Λίγες μέρες πριν η Βρετανία εξέλθει και επίσημα από την ΕΕ, το μέλλον της σχέσης με τις Βρυξέλλες εξαρτάται από ένα μάλλον ήσσονος σημασίας - οικονομικά - ζήτημα το οποίο ωστόσο ρίχνει «λάδι στην φωτιά» της αντιπαράθεσης και στις δυο όχθες του Καναλιού της Μάγχης.
Πριν λίγες μέρες, το υπουργείο Άμυνας της Βρετανίας δήλωσε ότι τέσσερα σκάφη 80 μέτρων του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού θα είναι έτοιμα την 1η Ιανουαρίου για να προστατεύουν τα εγχώρια ύδατα από ξένους ψαράδες στην περίπτωση που η μεταβατική περίοδος για το Brexit λήξει χωρίς συμφωνία για τις μελλοντικές σχέσεις της χώρας με την ΕΕ.
Ο φόβος για θερμό επεισόδιο στη Βόρεια Θάλασσα έχει ανεβάσει τα θέματα αλιείας πολύ ψηλά στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων για την επόμενη μέρα μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ που υλοποιείται οριστικά στις 31 Ιανουαρίου.
Παρότι, η αλιεία δεν υπερβαίνει το 0,12% του βρετανικού ΑΕΠ, είχε μία ιδιαίτερη και εξόχως συμβολική σημασία στην πολιτική αντιπαράθεση για το Brexit.
Για τον Μπόρις Τζόνσον ήταν το βασικό επιχείρημα της καμπάνιας του για το Brexit, την ώρα που ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν ορκίζεται ότι δεν πρόκειται να εγκρίνει μια συμφωνία που να «θυσιάζει» τους Γάλλους ψαράδες.
Τα βρετανικά ΜΜΕ προειδοποιούν εδώ και καιρό ότι επίκειται νέος «πόλεμος του μπακαλιάρου» στη Βόρεια Θάλασσα. Ο όρος είναι ιστορικά φορτισμένος, καθώς οι πρώτοι «πόλεμοι του μπακαλιάρου» χρονολογούνται από τη δεκαετία του '50, όταν η Ισλανδία επέκτεινε μονομερώς τα χωρικά της ύδατα, εκτοπίζοντας τις βρετανικές μηχανότρατες και εισπράττοντας απειλές για ένοπλη σύρραξη.
Σε τέσσερις χωριστές συγκρούσεις μεταξύ του 1958 και του 1976, τα πλοία του Ηνωμένου Βασιλείου αντιμετώπισαν τα ισλανδικά πλοία για τα δικαιώματα αλιείας του μπακαλιάρου. Η Ισλανδία επικράτησε σε κάθε μια από αυτές.
Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική (KAΠ) ορίζει τα επιτρεπόμενα αλιεύματα με στόχο να διασφαλίσει ένα εύλογο επίπεδο διαβίωσης για τους ψαράδες, αλλά και να προστατεύσει την αναπαραγωγική ικανότητα των ιχθυοπληθυσμών. Οι ποσότητες που επιτρέπεται να αλιεύει κάθε κράτος - μέλος επανακαθορίζονται κάθε χρόνο με βάση μία σειρά κριτηρίων. Περιοριστικές διατάξεις ισχύουν και για τον αλιευτικό εξοπλισμό, για παράδειγμα για το πάχος του νήματος στα δίχτυα. Οι Βρετανοί δηλώνουν ότι θέλουν να αποδεσμευθούν από αυτούς τους περιορισμούς. Αν πράγματι συμβεί αυτό θα υπάρξουν σοβαρές επιπτώσεις, όχι μόνο για τους Γάλλους, αλλά και για τους αλιείς από την Ιρλανδία, τη Δανία, την Ολλανδία, το Βέλγιο, την Ισπανία και τη Γερμανία.
Το Βέλγιο μάλιστα φέρεται έτοιμο να επικαλεστεί έναν καταστατικό χάρτη του 17ου αιώνα που του είχε παραχωρήσει ένας βασιλιάς της Βρετανίας, προκειμένου να διατηρήσει τα αλιευτικά δικαιώματά του στα βρετανικά χωρικά ύδατα, στην περίπτωση που το Λονδίνο και η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν καταφέρουν να καταλήξουν συμφωνία.
Ωστόσο, φαίνεται ότι κανείς δεν έχει υπολογίσει έναν πολύ σημαντικό παράγοντα που θα καθορίσει το μέλλον την αλιείας: Την κλιματική αλλαγή καθώς τα ψάρια μεταναστεύουν για να βρουν πιο κρύα νερά μέχρι και δέκα φορές γρηγορότερα συγκριτικά με άλλα είδη. Μετακινούνται μέχρι και 40 μίλια κάθε δεκαετία που περνά, σύμφωνα με τη μελέτη του επιστημονικού περιοδικού Science.