Η προχθεσινή δημοσκόπηση της Marc είχε τις πρωτοτυπίες της. Κατ΄ αρχήν, για πρώτη φορά, μετά από εννέα μήνες διακυβέρνησης μια κυβέρνηση μεγαλώνει την διαφορά της από την αντιπολίτευση, καθώς αυτή αυξάνει τα ποσοστά αποδοχής της, ενώ η αντιπολίτευση βλέπει τα δικά της να μειώνονται.
Το δεύτερο ιδιαίτερο στοιχείο αυτής της δημοσκόπησης είναι η υψηλή δημοτικότητα του πρωθυπουργού και η πτώση της δημοτικότητος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως. «Μα διαχειρίζεται δύο κρίσεις και είναι λογικό να συσπειρώνεται ο κόσμος γύρω του», έχουν έτοιμη την απάντηση οι «εγώ ΣΥΡΙΖΑ δεν είμαι, αλλά...». Αυτό ακριβώς υποστηρίζω κι εγώ. Ο πρωθυπουργός έχει αυτήν την ευρεία αποδοχή, όχι γιατί απλώς διαχειρίζεται δύο κρίσεις, αλλά γιατί τις διαχειρίζεται σωστά. Και σε άλλους πολιτικούς «έκατσαν στραβές στην βάρδια τους» αλλά καταποντίστηκαν, γιατί δεν κατάφεραν να τις αντιμετωπίσουν με επιτυχία.
Το τρίτο πολύ ενδιαφέρον στοιχείο αυτής της δημοσκόπησης είναι τα υψηλότατα ποσοστά αποδοχής των δύο προσώπων που αντιμετωπίζουν, επικοινωνιακά και ουσιαστικά, την επιδημία. Οι κ.κ. Χαρδαλιάς και Τσιόδρας είναι πρόσωπα με πρωτοφανή δημοτικότητα.
Ετσι, όσοι αποτολμούν να επιτίθενται και στους δύο, το μόνο που πετυχαίνουν είναι να κάνουν ζημία στο κόμμα τους. Είναι προφανές πως δεν επιτίθεσαι σε πρόσωπο που απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του 90% των πολιτών.
Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει η πτώση της δημοτικότητος του Α.Τσίπρα που υποτίθεται είναι το γερό χαρτί του ΣΥΡΙΖΑ. Η τακτική του αμφισβητείται από δύο πλευρές. Από αυτούς που την θεωρούν υποτονική και από αυτούς που του καταλογίζουν πως δεν μπορεί να επιβληθεί στους ακραίους του κόμματος του.
Στην μνημονιακή εποχή, όπου η αγανάκτηση του κοσμου οδηγούσε στην συνολική απόρριψη των ηγεσιών, ο «Κανένας» πολλές φορές προηγείτο. Σήμερα όμως το φαινόμενο, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, να προηγείται οριακά του «Κανένα», φαίνεται πως οφείλεται στην αμφίπλευρη αμφισβήτηση που υφίσταται.
Η γενική εικόνα που αναδύεται από την προχθεσινή δημοσκόπηση είναι πως η κυβέρνηση περνά τις εξετάσεις σε δύσκολα θέματα με πολύ ικανοποιητικό βαθμό. Η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να χαράξει μιαν αξιόπιστη αντιπολιτευτική στρατηγική, έχει δώσει την ευκαιρία να κυριαρχούν εντός του οι φωνές των ακραίων και των γραφικών, που περιορίζουν σημαντικά το βεληνεκές του πολιτικού λόγου του κόμματος τους.
Μπροστά σε αυτήν την δημοσκοπική καταιγίδα της Νέας Δημοκρατίας το ύστατο επιχείρημα των Συριζαίων είναι πως και ο Τσώρτσιλ κέρδισε τον Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά ηττήθηκε στις βρετανικές εκλογές που διεξήχθησαν τον Ιούλιο του 1945. Αυτό θυμίζει πιο πολύ παρηγοριά στον άρρωστο, παρά πολιτικό επιχείρημα.
Βέβαια, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους στην οικονομική κρίση που θα προκύψει λόγω της επιδημίας. Περιμένουν στην γωνία την κυβέρνηση Μητσοτάκη να λάβει σκληρά μέτρα και να τους δοθεί έτσι η ευκαιρία να επαναφέρουν την γνωστή στρατηγική της περιόδου 2011-2014. Δηλαδή έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους στην επιβεβαίωση των πιο ακραίων, καταστροφολογικών σεναρίων.
Αυτήν την στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ επιβιώνει γιατί ο χώρος της σοσιαλδημοκρατίας παραμένει σε μιαν αποτελματωμένη κατάσταση. Δεν αποτελεί θελκτικό πόλο για να επαναπατρίσει τους παλιούς του ψηφοφόρους και αυτό δίνει ανάσες στον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο πρωθυπουργός, όπως κάθε σοβαρός πολιτικός, θα μπει στην κρίσιμη περίοδο, μετά την επιδημία, έχοντας πολλές αβάντες στο χέρι του και αρκετές επιλογές. Δηλαδή—όπως δείχνουν τα πράγματα—δεν θα εγκλωβισθεί σε έναν μονόδρομο. Αν μάλιστα συγκροτήσει ένα ισχυρό και ευέλικτο οικονομικό επιτελείο, μπορεί να τα καταφέρει και στην οικονομική κρίση, δημιουργώντας μιαν άλλη Ελλάδα.