραμένουμε ιδιαίτερα χαμηλά σε σχέση με την λοιπή Ευρωζώνη.
Να επισημάνω εδώ ότι οι χρηματοοικονομικές συνθήκες επηρεάζουν την ελληνική οικονομία περισσότερο από την κυβερνητική αποτελεσματικότητα. Αν και αυτό ίσως προκαλεί εντύπωση, εκτιμώ ότι οφείλεται στο γεγονός ότι από την εποχή του Καποδίστρια μέχρι σήμερα, η κυβερνητική αποτελεσματικότητα κινείται με ρυθμούς χελώνας.
Έχοντας, λοιπόν, (εγχώριοι αλλά και ξένοι) επενδυτές διαπιστώσει αυτό, αποφάσισαν να στρέψουν την προσοχή τους στις χρηματοοικονομικές συνθήκες.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ενώ το 2,8% ανάπτυξη που «κυνηγά» η κυβέρνηση μπορεί, ίσως, να επιτευχθεί, δεν θα καταστεί διατηρήσιμο. Με άλλα λόγια, μόνο η επίσπευση των διαρθρωτικών αλλαγών, η οποία θα ξαφνιάσει τους επενδυτές θετικά, έχει την δυνατότητα να οδηγήσει σε διατηρήσιμα υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
ΥΓ Τώρα που «κλείνει» συναινετικά το θέμα της εκλογής της νέας Προέδρου Δημοκρατίας να δείτε που θα ξεκινήσει αέναη «παραφιλολογία» σε σχέση με την επιλογή νέου Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Προσωπική μου άποψη είναι ότι, εαν το ήθελε και ο ίδιος, καλό θα ήταν να συνεχίσουμε με τον σίγουρα επιτυχημένο Γιάννη Στουρνάρα. Μην περιμένετε συναίνεση εκεί από τον Α. Τσίπρα ή το κόμμα του Γ. Βαρουφάκη. Και όχι μόνο...
* Ο Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής στο Τμήμα Χρηματοοικονομικών και Λογιστικής, University of Liverpool